Τα βακτήρια μπορούν να μεταφερθούν από το πλαστικό στα φύλλα σαλάτας με βασιλικό και σπανάκι.
Η πλαστική ρύπανση εντοπίζεται όλο και περισσότερο σε γεωργικά περιβάλλοντα, όπου μολύνει το έδαφος και τις καλλιέργειες. Μια πρόσφατη μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Stirling εξέτασε εάν τα ανθρώπινα παθογόνα μπορούν να μεταφερθούν από θραύσματα πλαστικού σε έτοιμα προς κατανάλωση φρούτα και λαχανικά, θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια των τροφίμων και την ανθρώπινη υγεία.
Η μελέτη επικεντρώθηκε σε δύο παθογόνα, τα Salmonella Typhimurium και Vibrio cholerae, και διαπίστωσε ότι και τα δύο θα μπορούσαν να επιμείνουν σε πλαστικά θραύσματα για 14 ημέρες και να μεταφερθούν στα φύλλα του βασιλικού και του σπανακιού μέσα σε 24 ώρες. Αυτό το εύρημα είναι σημαντικό καθώς υπογραμμίζει μια νέα οδό για μόλυνση από παθογόνους παράγοντες στα φρέσκα προϊόντα, η οποία είναι ένα επίμονο ζήτημα με σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία, την οικονομία και την κοινωνία.
Τα αποτελέσματα της μελέτης υποδηλώνουν ότι ακόμη και η αφαίρεση πλαστικών θραυσμάτων και το πλύσιμο των καλλιεργειών μπορεί να μην επαρκούν για την εξάλειψη αυτών των παθογόνων, τονίζοντας την ανάγκη για καλύτερες πρακτικές διαχείρισης σε γεωργικά συστήματα που χρησιμοποιούν πλαστικά. Π
Προηγούμενη έρευνα είχε δείξει ότι οι βιοαποικοδομήσιμες πλαστικές μεμβράνες, αν και πιο φιλικές προς το περιβάλλον, μπορούν να αποικοδομηθούν γρήγορα και ενδεχομένως να απελευθερώσουν περισσότερα μικροπλαστικά στο έδαφος σε σύγκριση με τις συμβατικές μεμβράνες. Αυτά τα μικροπλαστικά μπορούν να αλλάξουν τις μικροβιακές κοινότητες του εδάφους και τον κύκλο των θρεπτικών ουσιών, επηρεάζοντας δυνητικά την υγεία των φυτών και την παραγωγικότητα των καλλιεργειών.
Η μελέτη του Πανεπιστημίου του Stirling επεκτείνεται σε αυτό δείχνοντας ότι αυτά τα μικροπλαστικά μπορούν επίσης να χρησιμεύσουν ως φορείς για τα ανθρώπινα παθογόνα, περιπλέκοντας περαιτέρω το ζήτημα. Επιπλέον, η αποικοδόμηση των πλαστικών θραυσμάτων στο έδαφος είναι εξαιρετικά μεταβλητή, με ορισμένα εμπορικά μείγματα πολυμερών να χρειάζονται έως και 48 ημέρες για να αποικοδομηθούν, ενώ τα βιοαποδομήσιμα σκευάσματα μπορούν να αποικοδομηθούν πλήρως μέσα σε 32 ημέρες. Η ενσωμάτωση βακτηρίων που προάγουν την ανάπτυξη των φυτών όπως ο Bacillus subtilis μπορεί ακόμη και να επιταχύνει αυτή τη διαδικασία. Ωστόσο, η ταχεία αποικοδόμηση των βιοαποικοδομήσιμων πλαστικών σημαίνει επίσης ότι μπορούν να απελευθερώσουν παθογόνους παράγοντες πιο γρήγορα στο περιβάλλον, θέτοντας έναν συνεχή κίνδυνο.
Μια άλλη ανησυχία είναι η μόλυνση των γεωργικών εδαφών μέσω λιπασμάτων που κομποστοποιούνται από κοπριά ζώων και πουλερικών, τα οποία συχνά περιέχουν μικροπλαστικά. Αυτά τα μικροπλαστικά μπορούν να εισέλθουν στο έδαφος και ενδεχομένως να μεταφέρουν παθογόνα, προσθέτοντας άλλο ένα στρώμα πολυπλοκότητας στη διαχείριση της πλαστικής ρύπανσης σε γεωργικές εγκαταστάσεις.
Η μελέτη του Πανεπιστημίου του Stirling υπογραμμίζει την επείγουσα ανάγκη να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος των παθογόνων παραγόντων που σχετίζονται με την πλαστική ρύπανση στη γεωργία. Καθώς αυξάνεται η ζήτηση για εντατική παραγωγή τροφίμων, αυξάνεται και η χρήση πλαστικών επιστρωμάτων, καθιστώντας ζωτικής σημασίας την κατανόηση και τον μετριασμό των κινδύνων που ενέχουν για την ασφάλεια των τροφίμων και την ανθρώπινη υγεία. Αυτή η έρευνα απαιτεί βελτιωμένες γεωργικές πρακτικές και περαιτέρω μελέτες για την ανάπτυξη αποτελεσματικών στρατηγικών για τη διαχείριση της πλαστικής ρύπανσης και των σχετικών κινδύνων της στα συστήματα παραγωγής τροφίμων.
Για να διαβάσετε ολόκληρη τη μελέτη πατήστε ΕΔΩ.