Η έκθεση Food Outlook αναμένει σχετική ηρεμία στις κύριες αγορές τροφίμων και λιπασμάτων, ενώ οι λογαριασμοί εισαγωγών τροφίμων θα μπορούσαν να αυξηθούν
Οι προμήθειες των περισσότερων από τα σημαντικότερα είδη διατροφής παγκοσμίως αναμένεται να είναι επαρκείς το 2024/25, αν και οι ακραίες καιρικές συνθήκες, οι αυξανόμενες γεωπολιτικές εντάσεις, οι ξαφνικές αλλαγές πολιτικής και άλλοι παράγοντες θα μπορούσαν ενδεχομένως να ανατρέψουν τις ευαίσθητες παγκόσμιες ισορροπίες μεταξύ προσφοράς και ζήτησης και να επηρεάσουν τις τιμές και την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια, σύμφωνα με νέα έκθεση του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO).
Από την πλευρά της παραγωγής, η παγκόσμια παραγωγή ρυζιού και ελαιούχων σπόρων αναμένεται να διαμορφωθούν σε επίπεδα ρεκόρ, ενώ εκείνες του σιταριού και του αραβοσίτου θα μειωθούν ελαφρώς.
Η προκαταρκτική εκτίμηση του FAO για τον παγκόσμιο λογαριασμό εισαγωγών τροφίμων το 2024, προβλέπει να αυξηθεί κατά 2,5% και να ξεπεράσει τα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια. Οι εν λόγω προβλέψεις βασίζονται σε σχετικά ευνοϊκές μακροοικονομικές συνθήκες, συμπεριλαμβανομένης της σταθερής παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης και στις χαμηλότερες τιμές των βασικών προϊόντων διατροφής.
Η νέα έκδοση της έκθεσης περιλαμβάνει ειδικό κεφάλαιο για τις δυναμικές επιπτώσεις των κλυδωνισμών του κόστους ναυτιλίας στο λογαριασμό των εισαγωγών τροφίμων, μια επίκαιρη μεταβλητή, λόγω των συγκρούσεων στις διαδρομές της Μαύρης και της Ερυθράς Θάλασσας και λόγω των επιπτώσεων της ξηρασίας στη διώρυγα του Παναμά.
Έμφαση στα λιπάσματα
Οι νέα έκθεση περιλαμβάνει επίσης ένα ειδικό κεφάλαιο που εστιάζει στα λιπάσματα, προσφέροντας μια ολοκληρωμένη επισκόπηση του παγκόσμιου εμπορίου λιπασμάτων μεταξύ 2021 και 2023 και μια βραχυπρόθεσμη προοπτική της αγοράς για το 2024/25.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία είχε άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στα πρωτογενή θρεπτικά συστατικά, όπως το άζωτο, ο φώσφορος και το κάλιο. Η εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου αποτέλεσε σημαντικό καταλύτη, καθιστώντας την παραγωγή λιπασμάτων ασύμφορη, ενώ άλλοι παράγοντες, όπως το κόστος μεταφοράς και ασφάλισης, καθώς και τα εμπορικά μέτρα, οδήγησαν επίσης τις παγκόσμιες τιμές των λιπασμάτων σε υψηλότερα επίπεδα. Οι κλυδωνισμοί οδήγησαν σε σημαντική συρρίκνωση του εμπορίου λιπασμάτων το 2022 με ανάκαμψη το 2023, σε σημείο που τα επίπεδα να είναι παρόμοια με αυτά του 2021.
Η έκθεση δείχνει ότι τον Απρίλιο του 2024, οι τιμές των λιπασμάτων, όπως παρουσιάζονται από ένα καλάθι τιμών αζώτου, φωσφόρου και καλίου, ήταν κατά μέσο όρο 327 δολάρια ανά τόνο, σε σύγκριση με 815 δολάρια τον Απρίλιο του 2022. Με την πτώση των τιμών, ο όγκος του εμπορίου λιπασμάτων έχει ανακάμψει με το εμπόριο αζώτου να βρίσκεται κοντά στα επίπεδα του 2021.
Συνολικά, οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές για τα λιπάσματα υποδηλώνουν σταθερότητα για τους επόμενους έξι μήνες, σύμφωνα με τον FAO, με βελτιωμένη διαθεσιμότητα και προσιτή τιμή για τα τρία κύρια συστατικά. Οι μελλοντικοί κλυδωνισμοί στις παγκόσμιες αγορές λιπασμάτων είναι πιθανό να καθοριστούν από τις εξελίξεις στις αγορές ενέργειας λόγω γεωπολιτικών ή άλλων αιτιών.