Η έλλειψη ικανοποίησης από το φαγητό και η υπερκατανάλωση δεν είναι πάντα θέμα πειθαρχίας.
Η ντοπαμίνη είναι το «μονοπάτι της ευχαρίστησης», όπως το αποκαλεί η Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ. Ουσιαστικά, πρόκειται για τον μηχανισμό που μας ωθεί να επαναλαμβάνουμε ζωτικής σημασίας συμπεριφορές, όπως η λήψη τροφής ή η σεξουαλική επαφή. Όταν αυτό το σύστημα λειτουργεί ομαλά, ο εγκέφαλός μας «ανταμείβει» την επιθυμητή δράση με ένα αίσθημα ευχαρίστησης.
Όμως τι γίνεται όταν η ντοπαμίνη δεν παράγεται ή δεν αξιοποιείται σωστά; Τα χαμηλά επίπεδα αυτής της ουσίας μπορεί να οδηγήσουν σε κόπωση, αδιαφορία, θλίψη, προβλήματα ύπνου και συγκέντρωσης, ακόμη και σε μειωμένη σεξουαλική επιθυμία. Επιπλέον, όπως δείχνουν μελέτες, η δυσλειτουργία της σηματοδότησης ντοπαμίνης συνδέεται με την υπερφαγία και την αύξηση του βάρους, καθώς ο εγκέφαλος δεν νιώθει την ικανοποίηση που αναμένει, και δεν σταματά να αναζητά περισσότερη τροφή.
- ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | Lidl – Kaufland: Μολυσμένο με καμπυλοβακτηρίδιο ένα στα δύο κοτόπουλα των σούπερ μάρκετ – Εργαστηριακός έλεγχος
Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nutrition Research Reviews έδειξε ότι η διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά μπορεί να επηρεάσει αρνητικά το σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου. Συγκεκριμένα, μειώνει τη δραστηριότητα της ντοπαμίνης στο τμήμα εκείνο που σχετίζεται με το αίσθημα του κορεσμού, δυσκολεύοντας την αναγνώριση του πότε είμαστε χορτάτοι. Παράλληλα, τα κορεσμένα λιπαρά φαίνεται να προκαλούν φλεγμονώδη απόκριση που επιβαρύνει τη δράση της ινσουλίνης, με συνέπειες τόσο για το βάρος όσο και για τη γενικότερη υγεία.
- ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | Γιατί τα αυγά έχουν διαφορετικά χρώματα;
Ενισχυτικά είναι και τα αποτελέσματα μιας μελέτης που δημοσιεύτηκε στο Nutritional Neuroscience, όπου ποντίκια που τρέφονταν με δίαιτα πλούσια σε κορεσμένα λιπαρά παρουσίασαν αυξημένο βάρος και μειωμένη νευρολογική ανταπόκριση στη ντοπαμίνη. Τα ζώα εμφάνισαν βραδύτερη απομάκρυνση της ντοπαμίνης και μειωμένη παραγωγή της, μια συνθήκη που παρατηρείται και σε περιπτώσεις ανθρώπινης υπερφαγίας.
Το Γραφείο Πρόληψης Ασθενειών και Προαγωγής της Υγείας των ΗΠΑ (ODPHP) υπογραμμίζει ότι τα κορεσμένα λιπαρά προέρχονται κυρίως από ζωικά προϊόντα (κρέας και γαλακτοκομικά – αλλά εντοπίζονται και σε τροπικά έλαια όπως το λάδι καρύδας και φοινικέλαιο, που συχνά βρίσκονται σε φυτικά προϊόντα τύπου vegan (π.χ. παγωτά, επεξεργασμένα τυριά, αρτοσκευάσματα).
- ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | Αλάτι στον καφέ; Κι όμως έχει απροσδόκητα οφέλη
Οι συστάσεις του ODPHP αναφέρουν πως οι ενήλικες και τα παιδιά άνω των δύο ετών δεν θα πρέπει να προσλαμβάνουν πάνω από το 10% των ημερήσιων θερμίδων τους από κορεσμένα λιπαρά. Για να μειωθεί αυτή η πρόσληψη, προτείνεται η στροφή προς ακόρεστα λιπαρά (ελαιόλαδο, ξηρούς καρπούς, λιπαρά ψάρια), η επιλογή άπαχων ζωικών προϊόντων και ο περιορισμός επεξεργασμένων τροφών όπως τα χάμπουργκερ, η πίτσα και τα παγωτά.