Βιργινία Κιμπουρόπουλου
Επιστήμονες εντοπίζουν για πρώτη φορά μόλυνση από μικροπλαστικά στο ανθρώπινο αίμα. Σύμφωνα με τα στοιχεία έρευνας, το 80% των συμμετεχόντων που εξετάστηκαν, είχαν στον οργανισμό τους σωματίδια πλαστικού.
Η μόλυνση του περιβάλλοντος είναι πια παραπάνω από αισθητή, με τις συνέπειές της φαίνονται μέρα με τη μέρα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι τεράστιες ποσότητες πλαστικού που ρυπαίνουν το περιβάλλον, πόλεις, βουνά, ποτάμια και ωκεανούς. Είναι ήδη γνωστό, ότι η ρύπανση αυτή βρίσκει σταδιακά το δρόμο της και στο ανθρώπινο σώμα, καθώς εισέρχεται στον οργανισμό μας μέσα από την τροφή ή τον αέρα που αναπνέουμε. Πώς, όμως, μπορεί αυτό να επηρεάσει την υγεία μας;
Είναι αλήθεια πως, ως επί το πλείστον, δεν γνωρίζουμε επακριβώς όλες τις συνέπειες που έχει η ρύπανση από μικροπλαστικά στην υγεία των ανθρώπων. Ωστόσο, οι ερευνητές εγείρουν ανησυχίες, επειδή τα μικροπλαστικά προκαλούν βλάβη σε ανθρώπινα κύτταρα σε εργαστηριακές μελέτες ενώ παράλληλα και τα σωματίδια της ατμοσφαιρικής ρύπανσης έχει αποδειχθεί ότι εισέρχονται στο σώμα και προκαλούν εκατομμύρια θανάτους ετησίως.
Νέα επιστημονική έρευνα πάνω στο ζήτημα των μικροπλαστικών, δημοσιευμένη στο επιστημονικό περιοδικό Environment International φέρνει στο φως περισσότερα δεδομένα για τις επιπτώσεις τους στον άνθρωπο. Για τις ανάγκες αυτής, οι επιστήμονες ανέλυσαν δείγματα αίματος από 22 ανώνυμους δότες, όλοι υγιείς ενήλικες και βρήκαν πλαστικά σωματίδια στους 17, ποσοστό που ξεπερνά το 77%!
Τα μισά δείγματα περιείχαν πλαστικό PET, το οποίο χρησιμοποιείται συνήθως σε μπουκάλια ποτών, ενώ το ένα τρίτο περιείχε πολυστυρένιο, που χρησιμοποιείται για τη συσκευασία τροφίμων και άλλων προϊόντων. Το 25% των δειγμάτων αίματος περιείχε πολυαιθυλένιο, από το οποίο κατασκευάζονται πλαστικές σακούλες.
Φυσικά, αυτός ο αριθμός δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς στην καθημερινότητά μας καταναλώνουμε ποσότητα μικροπλαστικών από διάφορες πηγές. Συγκεκριμένα στα τρόφιμα, σωματίδια μπορεί να βρίσκονται στα θαλασσινά, το αλάτι που καταναλώνουμε, σε λαχανικά, ακόμα και στο πόσιμο νερό. (Διαβάστε περισσότερα για τα μικροπλαστικά εδώ https://cibum.gr/nea/mikroplastika-se-trofima-kai-nero-einai-epivlavi-gia-tin-ygeia/ )
Μια ακόμη πιο πρόσφατη μελέτη διαπίστωσε, ότι τα μικροπλαστικά μπορούν να κολλήσουν στις εξωτερικές μεμβράνες των ερυθρών αιμοσφαιρίων και μπορεί να περιορίσουν την ικανότητά τους να μεταφέρουν οξυγόνο. Αξίζει να σημειωθεί πως πλαστικά σωματίδια έχουν, επίσης, βρεθεί στον πλακούντα των εγκύων γυναικών και σε εγκύους αρουραίους, και έχει αποδειχθεί ότι περνούν μέσω των πνευμόνων στις καρδιές, τον εγκέφαλο και άλλα όργανα των εμβρύων. Επιπρόσθετα, έχουν βρεθεί σωματίδια και σε βρέφη, τα οποία αποτελούν την πιο ηλικιακά ευαίσθητη ομάδα στην έκθεση ανθρώπων σε ρύπανση μικροπλαστικών.
Ο καθηγητής Dick Vethaak, οικοτοξικολόγος στο Vrije Universiteit Amsterdam στην Ολλανδία, δήλωσε τα εξής: «Η μελέτη μας είναι η πρώτη ένδειξη ότι έχουμε σωματίδια πολυμερούς στο αίμα μας – είναι ένα επαναστατικό αποτέλεσμα. Αλλά, πρέπει να επεκτείνουμε την έρευνα και να αυξήσουμε τα μεγέθη των δειγμάτων, τον αριθμό των πολυμερών που αξιολογούνται κ.λπ.». Δεν παρέλειψε να προσθέσει πως περισσότερες μελέτες πάνω στο αντικείμενο βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη.
Πρέπει πάντως να τονιστεί, ότι δεν είναι ακόμα εντελώς ξεκάθαρες οι επιπτώσεις στην υγεία μας, καθώς απαιτείται περαιτέρω έρευνα σε αυτό το κομμάτι. Συγκεκριμένα, ο Vethaak είπε «Το μεγάλο ερώτημα είναι τι συμβαίνει στο σώμα μας;». «Διατηρούνται τα σωματίδια στο σώμα; Μεταφέρονται σε ορισμένα όργανα, όπως για παράδειγμα πέρα από τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό; Και είναι αυτά τα επίπεδα αρκετά υψηλά για να προκαλέσουν ασθένεια; Πρέπει επειγόντως να χρηματοδοτήσουμε περαιτέρω έρευνα για να μπορέσουμε να μάθουμε».
Η καινοτόμα αυτή έρευνα, η οποία χρηματοδοτήθηκε από τον Ολλανδικό Εθνικό Οργανισμό για την Έρευνα και την Ανάπτυξη της Υγείας και τις Κοινές Θάλασσες, αποτελεί μια αφυπνιστική υπενθύμιση για το τεράστιο αντίκτυπο που έχει η περιβαλλοντική μόλυνση άμεσα στον άνθρωπο. Δυστυχώς, το μέλλον για την παραγωγή πλαστικού προβλέπεται δυσοίωνο, καθώς αναμένεται να διπλασιαστεί ως το 2040, κάτι που στενεύει τα χρονικά περιθώρια για ευαισθητοποίηση και ανάληψη δράσης πριν η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη.