Έρευνα επιστημόνων από το Πανεπιστήμιο Penn State των ΗΠΑ τους οδήγησε στο να κατανοήσουν καλύτερα το πώς το πρόχειρο φαγητό επιβραδύνει την πέψη και παχαίνει, ανοίγοντας το δρόμο για πιθανές θεραπείες.
Eπιστήμονες από τις ΗΠΑ μάλλον ανακάλυψαν το κλειδί για την αντιμετώπιση της λαιμαργίας, αφού μέσα από τις μελέτες τους κατάλαβαν πως η υπερκατανάλωση πρόχειρου φαγητού, όπως burger ή μπισκότα παχαίνουν τον οργανισμό καθυστερώντας την πέψη.
Οι επιστήμονες, διεξάγοντας πειράματα σε αρουραίους βρήκαν ότι τα κύτταρα που ονομάζονται αστροκύτταρα είναι υπεύθυνα για τον έλεγχο μιας χημικής οδού προς το έντερο. Αλλά, όταν ο οργανισμός καταναλώνει πρόχειρο φαγητό, ειδικά τρόφιμα με υπερβολική περιεκτικότητα σε ζάχαρη και λίπη, η ομαλή λειτουργία των κυττάρων διαταράσσεται, με αποτέλεσμα η πέψη να καθυστερεί.
Σύμφωνα με την επικεφαλής συγγραφέας Dr Kirsteen Browning, του Πανεπιστημίου Penn State στις ΗΠΑ, τα αστροκύτταρα μετά από περίπου 10-14 ημέρες δίαιτας υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά/θερμίδες, παύουν να αντιδρούν και η ικανότητα του εγκεφάλου να ρυθμίζει την πρόσληψη θερμίδων φαίνεται να χάνεται. Αυτό με τη σειρά του, διαταράσσει τη σηματοδότηση στο στομάχι και καθυστερεί τον τρόπο με τον οποίο αυτό αδειάζει.
Παρόλα αυτά, οι ερευνητές πιστεύουν πως η κατανόηση του ρόλου του εγκεφάλου και των πολύπλοκων μηχανισμών που οδηγούν στη λαιμαργία μπορεί να οδηγήσει σε θεραπείες για την αντιμετώπιση της αύξησης βάρους, όπως σε ένα χάπι κατά της παχυσαρκίας που στοχεύει τους νευρώνες, αναφέρει ο Independent.
Kαι – αν και έχουν και άλλα πράγματα να διερευνήσουν σε βάθος- οι επιστήμονες του Penn State είναι αρκετά κοντά σε αυτή την ανακάλυψη. Bρήκαν πως με την κατάλληλη φαρμακολογική και γενετική τεχνική για τη στόχευση διαφορετικών νευρικών κυκλωμάτων, τα αστροκύτταρα θα μπορούν να ελέγχονται καταλλήλως και με ασφάλεια, αν δεν επηρεάζονται άλλες νευρικές οδοί.
Η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας δεν είναι μόνο σημαντική για τη φυσική κατάσταση των ανθρώπων, αλλά και της αντιμετώπισης πολλών ασθενειών που σχετίζονται με αυτήν, όπως η καρδιαγγειακή νόσος και ο διαβήτης τύπου 2.