Μπορεί ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου ΙΙ να ξεκινά από την παιδική ηλικία; Μιλάει στο Αθηναϊκο-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο καθηγητής στο ΤΕΦΑΑ του πανεπιστημίου Θεσσαλίας Αθανάσιος Τζιαμούρτας.
«Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, ο λιπώδης ιστός θεωρούνταν ότι είναι ανενεργός και ότι χρησιμεύει για την αποθήκευση ενέργειας. Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλές εργασίες που αναφέρουν ότι εκκρίνονται αρκετές ουσίες από το λιπώδη ιστό με ξεχωριστή σημασία η κάθε μια. Σε αυτές τις ουσίες περιλαμβάνονται η αντιπονεκτίνη, η βισφατίνη και η ρεζιστίνη. Εργασίες που έχουν γίνει από το εργαστήριο βιοχημείας της άσκησης του ΤΕΦΑΑ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και του Ινστιτούτου Σωματικής Απόδοσης και Αποκατάστασης, που εδρεύουν στα Τρίκαλα, αναδεικνύουν τη σημασία που έχουν αυτές οι ουσίες για την εμφάνιση του σακχαρώδη διαβήτη. Πρόσφατα δεδομένα έδειξαν ότι τα παχύσαρκα παιδιά είχαν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα αντιπονεκτίνης και σημαντικά μεγαλύτερα επίπεδα βισφατίνης σε σχέση με τα φυσιολογικού βάρους παιδιά και τα παιδιά που ασκούνταν». Αυτά μεταξύ άλλων τονίζει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, σύμφωνα με νεότερα επιστημονικά ευρήματα ο καθηγητής στο ΤΕΦΑΑ του πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Αθανάσιος Τζιαμούρτας.
Η μεταβολή αυτή των λιποκυταρινών στα παχύσαρκα παιδιά, είναι παρόμοια με αυτή που εμφανίζεται σε ενήλικα άτομα που παρουσιάζουν αντίσταση στην ινσουλίνη και προδιάθεση για εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ. Ο διαβήτης τύπου ΙΙ εμφανίζεται κυρίως στους ενήλικες αλλά τα τελευταία χρόνια κάνει την εμφάνιση του ολοένα και σε μικρότερες ηλικίες. Μπορεί στην παρούσα φάση της ζωής τους, αυτά τα παιδιά να μην παρουσίαζαν σημαντικά αυξημένη αντίσταση στην ινσουλίνη αλλά η παρατεταμένη μεταβολή αυτών των λιποκυτταρινών, να δημιουργεί το ανάλογο μεταβολικό περιβάλλον για την εγκαθίδρυση του διαβήτη, τονίζει επίσης ο ίδιος.
Πόση άσκηση είναι όμως αρκετή, τι είδους άσκηση πρέπει να κάνει και τι ώρα πρέπει να την κάνει σε σχέση με τη λήψη φαγητού; Οι τελευταίες οδηγίες της Αμερικανικής Αθλητιατρικής Εταιρείας (AmericanCollegeofSportsMedicine) σύμφωνα με τον επιστήμονα, αναφέρουν πως ένα διαβητικό άτομο πρέπει να κάνει αερόβια άσκηση μεγάλης χρονικής διάρκειας με ρυθμικές δραστηριότητες που χρησιμοποιούν μεγάλες μυϊκές ομάδες 3-7 φορές την εβδομάδα. Στις τελευταίες προτάσεις συστήνεται η άσκηση να είναι συνεχόμενη, ωστόσο κάτω από προϋποθέσεις τα διαβητικά άτομα θα μπορούσαν να κάνουν και έντονη διαλειμματική προπόνηση. Το χρονικό διάστημα μεταξύ των προπονήσεων δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερο των δύο ημερών. Αυτό προτείνεται επειδή η άμεση επίδραση που έχει η άσκηση στον μεταβολισμό του σακχάρου μειώνεται σημαντικά μετά το χρονικό διάστημα των 48 ωρών. Η συνολική διάρκεια της εβδομαδιαίας άσκησης προτείνεται να είναι τουλάχιστον 150 λεπτά την εβδομάδα. Προτείνεται να πραγματοποιούνται 8-10 ασκήσεις για τους μύες του άνω και κάτω κορμού και 1-3 σετ των 10-15 επαναλήψεων. Προτείνεται ακόμα τα διαβητικά άτομα να κάνουν ασκήσεις ευλυγισίας και ισορροπίας δύο με τρεις φορές την εβδομάδα. Πρέπει να τονιστεί ότι οι ασθενείς με ΣΔ πρέπει να πραγματοποιούν μη-δομημένες δραστηριότητες (π.χ. οικιακή εργασία, δουλειές στον κήπο, διάφορες μικροδουλειές), για να μπορέσει να μειωθεί ο χρόνος ακινησίας, να αυξηθεί η ενεργειακή δαπάνη και να επιτευχθεί ο απώτερος στόχος της μείωσης του σωματικού βάρους. Τι ώρα σε σχέση με τη λήψη φαγητού μπορεί να κάνει άσκηση ένα διαβητικό άτομο; Μπορεί να την κάνει πριν από ένα γεύμα ή λίγη ώρα μετά το γεύμα; Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν αρκετές εργασίες, σύμφωνα με τον ίδιο, που εξέτασαν την επίδραση της άσκησης στον γλυκαιμικό έλεγχο μετά τη λήψη ενός γεύματος και τα αποτελέσματα είναι παρόμοια με αυτά της επίδρασης που έχει η άσκηση πριν από τη λήψη του γεύματος.
Μιλώντας τέλος ο κ. Τζιαμούρτας με αριθμούς επισημαίνει ότι «σύμφωνα με πρόσφατα επιδημιολογικά στοιχεία πάνω από 537 εκατομμύρια άτομα στον κόσμο έπασχαν από σακχαρώδη διαβήτη το 2021, ενώ η συχνότητα της νόσου έχει συνεχώς αυξανόμενη πορεία με την πρόβλεψη για το 2030 να είναι στα 643 εκατομμύρια και για το 2045 στα 783 εκατομμύρια. Αυτό οφείλεται κυρίως, σε αλλαγές στον τρόπο ζωής, δηλαδή την αύξηση της πρόσληψης θερμίδων και τη μείωση της σωματικής δραστηριότητας. Σήμερα, έχουμε αυξήσει την πρόσληψη των θερμίδων σε ημερήσια βάση, λόγω της ποιότητας των τροφών καταναλώνοντας πολλά λιπαρά, ενώ έχουμε περιορίσει τις μετακινήσεις καθώς και τη χειρωνακτική εργασία, με αποτέλεσμα το θετικό ενεργειακό ισοζύγιο να φτάνει σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και τις 500 θερμίδες ημερησίως». Το ποσοστό των ατόμων, σύμφωνα με τον ίδιο, που πάσχουν από Σακχαρώδη Διαβήτη (ΣΔ) αγγίζει το 10%. Για να καταλήξει τονίζοντας:
«Τα άτομα με ΣΔ τύπου 2 (ΣΔΤ2) είναι συνήθως παχύσαρκα, κάνουν καθιστική ζωή και δεν ακολουθούν μια σωστή διατροφή. Πριν εμφανιστεί ο ΣΔΤ2 τα άτομα περνούν από μια κατάσταση προδιαβήτη, όπου τα συμπτώματα είναι λιγότερο εμφανή. Η πρόταση για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης και της αποτροπής ή επιβράδυνσης της εμφάνισης του ΣΔΤ2 είναι να τροποποιήσει κάποιος τη διατροφή του, για να χάσει κιλά και να κάνει άσκηση για να ενεργοποιήσει τον μεταβολισμό του σακχάρου. Ο στόχος ενός προγράμματος άσκησης πρέπει να οδηγεί σε μείωση της πιθανότητας εμφάνισης κάποιας συνοσηρότητας με το διαβήτη, να βελτιώνει τα επίπεδα του σακχάρου (καλύτερος γλυκαιμικός έλεγχος), να μειώνει το σωματικό βάρος και να βελτιώνει τη φυσική κατάσταση του ασθενούς».
ΑΠΕ-ΜΠΕ