Μια νέα εποχή για την καλλιέργεια της πατάτας.
Για πάνω από 1,3 δισεκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, η πατάτα αποτελεί θεμέλιο της καθημερινής διατροφής. Παρά τη σημασία της, η πρόοδος στην καλλιέργεια νέων ποικιλιών πατάτας υπήρξε περιορισμένη, γεγονός που οφείλεται, εν πολλοίς, στη γενετική πολυπλοκότητα του φυτού.
Σε αντίθεση με τα περισσότερα καλλιεργούμενα φυτά, κάθε κύτταρο πατάτας φέρει τέσσερα αντίγραφα του γονιδιώματος αντί για δύο. Αυτό το χαρακτηριστικό καθιστά την παραδοσιακή αναπαραγωγή με βάση τον υβριδισμό μια σύνθετη και χρονοβόρα διαδικασία. Τώρα, όμως, μια ομάδα διεθνών επιστημόνων, με επικεφαλής τον καθηγητή Korbinian Schneeberger του LMU Μονάχου και του Ινστιτούτου Max Planck, κάνει ένα αποφασιστικό βήμα μπροστά.

Όπως δημοσιεύεται στο περιοδικό Nature, οι ερευνητές κατάφεραν να ανακατασκευάσουν το πλήρες γονιδίωμα δέκα ιστορικών ποικιλιών πατάτας. Στη συνέχεια, αξιοποίησαν αυτή τη γνώση για να αναπτύξουν μια νέα μέθοδο που επιτρέπει την ταχύτερη ανάλυση και κατανόηση χιλιάδων ακόμη ποικιλιών.
Τα αποτελέσματα αποκαλύπτουν ότι οι δέκα ποικιλίες περιέχουν περίπου το 85% της γενετικής ποικιλομορφίας όλων των σύγχρονων ευρωπαϊκών πατατών. Η πατάτα μεταφέρθηκε από τη Νότια Αμερική στην Ευρώπη από τον 16ο αιώνα, με λίγα γενετικά διαφορετικά δείγματα να καταφέρνουν να επιβιώσουν και να καλλιεργηθούν. Το αποτέλεσμα ήταν μια ασθενής γενετική βάση, η οποία έγινε ακόμη πιο ευάλωτη εξαιτίας των ασθενειών, με πιο γνωστή την καταστροφική πατατοξήρα του 1840 που οδήγησε σε πείνα και μαζικούς θανάτους.
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά ευρήματα της μελέτης ήταν το βάθος των διαφορών μεταξύ των τεσσάρων αντιγράφων χρωμοσωμάτων σε κάθε πατάτα. Αν και η ποικιλία των χρωμοσωμάτων είναι περιορισμένη, όταν υπάρχουν διαφορές μεταξύ τους, αυτές είναι έως και είκοσι φορές μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες στον άνθρωπο. Αυτό το μοναδικό φαινόμενο αποδίδεται σε χιλιάδες χρόνια εξημέρωσης και διασταυρώσεων με άγριες ποικιλίες από τους ιθαγενείς λαούς των Άνδεων.
Η ποικιλία Russet Burbank (η κλασική πατάτα για τηγανητές πατάτες) χρησιμοποιήθηκε για να επιβεβαιωθεί η αποτελεσματικότητα της νέας μεθόδου. Το αποτέλεσμα ήταν θετικό, αποδεικνύοντας πως η νέα τεχνική μπορεί να προσφέρει άμεση πρακτική εφαρμογή, ακόμη και σε ποικιλίες που βρίσκονται σε μαζική καλλιέργεια επί δεκαετίες.
Για τον καθηγητή Schneeberger, αυτή η τεχνολογική πρόοδος σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας εποχής στη γεωργία: «Η γνώση του γονιδιώματος αποτελεί τη βάση για κάθε σύγχρονη στρατηγική αναπαραγωγής – είτε πρόκειται για παραδοσιακή βελτίωση είτε για καινοτόμες μεθόδους γονιδιακής μηχανικής. Στο εξής, δεν θα χρειάζεται να κινούμαστε στα τυφλά».