Νέες πληροφορίες για την επιδημία σαλμονέλωσης από μολυσμένα αγγούρια.
Μετά το ECDC που ανακοίνωσε την μεγάλη ανάκληση αγγουριών της SunFed Produce, LLC λόγω μόλυνσης από παθογόνο βακτήριο, ακολούθησε ανακοίνωση της Αρχής Ασφάλειας τροφίμων των ΗΠΑ που δημοσιοποίησε τον αριθμό των τροφικών δηλητηριάσεων των καταναλωτών. Τα αγγούρια με τη σαλμονέλα πουλήθηκαν μεταξύ 12 Οκτωβρίου 2024 και 26 Νοεμβρίου 2024 σε 26 πολιτείες των ΗΠΑ και στον Καναδά. Έχουν αναφερθεί συνολικά 68 άτομα που μολύνθηκαν από το στέλεχος της σαλμονέλας από 19 πολιτείες. Από τα 50 άτομα για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες, τα 18 έχουν νοσηλευτεί. Δεν έχουν αναφερθεί θάνατοι. Από τα 33 άτομα που ερωτήθηκαν, τα 27 (82%) ανέφεραν ότι έφαγαν αγγούρια.
- Δείτε επίσης: Lidl Ie: Δύο νέες ανακλήσεις γνωστών τροφίμων που ενέχουν σοβαρό κίνδυνο για την υγεία
Ο FDA αλλά και η εταιρεία σε δελτίο τύπου, κάλεσε τους καταναλωτές να ελέγξουν τα ψυγεία τους για αγγούρια που ανακαλούνται που φέρουν ετικέτα με την ένδειξη “SunFed Mexico”. Και εάν τα εντοπίσουν να τα πετάξουν και να απολυμάνουν τις επιφάνειες που άγγιξαν.
- Δείτε επίσης: Γιατί όταν ξυπνάμε μυρίζει το στόμα μας;
- Δείτε επίσης: Ανατροπή στο δικαστικό σίριαλ για το νερό Evian – Παραπλανεί ή όχι τους καταναλωτές με τον «ουδέτερο άνθρακα»;
Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Αύγουστο μολυσμένα με σαλμονέλα αγγούρια προκάλεσαν 551 τροφικές δηλητηριάσεις και 155 νοσηλείες. Το βακτήριο εντοπίστηκε σε δείγματα νερού του καναλιού που χρησιμοποιούσε ο καλλιεργητής. Και το 2022, σημειώθηκαν 106 κρούσματα σαλμονέλωσης από αγγούρια προέλευσης Ισπανίας, σε Νορβηγία, Σουηδία και Ολλανδία.
Η σαλμονέλα είναι ένας οργανισμός που μπορεί να προκαλέσει σοβαρές και μερικές φορές θανατηφόρες λοιμώξεις σε μικρά παιδιά, αδύναμα ή ηλικιωμένα άτομα και άλλα άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα. Οι υγιείς καταναλωτές που προσβάλλονται από σαλμονέλα παρουσιάζουν συχνά πυρετό, διάρροια (που μπορεί να είναι αιματηρή), ναυτία, έμετος και κοιλιακό άλγος. Σε σπάνιες περιπτώσεις, η μόλυνση με σαλμονέλα εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος και να προκαλέσει πιο σοβαρές ασθένειες όπως αρτηριακές λοιμώξεις (δηλαδή ανευρύσματα), ενδοκαρδίτιδα και αρθρίτιδα. Τα συμπτώματα σαλμονέλωσης συνήθως ξεκινούν 6 ώρες έως 6 ημέρες μετά τη μόλυνση και διαρκούν 4 έως 7 ημέρες.
Τα αγγούρια δεν θεωρούνταν τυπικό όχημα σε ανθρώπινες μολύνσεις που σχετίζονται με τα προϊόντα πριν από την πρώτη αναφερόμενη επιδημία σαλμονέλας που συνδέθηκε άμεσα με μολυσμένα αγγούρια στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2013. Αυτή ήταν μια πολυπολιτειακή εστία Salmonella Saintpaul που προκλήθηκε από εισαγόμενα αγγούρια από το Μεξικό. Έκτοτε, υπήρξαν τουλάχιστον τρία κρούσματα τροφιμογενών ασθενειών που συνδέονται με την κατανάλωση αγγουριών στις Ηνωμένες Πολιτείες.
- Δείτε επίσης: Καταγγελία στο Cibum για μολυσμένο συσκευασμένο ψωμί μεγάλης ελληνικής εταιρείας άρτου (ΦΩΤΟ)
Σύμφωνα με επιστήμονες τροφίμων η θερμοκρασία συντήρησης έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη της σαλμονέλας ενώ τα άνθη στις καλλιέργειες είναι μία σημαντική οδός μέσω της οποίας η σαλμονέλα εσωτερικεύεται σε υψηλό ποσοστό στα αγγούρια. Κατά τη διάρκεια της φυτικής παραγωγής, τα φυτά μπορεί να μολυνθούν με σαλμονέλα μέσω μη επεξεργασμένου βιολογικά τροποποιημένου εδάφους ζωικής προέλευσης ή νερού, ειδικά εάν χρησιμοποιείται γενική άρδευση με επιφανειακά νερά. Μελέτες περιβαλλοντικής επιτήρησης έχουν αποκαλύψει τα επιφανειακά ύδατα και τα ιζήματα ως τις πιο κοινές πηγές σαλμονέλα. Εκτός από τη διασπορά και τον αποικισμό μέσω του νερού, η σαλμονέλα έχει αποδειχθεί ότι επιβιώνει για μεγάλες χρονικές περιόδους στο περιβάλλον. Για παράδειγμα, η σαλμονέλα αποδείχθηκε ότι επιβιώνει στο εδαφικό περιβάλλον για μια περίοδο 40 ημερών.
*Το Cibum είναι εξειδικευμένο site ασφάλειας τροφίμων και απευθύνεται στον κλάδο και στους επαγγελματίες τροφίμων, όπως και σε συνειδητοποιημένους καταναλωτές. Το παρόν άρθρο έχει σκοπό να προσφέρει χρήσιμες πληροφορίες στους επιστήμονες τροφίμων και επαγγελματίες που σχεδιάζουν τα συστήματα και μέτρα ασφάλειας τροφίμων των επιχειρήσεων τροφίμων. Τα συμβάντα ασφάλειας τροφίμων σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο αποτελούν πολύτιμα εισερχόμενα δεδομένα στην ανάλυση επικινδυνότητας της διαδικασίας διαχείρισης τροφίμων (HACCP) που υποχρεούται να συντάσσει και να διατηρεί βάση νόμου, κάθε επιχείρηση τροφίμων.