Η Κομισιόν θέλει να αναβάλει τον νόμο για την αποψίλωση των δασών.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση ετοιμάζει έναν νέο κανονισμό που αποσκοπεί στην προστασία των τροπικών δασών, στοχεύοντας να μειώσει την αποψίλωση μέσω αυστηρότερων κανόνων για προϊόντα όπως το κακάο, ο καφές, το φοινικέλαιο, η σόγια και το ξύλο.
Ο κανονισμός αυτός απαιτεί από τις εταιρείες που εμπορεύονται αυτά τα προϊόντα να αποδείξουν ότι η παραγωγή τους δεν έχει οδηγήσει σε αποψίλωση δασών μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020.
Ο κανονισμός έχει σχεδιαστεί για να μειώσει τη μαζική αποψίλωση των τροπικών δασών, όπως συμβαίνει στον Αμαζόνιο και άλλες περιοχές. Στόχος είναι να αποτραπεί η εισαγωγή προϊόντων στην ΕΕ που προέρχονται από εκτάσεις που έχουν αποψιλωθεί, συμβάλλοντας έτσι στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και της απώλειας βιοποικιλότητας. Οι εταιρείες θα είναι υποχρεωμένες να παρέχουν δήλωση δέουσας επιμέλειας (due diligence), διασφαλίζοντας ότι η παραγωγή τους δεν έχει επηρεάσει αρνητικά τα δάση.
Εάν ο κανονισμός εγκριθεί, οι μεγάλες επιχειρήσεις θα πρέπει να συμμορφωθούν έως τις 30 Δεκεμβρίου 2025, ενώ οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις έως τις 30 Ιουνίου 2026. Οι επιχειρήσεις που δεν θα τηρούν τους νέους κανόνες θα αντιμετωπίζουν σοβαρές συνέπειες, συμπεριλαμβανομένων προστίμων που μπορεί να φτάνουν το 4% του ετήσιου κύκλου εργασιών τους στην ΕΕ.
Πολλές περιβαλλοντικές οργανώσεις, όπως οι WWF, Germanwatch, INKOTA και άλλες, σε κοινό δελτίο τύπου υποστηρίζουν τον κανονισμό και απορρίπτουν τις ανησυχίες περί υπερβολικής γραφειοκρατίας. Σύμφωνα με αυτές, οι πληροφορίες που απαιτούνται για τη συμμόρφωση είναι ήδη διαθέσιμες ή μπορούν εύκολα να συγκεντρωθούν, και η εφαρμογή του κανονισμού δεν θα επιφέρει σημαντικά πρόσθετα κόστη.
Επισημαίνουν ότι η προτεραιότητα πρέπει να είναι η προστασία των δασών και η διασφάλιση ότι τα προϊόντα που εισέρχονται στην ΕΕ δεν συμβάλλουν στην καταστροφή του περιβάλλοντος.
Κριτική και αντιδράσεις
Η πρόταση έχει δεχθεί έντονες επικρίσεις από διάφορους τομείς, ιδιαίτερα από τον επιχειρηματικό κόσμο και ορισμένα πολιτικά κόμματα. Οι επιχειρήσεις θεωρούν ότι ο κανονισμός θα επιβάλει επιπλέον γραφειοκρατία και κόστος συμμόρφωσης, γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει τις λειτουργίες τους. Ειδικά οι αγρότες, οι ιδιοκτήτες δασών και οι προμηθευτές αυτοκινήτων εξέφρασαν ανησυχίες ότι οι απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων και η πιστοποίηση για τη μη αποψίλωση θα δημιουργήσουν σημαντικά εμπόδια.
Από πολιτική σκοπιά, οι κριτικές προέρχονται από διάφορα κόμματα. Ο Μάνφρεντ Βέμπερ, πρόεδρος της κεντροδεξιάς ομάδας του ΕΛΚ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, χαιρέτισε την αναβολή της εφαρμογής του κανονισμού, τονίζοντας ότι αποφεύχθηκε ένα «γραφειοκρατικό τέρας» που θα επιβάρυνε τις επιχειρήσεις. Ομοίως, η αναπληρώτρια επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του FDP στη γερμανική Bundestag, Carina Konrad, εξέφρασε επανειλημμένα ανησυχίες, υποστηρίζοντας ότι η εφαρμογή των νέων κανονισμών απαιτεί περισσότερο χρόνο.
Παρόλα αυτά, η ευρωβουλευτής των Πρασίνων, Anna Cavazzini, θεωρεί την αναβολή του κανονισμού καταστροφική, χαρακτηρίζοντάς την ως «τραγωδία» στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης αποψίλωσης των δασών, ειδικά στη Λατινική Αμερική. Υποστηρίζει ότι η καθυστέρηση αποτελεί πλήγμα για την πολιτική της ΕΕ για το κλίμα, καθώς η αποψίλωση επιταχύνει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Μετά τις έντονες επικρίσεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να προτείνει την αναβολή του κανονισμού κατά ένα χρόνο, προκειμένου να δοθεί περισσότερος χρόνος στις επιχειρήσεις να προσαρμοστούν. Η πρόταση αναμένεται να συζητηθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη, τα οποία θα αποφασίσουν εάν θα εγκρίνουν την αναβολή.
Εάν η αναβολή εγκριθεί, η νέα προθεσμία για τις μεγάλες επιχειρήσεις θα είναι η 30ή Δεκεμβρίου 2025, ενώ για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις η 30ή Ιουνίου 2026. Παρά την καθυστέρηση, ο κανονισμός παραμένει ένα σημαντικό βήμα προς τη μείωση της παγκόσμιας αποψίλωσης και τη στήριξη της κλιματικής πολιτικής της ΕΕ.