Η αύξηση των καταναλωτών που προσέχουν την υγεία τους έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη της παγκόσμιας ζήτησης για προβιοτικά.
Το μέγεθος της αγοράς προβιοτικών ποτών αποτιμήθηκε σε 11.047,4 εκατομμύρια δολάρια το 2020 και εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 23.405,7 εκατομμύρια δολάρια έως το 2031, καταγράφοντας CAGR 6,6% από το 2022 έως το 2031.
Τα προβιοτικά είναι βακτήρια που παρέχουν οφέλη για την υγεία του εντέρου και τη συνολική ανοσία. Τα προβιοτικά ποτά είναι συνήθως ροφήματα με βάση τα γαλακτοκομικά με γαλακτώδη υφή και βοηθούν την πέψη. Η προσθήκη προβιοτικών στον ορό γάλακτος βελτιώνει σημαντικά τα χαρακτηριστικά και τα οφέλη του. Η συμπερίληψη γεύσεων βελτιώνει τις αισθητηριακές ιδιότητες των ροφημάτων ενώ παράλληλα αυξάνει τη διάρκεια ζωής τους. Αυτοί οι παράγοντες οδηγούν τη ζήτηση για προβιοτικά ποτά στην αγορά.
Η αγορά των προβιοτικών ποτών έχει σημειώσει σημαντική ανάπτυξη, λόγω της αύξησης του αριθμού των καταναλωτών που ευαισθητοποιούνται για την υγεία τους και κατ’ επέκταση και της αυξανόμενης παγκόσμιας ζήτησης. Βασικοί παράγοντες της αγοράς προσπαθούν να εδραιώσουν τη θέση τους εισάγοντας προϊόντα υψηλής ποιότητας και συνάπτοντας συνεργασίες με γνωστές τοπικές μάρκες θρεπτικών προϊόντων, κάτι που αναμένεται να οδηγήσει την ανάπτυξη της αγοράς κατά την περίοδο πρόβλεψης.
Τα προβιοτικά με βάση τα γαλακτοκομικά είναι διαθέσιμα σε διάφορες μορφές. Τα μη γαλακτοκομικά συμπληρώματα απαιτούνται για τη δυσανεξία στη λακτόζη, τη χορτοφαγία και την υπερβολική χοληστερόλη. Τα προβιοτικά έχουν δημιουργηθεί πρόσφατα από διάφορα φρούτα και λαχανικά. Τα φρούτα και τα λαχανικά έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε ζωτικά θρεπτικά συστατικά, καθιστώντας τα ιδανική μήτρα για την παρασκευή προβιοτικών ροφημάτων με μέγιστα πλεονεκτήματα για την υγεία.
Η αγορά προβιοτικών ποτών χωρίζεται με βάση τον τύπο, τη γεύση, το κανάλι πωλήσεων και την περιοχή. Με βάση τον τύπο, η αγορά κατηγοριοποιείται σε προβιοτικά ποτά με βάση τα γαλακτοκομικά και προβιοτικά ποτά φυτικής προέλευσης. Από γεύση, διαχωρίζεται σε κανονικό, μούρο, τροπικό και άλλα. Ανάλογα με το κανάλι πωλήσεων, διαχωρίζεται σε υπεραγορές/σούπερ μάρκετ, ψιλικατζίδικα, διαδικτυακά λιανικά και άλλα.