Ποιο είναι το φαινόμενο του “φωτοστέφανου”;
Μια κοινή λογική, που ακολουθούν οι περισσότεροι όσον αφορά την επιλογή μιας τροφής, είναι να συγχαίουν τη διατροφική της αξία, με τη βιωσιμότητα, μια λογική που όπως αποδεικνύεται είναι λανθασμένη. Όπως υποστηρίζει νέα έρευνα, στην πραγματικότητα, τα τρόφιμα που οι καταναλωτές θεωρούν ότι είναι υγιεινά και καλά για τον πλανήτη δεν ήταν σχεδόν ποτέ και τα δύο.
Για τη μελέτη, Γερμανοί και Αυστριακοί επιστήμονες στρατολόγησαν πάνω από 5.000 φοιτητές και τους ζήτησαν να κατατάξουν χωριστά τόσο τη βιωσιμότητα όσο και τη θρεπτική αξία των 29 γευμάτων που τους ήταν διαθέσιμα στην καντίνα. Αυτά κυμαίνονταν από vegan και χορτοφαγικά πιάτα, μέχρι γεύματα που ήταν βαριά με κόκκινο κρέας, γαλακτοκομικά και τηγανητά. Ξεχωριστά, οι ερευνητές έκαναν επίσης τη δική τους κατάταξη των 29 γευμάτων, χρησιμοποιώντας έναν μοναδικό αλγόριθμο που βασιζόταν στα ακριβή συστατικά κάθε συνταγής για να αναπτύξουν ένα προφίλ της βιωσιμότητάς τους (με βάση τις σχετικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και άλλους παράγοντες) και την αξία για την υγεία.
Όταν η ομάδα συνέκρινε τις αλγοριθμικές της κατατάξεις με τους μαθητές, εντυπωσιάστηκαν από την εμφάνιση ενός ισχυρού μοτίβου: όπου οι μαθητές έδιναν σε μια επιλογή γεύματος υψηλότερη κατάταξη υγείας, σχεδόν πάντα συνοδευόταν από παρόμοια υψηλή κατάταξη βιωσιμότητας. Φαινόταν ότι έκαναν μια αιτιώδη σύνδεση μεταξύ αυτών των δύο χαρακτηριστικών.
Για ορισμένα γεύματα αυτό συμβάδιζε με την πραγματικότητα: για παράδειγμα, οι μαθητές κατέταξαν ομοίως ένα ζυμαρικό με ντομάτα και βασιλικό ως υγιεινό και βιώσιμο, και αυτό ταίριαζε με τον αλγόριθμο που έδωσε στο πιάτο την ίδια υψηλή βαθμολογία υγείας και βιωσιμότητας. Αλλά σχεδόν για όλα τα άλλα γεύματα, η επιλογή των μαθητών ήταν λανθασμένη. Ένα στιφάδο από ασιατικά ζυμαρικά και βοδινό κρέας για παράδειγμα, οι μαθητές θεώρησαν ότι ήταν αρκετά υγιεινό και εξίσου βιώσιμο, αλλά στην πραγματικότητα έλαβε χαμηλή κατάταξη βιωσιμότητας από τον αλγόριθμο.
Αυτές οι αποκλίσεις μπορούν να εξηγηθούν από πράγματα που πολλοί από εμάς κατανοούμε διαισθητικά: ένα τρόφιμο μπορεί να είναι υγιεινό, αλλά απαιτεί πολλούς πόρους, όπως τα λιπάσματα, για να αναπτυχθεί, γεγονός που διευρύνει το αποτύπωμά του. Ομοίως, ένα πιάτο θα μπορούσε να περιέχει πολλά επεξεργασμένα ανθυγιεινά τρόφιμα, αλλά να έχει μικρό οικολογικό αποτύπωμα. Και όμως, παρ’ όλα αυτά τα λογικά σημεία, είναι σαν η επιθυμία να τρώμε υγιεινά να δημιουργεί ένα τυφλό σημείο, σχετικά με τις επιλογές που κάνουμε. Οι ερευνητές το περιγράφουν ως «φαινόμενο φωτοστέφανου», όπου τα αντιληπτά οφέλη ενός πράγματος διαχέονται σε άλλους τομείς.
Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης τα ευρήματα ανάλογα με το είδος του γεύματος, όπως vegan ή χορτοφαγικό, και την ηλικία των ατόμων που συμμετείχαν στην έρευνα. Είναι ενδιαφέρον ότι διαπίστωσαν ότι τα vegan και τα χορτοφαγικά γεύματα δεν άλλαξαν σημαντικά τη βαθμολογία για τη βιωσιμότητα και την υγεία, αλλά η ηλικία των ερωτηθέντων έπαιξε ρόλο, με τους μεγαλύτερους σε ηλικία συμμετέχοντες να δείχνουν μεγαλύτερη τάση να αντιλαμβάνονται και τα υγιεινά τρόφιμα ως βιώσιμα. «Τα ευρήματα δείχνουν ξεκάθαρα ότι εμείς οι καταναλωτές χρειαζόμαστε καλύτερες και πιο εύκολα προσβάσιμες πληροφορίες σχετικά με τη βιωσιμότητα και την υγιεινή των τροφίμων», λένε οι ερευνητές.