Δεν χρειάζονται όλοι οι οργανισμοί ενίσχυση πρωτεΐνης
Η αυξανόμενη δημοτικότητα των τροφίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες φαίνεται να παγιώνεται και στον τομέα των ζυμαρικών. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Παρατηρητηρίου Immagino, το 2024 τέσσερα στα εκατό προϊόντα τροφίμων που πωλήθηκαν ανέφεραν ισχυρισμούς περί υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες, αποσπώντας 5,3% του συνολικού κύκλου εργασιών. Αν και η δυναμική ανάπτυξης της κατηγορίας επιβραδύνθηκε το 2023, η παρουσία της παραμένει έντονη.
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | Αυτή η κληρονομική πάθηση προκαλεί υψηλή «κακή» χοληστερόλη από τη γέννηση
Η «πρωτεϊνική στροφή» συχνά συνοδεύεται από την αποφυγή των υδατανθράκων, κάτι που για πολλούς σημαίνει απομάκρυνση από παραδοσιακά τρόφιμα όπως τα ζυμαρικά ή το ψωμί. Στον αντίποδα, έρχονται τα «εμπλουτισμένα» ζυμαρικά, προϊόντα που υπόσχονται υψηλή διατροφική αξία χωρίς να θυσιάζουν την απόλαυση.
Από τι φτιάχνονται τα πρωτεϊνούχα ζυμαρικά
Τα περισσότερα παρασκευάζονται με αλεύρι από όσπρια όπως φακές, μπιζέλια ή ρεβίθια. Άλλα περιλαμβάνουν απομονωμένες φυτικές πρωτεΐνες (κυρίως από μπιζέλια ή σόγια), γλουτένη, ή ακόμα και ασπράδια αυγών. Έτσι, η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη φτάνει το 20%-30%, ενώ οι υδατάνθρακες περιορίζονται στο 40%-60%, σε σύγκριση με το 70% περίπου των κοινών ζυμαρικών.
Από τα παλαιότερα προϊόντα της μάρκας Felicia, έως τις «πρωτεϊνικές» εκδοχές γνωστών εταιρειών όπως Barilla, De Cecco, Sgambaro, Coop, La Molisana και Conad. Οι τιμές όμως παρουσιάζουν τεράστιες αποκλίσεις, από 6€ έως 12€ το κιλό, τη στιγμή που ένα πακέτο κοινών ζυμαρικών κοστίζει περίπου 2€ στην Ιταλία.
Είναι όντως απαραίτητα για όλους;
Ο διαιτολόγος Antonio Pratesi εξηγεί: «Αυτή η τάση βασίζεται στον φόβο απέναντι στους υδατάνθρακες. Οι μόνοι υδατάνθρακες που θα έπρεπε να μας προβληματίζουν είναι τα ελεύθερα σάκχαρα, όχι οι σύνθετοι υδατάνθρακες όπως εκείνοι των δημητριακών ολικής αλέσεως.» Για τον γενικό πληθυσμό, λοιπόν, δεν υπάρχει ανάγκη κατανάλωσης ζυμαρικών πρωτεΐνης. Αντίθετα, μπορούν να φανούν χρήσιμα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις υποσιτισμού, όπως ηλικιωμένοι με απώλεια μυϊκής μάζας, ασθενείς με αυξημένες ανάγκες (π.χ. μετά από χειρουργεία ή σε καταβολικές καταστάσεις) ή άτομα με παθολογίες.
Σύμφωνα με τα επίσημα επίπεδα πρόσληψης (LARN 2024), ένας υγιής ενήλικας με καθιστική ζωή χρειάζεται 0,9 γρ. πρωτεΐνης ανά κιλό σωματικού βάρους (π.χ. 63 γρ. για άνδρα 70 κιλών). Υψηλότερη πρόσληψη συνιστάται για παιδιά, εγκύους, θηλάζουσες και ηλικιωμένους (έως 1,1 γρ./κιλό). Ο Pratesi όμως τονίζει: «Στις βιομηχανικές χώρες, η πρόσληψη πρωτεϊνών είναι ήδη πολύ υψηλότερη από την αναγκαία, συχνά διπλάσια. Η υπερβολική πρόσληψη, ιδίως από ζωικές πηγές, έχει συνδεθεί με αυξημένα επίπεδα IGF-1, ορμόνης που σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο παχυσαρκίας, καρκίνου και μεταστάσεων.» Ακόμα και για τους αθλητές, ο ειδικός είναι επιφυλακτικός: «Ο αθλητής καταναλώνει έτσι κι αλλιώς περισσότερες θερμίδες και πρωτεΐνες μέσω μιας ισορροπημένης διατροφής. Δεν υπάρχει ανάγκη για εμπλουτισμένα ζυμαρικά ή σκόνες, εκτός αν υπάρχουν συγκεκριμένα διατροφικά ελλείμματα. Και βέβαια, χωρίς άσκηση, καμία ποσότητα πρωτεΐνης δεν αυξάνει τη μυϊκή μάζα.»