Τα υπέρ, τα κατά και η αμφίβολη αποτελεσματικότητα της φορολογίας τροφίμων που περιέχουν ζάχαρη, αλάτι και λιπαρά.
Ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Τόνι Μπλερ, ζήτησε περισσότερους φόρους στο πρόχειρο φαγητό για την αντιμετώπιση της κρίσης παχυσαρκίας. Αυτό περιλαμβάνει την επέκταση των φόρων για τη ζάχαρη πέρα από τα αναψυκτικά, και τη φορολόγηση των τροφίμων που είναι πλούσια σε αλάτι και λιπαρά. Ο Μπλερ ζήτησε επίσης περιορισμούς στη διαφήμιση ανθυγιεινών τροφίμων, μια πρωτοβουλία που έχει ξεκινήσει ήδη και η Νορβηγία εδώ και λίγους μήνες.
«Πρέπει να μεταβούμε από μια υπηρεσία που θεραπεύει τους ανθρώπους όταν είναι άρρωστοι σε μια υπηρεσία που επικεντρώνεται στην ευημερία, στην πρόληψη, στο πώς οι άνθρωποι ζουν πιο υγιείς ζωές», είπε ο Μπλερ στην Επιτροπή Υγείας των Times.
Τα στοιχεία δείχνουν πως τόσο η εισφορά που εισήχθη στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2018, η οποία οδήγησε τους κατασκευαστές ποτών να αναδιατυπώσουν τα προϊόντα τους, ώστε να περιέχουν λιγότερη ζάχαρη, όσο και αυτή που εισήχθη στη Δανία το 2011, είχαν βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα, ως προς την κατανάλωση ζάχαρης. Σύμφωνα με μια έρευνα μάλιστα, μόνο το 7% των Δανών μείωσαν την ποσότητα βουτύρου, κρέμας και τυριού που αγόραζαν. Μια διαφορετική έρευνα διαπίστωσε ότι το 80% δεν άλλαξε καθόλου τις συνήθειες αγοράς τροφίμων.
“Οι υποστηρικτές αυτών των προγραμμάτων τείνουν να τονίζουν τα θετικά αποτελέσματα με βάση τη μοντελοποίηση δεδομένων και όχι τις πραγματικές αλλαγές στο βάρος και την υγεία των ανθρώπων”, λέει ο Duane Mellor, Επικεφαλής για Ιατρική και Διατροφή Βασισμένη σε στοιχεία, στην Ιατρική Σχολή του πανεπιστημίου Aston. Ο Mellor συνεχίζει λέγοντας πως αν και αφαιρέθηκε η ζάχαρη απο τα αναψυκτικά ως συνέπεια της φορολογίας, σε ορισμένα ωστόσο προκειμένου να διατηρήσουν την υφή τους, προστέθηκε γλυκερόλη, ένα συστατικό από το οποίο η Υπηρεσία Προτύπων Τροφίμων εντόπισε έναν πιθανό κίνδυνο δηλητηρίασης σε πολύ μικρά παιδιά.
Μια άλλη ενδεχόμενη συνέπεια της φορολογίας που διατυπώνει, είναι ένας φόβος μετακύλισης των αυξήσεων στον καταναλωτή, σε περίπτωση που οι φόροι ή οι εισφορές επεκταθούν πέρα από τα ποτά και τη ζάχαρη για να συμπεριλάβουν όλα τα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη.
Το μεγαλύτερο σημείο ενδιαφέροντος ωστόσο, δεν είναι τόσο οι συνέπειες όσο το να οριστεί τι πραγματικά θεωρείται πρόχειρο φαγητό. Ο Μπλερ πρότεινε «πρόχειρο φαγητό», το οποίο όρισε ως πλούσιο σε λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη, που συχνά αποκαλούνται τρόφιμα HFSS. Αυτά τα τρόφιμα δεν μπορούν πλέον να διαφημίζονται στους ιστότοπους του Transport for London.
Αυτά τα δεδομένα χρησιμοποιήθηκαν στη συνέχεια για να ισχυριστεί ότι αυτή η αλλαγή μείωσε τον αριθμό των ατόμων με παχυσαρκία κατά 100.000. Ωστόσο είναι μια εκτίμηση που έχει επικριθεί καθώς η αλλαγή στον αριθμό των υπέρβαρων ή παχύσαρκων ατόμων που συνδέονται με την απαγόρευση της διαφήμισης είναι άγνωστη. “Μια εναλλακτική λύση είναι να εστιάσετε εκεί που επιτρέπεται η διαφήμιση. Για παράδειγμα, η ρύθμιση των διαφημιστικών πινακίδων κοντά σε σχολεία ώστε να δείχνουν μόνο υγιή μηνύματα μπορεί να είναι μια πιο αποτελεσματική λύση”, λέει ο Mellor.
Ο ίδιος καταλήγει πως ίσως τα οριζόντια μέτρα, σαν αυτό που πρότεινε ο Μπλερ, να είναι λιγότερο αποτελεσματικά. “Για να λύσετε ένα περίπλοκο πρόβλημα χρειάζεστε λεπτές και συνδεδεμένες αλλαγές σε πολλούς τομείς που έχουν σχεδιαστεί και είναι αποδεκτοί από εκείνους που έχουν τα περισσότερα κέρδη, αλλά που αγωνίζονται με χαμηλά εισοδήματα”, καταλήγει.
https://theconversation.com/why-taxing-junk-food-to-tackle-obesity-isnt-as-simple-as-it-seems-213513