Γνωστό παυσίπονο που διακινείται για σχεδόν έναν αιώνα μπορεί να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες ή ακόμη και θανατηφόρες λοιμώξεις.
Η επιτροπή ασφάλειας PRAC του Ευρωπαϊκού Οργανισμού φαρμάκων (EMA) συνέστησε μέτρα για την ελαχιστοποίηση των σοβαρών αποτελεσμάτων της ακοκκιοκυττάρωσης, μιας γνωστής παρενέργειας που προκαλείται από το παυσίπονο metamizole, που σύμφωνα με τον ΕΟΦ είναι στην αγορά για σχεδόν έναν αιώνα. Η ακοκκιοκυττάρωση περιλαμβάνει μια ξαφνική και απότομη μείωση των κοκκιοκυττάρων, ενός τύπου λευκών αιμοσφαιρίων, που μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές ή ακόμη και θανατηφόρες λοιμώξεις.
Τα φάρμακα που περιέχουν μεταμιζόλη είναι εγκεκριμένα σε ορισμένες χώρες της ΕΕ για τη θεραπεία του μέτριου έως σοβαρού πόνου και του πυρετού και οι εγκεκριμένες χρήσεις του διαφέρουν από χώρα σε χώρα.
Η ακοκκιοκυτταραιμία είναι μια γνωστή ανεπιθύμητη ενέργεια με φάρμακα που περιέχουν μεταμιζόλη, η οποία μπορεί να εμφανιστεί ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της θεραπείας ή λίγο μετά τη διακοπή του φαρμάκου και σε άτομα που έχουν χρησιμοποιήσει μεταμιζόλη στο παρελθόν χωρίς προβλήματα. Αυτή η σοβαρή ανεπιθύμητη ενέργεια δεν σχετίζεται με τη δόση της μεταμιζόλης που χρησιμοποιείται. Τα υφιστάμενα μέτρα που εφαρμόζονται για την ελαχιστοποίηση αυτού του κινδύνου διαφέρουν από χώρα σε χώρα.
Μετά την εξέταση των δεδομένων σχετικά με τον κίνδυνο ακοκκιοκυττάρωσης για τη μεταμιζόλη, η PRAC κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι υφιστάμενες προειδοποιήσεις στις πληροφορίες του προϊόντος πρέπει να επικαιροποιηθούν. Οι αλλαγές αποσκοπούν στην αύξηση της ευαισθητοποίησης των ασθενών και των επαγγελματιών του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης σχετικά με αυτή τη σοβαρή ανεπιθύμητη ενέργεια και στη διευκόλυνση της έγκαιρης ανίχνευσης και διάγνωσής της.
Οι ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία με φάρμακα που περιέχουν μεταμιζόλη θα πρέπει να ενημερώνονται για τα πρώιμα συμπτώματα της ακοκκιοκυττάρωσης, συμπεριλαμβανομένων του πυρετού, του ρίγους, του πονόλαιμου και των επώδυνων βλεννογονικών αλλαγών, ιδιαίτερα στο στόμα, τη μύτη και το λαιμό ή στην περιοχή των γεννητικών οργάνων ή του πρωκτού. Οι ασθενείς θα πρέπει επίσης να επαγρυπνούν για τα συμπτώματα αυτά καθ’ όλη τη διάρκεια της θεραπείας και λίγο μετά τη διακοπή της θεραπείας, καθώς η ακοκκιοκυτταραιμία μπορεί να έχει καθυστερημένη έναρξη και πρέπει να διακόψουν τη θεραπεία και να αναζητήσουν άμεση ιατρική φροντίδα εάν εμφανίσουν αυτά τα συμπτώματα.