Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάσισε ότι ένα ουγγρικό διάταγμα που επιβάλλει σταθερές τιμές για βασικά τρόφιμα παραβιάζει τους κανόνες θεμιτού ανταγωνισμού.
Το ανώτατο δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάνθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου πως δικαιώνει τη διεθνή εταιρεία λιανικής πώλησης SPAR σε μια διαμάχη που τέθηκε για πρώτη φορά ενώπιον του ουγγρικού εθνικού δικαστηρίου.
Η καταδικαστική απόφαση για την Ουγγαρία αφορά ένα μέτρο που εισήχθη από την ουγγρική κυβέρνηση το 2022, το οποίο υποχρέωνε τους λιανοπωλητές να πωλούν συγκεκριμένα προϊόντα σε καθορισμένη τιμή. Το Δικαστήριο έκρινε ότι αυτό παραβιάζει τους κανονισμούς της Κοινής Οργάνωσης των Αγορών (ΚΟΑ) της ΕΕ, που διέπουν τον αγροτικό τομέα.
Το Δικαστήριο ανέφερε πως, αν και το διάταγμα στόχευε στην προστασία των καταναλωτών και τον έλεγχο του πληθωρισμού, τα μέτρα που επιβλήθηκαν υπερέβαιναν τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτών των στόχων. Οι καθορισμένες τιμές οδήγησαν σε διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και εμπόδισαν την ελεύθερη πρόσβαση στην αγορά, όπως ορίζεται από την ΚΟΑ.
Η υπόθεση έφτασε στο Δικαστήριο της ΕΕ κατόπιν αιτήματος του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ουγγαρίας, μετά την προσφυγή της SPAR Ουγγαρίας, θυγατρικής της αυστριακής SPAR. Η SPAR είχε αμφισβητήσει τη νομιμότητα του προστίμου που της επιβλήθηκε για μη συμμόρφωση με το διάταγμα.
Το διάταγμα του 2022, το οποίο ίσχυε για έναν χρόνο, επιβλήθηκε για να αντιμετωπίσει τον υψηλό πληθωρισμό και αφορούσε προϊόντα όπως η ζάχαρη, το αλεύρι, το λάδι, το χοιρινό κρέας, τα πουλερικά, το γάλα, τα αυγά και οι πατάτες. Οι λιανικές τιμές για αυτά τα προϊόντα έπρεπε να παραμένουν σταθερές σε επίπεδα προηγούμενης περιόδου.
Παρά την απόφαση, ο επικεφαλής του γραφείου του πρωθυπουργού της Ουγγαρίας, Gergely Gulyás, δήλωσε ότι η κυβέρνηση δεν αιφνιδιάστηκε και υπεραμύνθηκε των μέτρων, επισημαίνοντας πως ήταν προσωρινά.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η SPAR έχει προηγούμενες διαμάχες με την ουγγρική κυβέρνηση για τις παρεμβάσεις της στην αγορά, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εξετάσει καταγγελίες σχετικά με την επιβολή υψηλότερων φόρων στους ξένους λιανοπωλητές σε σχέση με τους ντόπιους.