Τα περισσότερα επεξεργασμένα τρόφιμα περιέχουν το πρόσθετο καραγενάνη, αλλά πόσο ασφαλές είναι;
Οι περισσότερες κρέμες γάλακτος που πωλούνται στα ελληνικά σουπερμάρκετ περιέχουν το πρόσθετο καραγενάνη. Πρόκειται για ένα από τα πιο κοινά πρόσθετα που χρησιμοποιεί η βιομηχανία τροφίμων ως συντηρητικό τροφίμων (γαλακτωματοποιητής, πυκνωτικό μέσο, σταθεροποιητής) και προστίθεται ευρέως σε πολλά τρόφιμα, όπως και σε προϊόντα fast-food καθώς βοηθά στη βελτίωση της υφής και της σταθερότητάς τους. Μεταξύ των τροφίμων που περιέχουν καραγενάνη είναι φυτικό γάλα από ξηρούς καρπούς και σόγια, αλλαντικά, μιλκ σέικ, σκόνες πρωτεΐνης, μπισκότα, πατατάκια, κέικ, σοκολατούχο γάλα, γιαούρτι, λαχανικά, έτοιμα γεύματα, κατεψυγμένη πίτσα, και παγωτό, όπως και σε κρέμες γάλακτος. Γενικά δεν έχετε παρά να διαβάσετε τις ετικέτες με τα συστατικά, και θα την βρείτε σε πάρα πάρα πολλά και δημοφιλή σνακ και τρόφιμα.
Πολυάριθμοι επιστημονικοί και ρυθμιστικοί φορείς, συμπεριλαμβανομένης της Μικτής Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων FAO/WHO για τα πρόσθετα τροφίμων, της ευρωπαϊκής επιστημονικής επιτροπής για τα τρόφιμα, η οποία είναι ο προκάτοχος της EFSA, της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ και της Υγείας του Καναδά, είχαν παλαιότερα καθορίσει την καραγενάνη ως ασφαλή και είχαν επιτρέψει τη χρήση της σε τρόφιμα.
Στο πλαίσιο όμως των επαναξιολογήσεων ρυθμιστικές αρχές για την ασφάλεια των τροφίμων εξακολουθούν να ερευνούν την ασφάλεια της καραγενάνης λόγω ανησυχιών σχετικά με τη χρήση της σε βρεφικά παρασκευάσματα και σε μεγάλη ποικιλία προϊόντων διατροφής. Μάλιστα η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων δεν συνιστά την χρήση καραγενάνης σε βρεφικά παρασκευάσματα, και έχει ορίσει προσωρινά ως ανώτατο όριο πρόσληψης για τους ενήλικες, τα 75 mg/kg σωματικού βάρους ημερησίως «μέχρι να αντιμετωπιστούν τα κενά δεδομένων» καθώς έχει ανοίξει διαβούλευση αλλά και εκ νέου μελέτες, τα συμπεράσματα των οποίων δεν έχουν δημοσιοποιηθεί. Συνεπώς ένας ενήλικας βάρους 70 κιλών δεν επιτρέπεται να καταναλώσει πάνω από 5 gr καραγενάνης την ημέρα.
Ωστόσο τον περασμένο Φεβρουάριο, δημοσιεύτηκε στο PLOS ONE μελέτη προκειμένου να αξιολογηθεί η σύνδεση μεταξύ της πρόσληψης γαλακτωματοποιητών τροφίμων και του κινδύνου καρκίνου. Στη Μελέτη συμμετείχαν 92.000 ενήλικες χωρίς επιπολασμό καρκίνου κατά την έναρξη, που παρακολουθήθηκαν για 7 χρόνια. Κατά τη διάρκεια της μελέτης στους συμμετέχοντες διαγνώστηκαν συνολικά 2.604 περιστατικά καρκίνου, μεταξύ των οποίων, για παράδειγμα, 750 καρκίνοι του μαστού, 322 καρκίνοι του προστάτη και, 207 καρκίνοι του παχέος εντέρου. Ένα από τα πρώτα ευρήματα της έρευνας είναι ότι συνολικά το 99,8% των συμμετεχόντων κατανάλωσε τουλάχιστον έναν γαλακτωματοποιητή προσθέτων τροφίμων.
Οι ερευνητές παρατήρησαν συσχετίσεις με τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού με αυξημένη συνολική πρόσληψη καραγενάνης (HR, 1,3) και κατανάλωση καρραγενάνης E407 (HR, 1,3). Από περίπου τριάντα πρόσθετα που δοκιμάστηκαν, οι E471 και E407 είναι οι πιο επιβλαβείς γαλακτωματοποιητές. Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα πως οι υψηλότερες προσλήψεις μονο- και διγλυκεριδίων λιπαρών οξέων (FAs) (E471), ολικών καρραγενανών (E407, E407a) και carrageenan (E407) συσχετίστηκαν με υψηλότερους κινδύνους γενικού καρκίνου, του μαστού και του προστάτη. Η τακτική κατανάλωση τροφίμων που περιέχουν καραγενάνη μπορεί να είναι επικίνδυνη λένε οι ερευνητές, καθώς αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου κατά 15% και το ποσοστό αυξάνεται στο 24% για τον καρκίνο του μαστού και στο 46% για τον προστάτη.
Επίσης τον Μάιο του 2024 μελέτη στο Nutritios&Diabetes, κατέληξε στο συμπέρασμα πως, η κατανάλωση καραγενάνης μέσω επεξεργασμένων τροφίμων μπορεί να επηρεάσει το βάρος μακροπρόθεσμα λόγω της επίδρασης στην παραγωγή GLP-1 και με την αναστολή της ανταπόκρισης στη θεραπεία από αγωνιστές υποδοχέα GLP-1, περιορίζοντας έτσι την απώλεια βάρους. Οι αγωνιστές GLP-1 είναι φάρμακα που βοηθούν στη μείωση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα και προάγουν την απώλεια βάρους.