«Three Degrees of Change»: Η αύξηση της θερμοκρασίας των κατεψυγμένων τροφίμων στους -15°C θα μπορούσε να βελτιώσει τη βιωσιμότητα της τροφικής αλυσίδας, λένε οι ερευνητές.
Τα τρόφιμα βαθιάς κατάψυξης σύμφωνα με τον Κώδικα τροφίμων και Ποτών ορίζονται ως: «Τα τρόφιμα τα oπoία έχoυν υπoβληθεί σε κατάλληλη διαδικασία κατάψυξης, απoκαλoύμενη «βαθειά κατάψυξη» η oπoία επιτρέπει στo πρoϊόν να περάσει όσo γρήγoρα χρειάζεται, ανάλoγα με τη φύση τoυ, τη ζώνη μέγιστης κρυστάλλωσης και έχει ως απoτέλεσμα – μετά την απoκατάσταση θερμικής ισορροπίας− τη συνεχή διατήρηση της θερμoκρασίας τoυ πρoϊόντoς σε όλα τoυ τα σημεία σε θερμoκρασία ίση ή χαμηλότερη από -18C και τα oπoία διατίθενται στo εμπόριο κατά τρόπo πoυ δείχνει ότι διαθέτoυν τo χαρακτηριστικό αυτό.
Όλο και πληθαίνουν όμως οι φωνές που λένε πως η θερμοκρασία κατάψυξης των τροφίμων πρέπει να αυξηθεί προκειμένου να μειωθεί η κατανάλωση ενέργειας, χωρίς να κινδυνεύει η ασφάλεια των τροφίμων. Προηγούμενη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο August από την Nomad Foods κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αύξηση της θερμοκρασίας αποθήκευσης των κατεψυγμένων τροφίμων κατά 3°C θα μπορούσε να μειώσει τη χρήση της ενέργειας του καταψύκτη κατά 10% χωρίς να επηρεάσει την ποιότητα ή την ασφάλεια των προϊόντων.
Τώρα και νέα ακαδημαϊκή έρευνα με τίτλο «Three Degrees of Change» στην οποία συμμετείχαν το Διεθνές Ινστιτούτο Ψύξης με έδρα το Παρίσι, το Πανεπιστήμιο Cranfield, το Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, το Πανεπιστήμιο South Bank του Λονδίνου και το Πανεπιστήμιο Wageningen στην Ολλανδία, προτείνει την αύξηση της θερμοκρασίας των κατεψυγμένων τροφίμων κατά τρεις βαθμούς από το μακροχρόνιο πρότυπο: από -18°C στους -15°C.
Η κατάψυξη τροφίμων, ως μορφή συντήρησης, επεκτείνει τη διάρκεια ζωής του προϊόντος χωρίς να βλάπτεται η ασφάλεια των τροφίμων για μήνες, ενώ προσφέρει επίσης ευκαιρίες βελτιστοποίησης της αξιοποίησης μέσω προγραμματισμένης κατανάλωσης. Η Έρευνα έχει αποδείξει ότι τα κατεψυγμένα τρόφιμα έχουν ως αποτέλεσμα 47% λιγότερα οικιακά απορρίμματα τροφίμων από τις κατηγορίες φρέσκων τροφίμων. Ωστόσο, τα κατεψυγμένα τρόφιμα συμβάλουν σε σημαντικές εκπομπές ενέργειας και αερίων θερμοκηπίου (GHG).
Επί του παρόντος, το βιομηχανικό πρότυπο σημείου ρύθμισης είναι -18°C ή χαμηλότερη, μία θερμοκρασία που καθιερώθηκε στα μέσα του 20ού αιώνα η οποία παρέχει ένα καλό περιθώριο ασφάλειας. Υπάρχει ωστόσο ένα σημαντικό ερώτημα που πρέπει να διερευνηθεί: είναι η θερμοκρασία συντήρησης των τροφίμων των -18°C ιδανική;
Με βάση την απαίτηση των καταναλωτών για μείωση των επιπτώσεων της παραγωγής επεξεργασίας και συντήρησης τροφίμων στο περιβάλλον, ορισμένοι στη βιομηχανία πιστεύουν ότι ένα τυπικό σημείο ρύθμισης στους -15°C θα ήταν καταλληλότερο για ορισμένα προϊόντα διατροφής και ότι θα μπορούσε να θεσπιστεί απαίτηση να μην «υπερπαγώνει» το τρόφιμο χωρίς σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ασφάλεια των τροφίμων ή στην ποιότητα. Η αλλαγή αυτής της θερμοκρασίας θα μπορούσε να είναι πολύτιμη στο πλαίσιο της μείωσης της αύξησης της ενεργειακής ζήτησης και των εκπομπών GHG από τον κλάδο. Θα παρέδιδε επίσης ένα σημαντικό εμπορικό όφελος για τους χειριστές ψυχρής αλυσίδας μέσω μειωμένου ενεργειακού κόστους.
Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι αυτή η αλλαγή θα μπορούσε να οδηγήσει σε ετήσια μείωση των εκπομπών άνθρακα που ισοδυναμεί με την απομάκρυνση 3,8 εκατομμυρίων αυτοκινήτων από το δρόμο. Οι ειδικοί λένε ότι η προτεινόμενη αλλαγή δεν θα διακυβεύσει την ασφάλεια ή την ποιότητα των τροφίμων, ανοίγοντας την πόρτα για μια αλλαγή στις πρακτικές μεταφοράς και αποθήκευσης κατεψυγμένων τροφίμων.
Επειδή μια ψυχρή αλυσίδα κατεψυγμένων τροφίμων που λειτουργεί σε θερμοκρασία -15°C μπορεί να είναι πραγματικά ευεργετική μόνο εάν όλοι οι παράγοντες στο σύστημα υιοθετήσουν το νέο καθεστώς θερμοκρασίας, οι ερευνητές προτείνουν συνεργασία μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών προκειμένου να κατανοήσουν τον αντίκτυπο μιας τέτοιας αλλαγής στα πρότυπα θερμοκρασίας ψύξης και στην οικοδόμηση μιας παγκόσμιας συναίνεσης σχετικά με την στρατηγική και τα επόμενα βήματα.