Νέα έρευνα αποκαλύπτει υψηλότερη παρουσία επιβλαβών ενώσεων σε φυτικά επεξεργασμένα τρόφιμα σε σχέση με ζωικά
Η ολοένα και αυξανόμενη στροφή προς τα φυτικής προέλευσης τρόφιμα στις δυτικές δίαιτες συνοδεύεται από περιβαλλοντικά και διατροφικά οφέλη. Ωστόσο, νέα μελέτη υπογραμμίζει ότι η αυξανόμενη κατανάλωση υπερ-επεξεργασμένων φυτικών υποκατάστατων, όπως τυριά, κρέατα και ψάρια, ενδέχεται να εγκυμονεί χημικούς κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία.
Σύμφωνα με έρευνα της Alicia Macan Schönleben και των συνεργατών της από το Πανεπιστήμιο της Αμβέρσας, που δημοσιεύθηκε στο Environmental Science & Technology, εντοπίζονται αυξημένα επίπεδα οργανοφωσφορικών, φθαλικών ενώσεων και εναλλακτικών πλαστικοποιητών σε προϊόντα φυτικής προέλευσης σε σύγκριση με τα αντίστοιχα ζωικής. Η μελέτη κάλυψε 52 δείγματα εναλλακτικών προϊόντων από σόγια, όσπρια, σπόρους και ξηρούς καρπούς, τα οποία συλλέχθηκαν στο Βέλγιο, τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Τα ευρήματα της μελέτης
Τα υψηλότερα επίπεδα μόλυνσης καταγράφηκαν στα φυτικά “τυριά”, με μέσο όρο 123 ng/g υγρού βάρους για τα οργανοφωσφορικά και 1.155 ng/g για τους πλαστικοποιητές. Αν και η εκτιμώμενη ημερήσια πρόσληψη των συγκεκριμένων ενώσεων κρίνεται, προς το παρόν, απίθανο να ενέχει σοβαρό κίνδυνο για τους ενήλικες, η έρευνα δεν έλαβε υπόψη τη συνολική χημική έκθεση από όλα τα υλικά που έρχονται σε επαφή με τα τρόφιμα (FCM), αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο υποεκτίμησης των κινδύνων.
Η μελέτη εντόπισε συσχέτιση μεταξύ της παρουσίας χημικών στο τρόφιμο και στη συσκευασία, γεγονός που υποδηλώνει τη μετανάστευση ουσιών από τα υλικά συσκευασίας προς το τρόφιμο. Επιπλέον, πιθανές πηγές επιμόλυνσης εντοπίζονται στον βιομηχανικό εξοπλισμό και στα γάντια χειρισμού τροφίμων, επιβεβαιώνοντας ότι οι χημικές ουσίες εισέρχονται στο προϊόν σε πολλαπλά στάδια της παραγωγικής και εφοδιαστικής αλυσίδας.
Η χρήση φασματομετρίας μάζας LC-MS/MS επέτρεψε την ταυτοποίηση 17 οργανοφωσφορικών ενώσεων, 8 φθαλικών και 11 εναλλακτικών πλαστικοποιητών, τεκμηριώνοντας τον εκτεταμένο χημικό φορτίο των προϊόντων που εξετάστηκαν.
Παρά την αναπτυσσόμενη αγορά φυτικών υποκατάστατων, καταναλωτές συχνά αγνοούν το βαθμό επεξεργασίας τους. Η ευκολία, η χαμηλή τιμή και η εμπορική στρατηγική προώθησης καθιστούν τα προϊόντα αυτά ελκυστικά, ενώ η σύνδεσή τους με το μάρκετινγκ της “υγιεινής διατροφής” ενισχύει την αποδοχή τους. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, τα υπερ-επεξεργασμένα φυτικά τρόφιμα (UPFs), σε συνδυασμό με τη συχνή παρουσία μικροπλαστικών και πλαστικών προσμείξεων, συνιστούν παράγοντες κινδύνου για την υγεία και το περιβάλλον.