Στις προκλήσεις και τις προοπτικές του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων αναφέρθηκε ο Ιωάννης Γιώτης πρόεδρος Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων.
Μιλώντας σήμερα στο 15ο Συνέδριο του ΙΕΛΚΑ: “Grocery Management in Turbulent Times”, όσον αφορά την παραγωγή και την εφοδιαστική αλυσίδα, όπως είπε, οι διακυμάνσεις στις τιμές των πρώτων υλών αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα καθώς δημιουργούν αστάθεια που επιδεινώνει την ήδη περιορισμένη διαθεσιμότητα των πόρων. «Ειδικά τα τελευταία τρία χρόνια η βιομηχανία μας κατέβαλε σημαντικές προσπάθειες και απορρόφησε μεγάλο μέρος των αυξήσεων βάζοντας φρένο στη μετακύλισή τους στα νοικοκυριά» ανέφερε ο κ. Γιώτης. Τόνισε επίσης, ότι σημαντικό εμπόδιο κυρίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν οι περιορισμοί στη χρηματοδότηση. Σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ, η έλλειψη χρηματοδότησης είναι μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τον κλάδο και επηρεάζει την ικανότητα των εταιρειών να επενδύσουν σε καινοτομία και βιωσιμότητα για την διασφάλιση της επιχειρηματικής τους συνέχειας.
Παράλληλα, οι καθυστερήσεις στην αποπληρωμή επενδυτικών προγραμμάτων συνεχίζει να προβληματίζει καθώς αφορούν επενδύσεις που έχουν ολοκληρωθεί και ελεγχθεί από τους αρμόδιους φορείς. «Αυτές οι καθυστερήσεις σε συνδυασμό με τα υψηλά επιτόκια δανεισμού, τις εργοδοτικές εισφορές, τη χαμηλή παραγωγικότητα, το υψηλό κόστος ενέργειας αλλά και τα αυξημένα κόστη διάθεσης των προϊόντων μας για την διανομή, την προώθηση, την τοποθέτηση στην αγορά, αυξάνουν το κόστος παραγωγής οδηγώντας σε δυσανάλογες συγκρίσεις της Ελλάδας με άλλες χώρες της Ευρώπης» τόνισε ο κ. Γιώτης.
Εστιάζοντας στο αναπτυξιακό και ρυθμιστικό πλαίσιο, ο κ. Γιώτης ανέφερε ότι το νέο παραγωγικό μοντέλο δίνει στίγμα αισιοδοξίας για το μέλλον. «Ωστόσο, για να συνεχίσουμε να πρωτοστατούμε στις εξελίξεις χρειαζόμαστε τη στήριξη που δικαιωματικά μας αξίζει. Το αίτημα του ΣΕΒΤ είναι ένα, απλό αλλά θεμελιώδες: Η αναγνώριση της αξίας και ο σεβασμός σε έναν κλάδο που έχει συμβάλλει και συνεχίζει να συμβάλλει καθοριστικά στην ανάπτυξη της χώρας και την πραγματική ευημερία της κοινωνίας. Ο σεβασμός σε έναν κλάδο με σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό αποτύπωμα. Ο σεβασμός σε έναν κλάδο θεματοφύλακα της ποιότητας ζωής κάθε πολίτη» τόνισε ο κ. Γιώτης και συνέχισε: «η συνεργασία με την πολιτεία και τους υπόλοιπους φορείς είναι πιο κρίσιμη από ποτέ. Μέσα από ανοικτό διάλογο και κοινή προσπάθεια βρίσκουμε λύσεις. Ο κλάδος τροφίμων και ποτών είναι η κινητήρια δύναμη ανάπτυξης και κοινωνικής ευημερίας. Για να συνεχίσουμε όμως να διαδραματίζουμε αυτόν τον ρόλο και για να μπορέσουμε να μιλάμε για μια νέα εποχή ανάπτυξης και προοπτικής χρειαζόμαστε την εμπιστοσύνη και τη στήριξη του δικαιωματικά έχουμε κερδίσει».
Σε ό,τι αφορά τους καταναλωτές ο κ. Γιώτης σημείωσε: «Για την βιομηχανία των επώνυμων τροφίμων και ποτών είναι η περιουσία. Γι’ αυτό, καθημερινή μας προτεραιότητα είναι η διασφάλιση της πρόσβασής τους σε βιώσιμα, ασφαλή, ποιοτικά και προσιτά προϊόντα».
Ο ίδιος ανέφερε ότι «σε μια περίοδο που το ζήτημα του πληθωρισμού εξακολουθεί να είναι επίκαιρο, η βιομηχανία μας απορροφά σταθερά το σημαντικό μέρος του κόστους. Με τη συντονισμένη προσπάθεια όλων μας, είδαμε την σταθεροποίηση των τιμών στα ράφια τον Οκτώβριο με τον δείκτη των τυποποιημένων τροφίμων να βρίσκεται μόλις στο 0,5%, αφαιρώντας το ελαιόλαδο».
«Παρά τις προσπάθειές μας, ωστόσο, βιώνουμε ένα κλίμα δυσπιστίας που δημιουργούν, μεταξύ άλλων, οι συνεχείς έλεγχοι. Έλεγχοι που βαραίνουν ένα κλάδο που έχει αποδείξει την αξιοπιστία και τη συνέπειά του και του οποίου η φήμη πλήττεται. Και ενώ το ποσοστό της δαπάνης για τρόφιμα δεν αποτελεί το κύριο βάρος για τα νοικοκυριά -όλοι βλέπουμε τα κόστη για ενοίκια, ρεύμα, καύσιμα – η μείωση της κατανάλωσης είναι καταστροφική» ανέφερε ο κ. Γιώτης και συμπλήρωσε: «η διατήρηση της ζήτησης και η ενίσχυσή της είναι ζωτικής σημασίας για να συνεχίσουμε να λειτουργούμε και να μπορούμε με συνέπεια να στηρίζουμε χιλιάδες οικογένειες που εξαρτώνται από εμάς».
«Όσο και αν δοκιμαζόμαστε από συνεχείς δυσκολίες και προκλήσεις, η ελληνική βιομηχανία τροφίμων και ποτών παραμένει ανθεκτική χάρη στις υγιείς της βάσεις. Παραμένει σταθερά ο μεγαλύτερος εργοδότης στη μεταποίηση με 360.000 άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας, στηρίζοντας την απασχόληση και τις τοπικές κοινωνίες ενώ συμβάλλει καθοριστικά στην οικονομική δραστηριότητα της χώρας με κύκλο εργασιών 17 δισ. ευρώ και εξαγωγές που αγγίζουν τα 7 δισ. ευρώ» ανέφερε ο κ. Γιώτης.
ΑΠΕ-ΜΠΕ