Ο Ευρωπαϊκός Συνεταιρισμός Γαλακτοκομικών Επιχειρήσεων – European Dairy Association (EDA) εκφράζει τις ανησυχίες του για την πορεία της νέας εμπορικής συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και Νέας Ζηλανδίας, χαρακτηρίζοντας το τίμημα “υψηλό” για την ευρωπαϊκή γαλακτοκομία.
Η υπογραφή της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου ΕΕ-Νέας Ζηλανδίας από την πρωθυπουργό της Νέας Ζηλανδίας Jacinda Ardern και την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen την τελευταία ημέρα της γαλλικής Προεδρίας της ΕΕ, ανακοινώθηκε ως ορόσημο στην πενταετή διαδικασία διαπραγματεύσεις μέχρι στιγμής.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του EDA, μετά από αυτή την πολιτική συμφωνία, εναπόκειται πλέον στις διαπραγματευτικές ομάδες να οριστικοποιήσουν τις νομικές λεπτομέρειες, αλλά τα βασικά στοιχεία έχουν καθοριστεί. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη της ΕΕ (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο) καλούνται να αποφασίσουν εάν θα εγκρίνουν τη συμφωνία. Όπως δήλωσαν και τα δύο μέρη της συμφωνίας, ο κόσμος έχει αλλάξει από τότε που ξεκίνησε η διαδικασία το 2017.
Ο EDA χαρακτηρίζει ακόμα τους εταίρους της συμφωνίας “άνισους” – 447 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ με ΑΕΠ 17 τρισεκατομμυρίων ευρώ έναντι 5 εκατομμυρίων Νεοζηλανδών με ΑΕΠ 200 δισεκατομμυρίων ευρώ – καθώς και “εξαιρετικά ευνοϊκή” τη συμφωνία για τη μικρή νησιωτική χώρα στον Ειρηνικό Ωκεανό.
Όσον αφορά το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, οι δύο εταίροι είναι επίσης πολύ διαφορετικοί, όπως επισημαίνει ο EDA. Το 85% του γάλακτος της Νέας Ζηλανδίας (με 25,25 εκατομμύρια τόνους ετησίως και μέσο μέγεθος αγέλης γαλακτοπαραγωγής 450 αγελάδες) επεξεργάζεται από ένα μόνο γαλακτοκομείο, ενώ ο ευρωπαϊκός γαλακτοκομικός τομέας (με 159 εκατομμύρια τόνους ετησίως και μέσο μέγεθος αγέλης γαλακτοπαραγωγής 21 αγελάδες) χαρακτηρίζεται μάλλον από μικρού μεγέθους, περιφερειακά γαλακτοκομεία.
Ο EDA ακόμα τονίζει πως η νέα αυτή εμπορική συμφωνία αυξάνει την πίεση στον ευρωπαϊκό γαλακτοκομικό τομέα εντός της ενιαίας αγοράς της ΕΕ σε μια εποχή που η ο τομέας αυτός της ΕΕ, οι αγρότες και τα γαλακτοκομεία τους, επενδύουν σε μεγάλο βαθμό στις στρατηγικές περιβαλλοντικής βιωσιμότητας τους.
Προσθέτει πως η παροχή πρόσβασης στην αγορά για βούτυρο τουλάχιστον 15.000 τόνων, θα προστεθεί στην ήδη υπάρχουσα ποσόστωση της Νέας Ζηλανδίας άνω των 74.693 τόνων – που αντιστοιχεί περίπου στο 4% της ετήσιας ευρωπαϊκής παραγωγής βουτύρου. Για το τυρί, υπάρχει παρόμοια εικόνα – ο νέος όγκος πρόσβασης στην αγορά τουλάχιστον 20.000 τόνων πρέπει να προστεθεί στους ήδη υπάρχοντες 11.000 τόνους. Για ορισμένες κατηγορίες τυριών, όπως τα επεξεργασμένα τυριά και τα μπλε τυριά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσφέρει ακόμη και πλήρη απελευθέρωση εντός επτά ετών.
Επίσης, αναφέρει πως προσφέρθηκε μια κοινή ποσόστωση για γάλα σε σκόνη (αποβουτυρωμένο γάλα σε σκόνη και πλήρες γάλα σε σκόνη) 13.500 τόνων στη Νέα Ζηλανδία – γάλα σε σκόνη που μπορεί να εισαχθεί στα ευρωπαϊκά αποθέματα παρέμβασης κάθε φορά που οι αγορές αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Με περίπου 3.500 τόνους πρόσβασης στην αγορά συμπυκνώματος πρωτεΐνης ορού γάλακτος για τη Νέα Ζηλανδία, αυτός ο εξαιρετικά εξειδικευμένος τομέας συστατικών θα πρέπει να αντιμετωπίσει ποσότητες εισαγωγών από τη Νέα Ζηλανδία που υπερβαίνουν ένα σημαντικό μερίδιο αγοράς.
Τι ισχύει για τα γαλακτοκομικά προϊόντα της ΕΕ;
Η ανακοίνωση του EDA αναφέρει πως οι διαπραγματευόμενοι εταίροι δεν έχουν ακόμη δημοσιεύσει την πλήρη έκδοση της εμπορικής συμφωνίας και μέχρι στιγμής δεν υπάρχει διαμορφωμένη άποψη για παραχωρήσεις γαλακτοκομικών προϊόντων Νέας Ζηλανδίας.
Αυτό που αναμένει ο Συνεταιρισμός πλέον από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι να διαβεβαιώσει ότι τουλάχιστον η διαχείριση των δασμολογικών ποσοστώσεων εισαγωγής (TRQs) θα καθιερωθεί με τρόπο που να μην ωφελεί περαιτέρω τα γαλακτοκομικά της Νέας Ζηλανδίας.
Σε μια πρώτη αντίδραση, ο πρόεδρος της EDA Giuseppe Ambrosi δήλωσε:
«Κατανοούμε πλήρως ότι η ευρωπαϊκή εμπορική πολιτική έχει υψηλή στρατηγική σημασία στο νέο γεωπολιτικό περιβάλλον. Οποιαδήποτε εμπορική συμφωνία πρέπει να είναι προσαρμοσμένη σε πνεύμα δίκαιου εμπορίου και ισότιμων όρων ανταγωνισμού για να επιτευχθεί στο τέλος μια κατάσταση που να είναι κερδοφίρα. Για το γάλα και τα γαλακτοκομικά, αυτό ήταν εξαρχής σχεδόν αδύνατο έργο και το αποτέλεσμα δίνει ένα μονομερές πλεονέκτημα στη γαλακτοβιομηχανία της Νέας Ζηλανδίας, ωθώντας τις παραχωρήσεις της ΕΕ στο απόλυτο όριο. Ο γαλακτοκομικός τομέας της ΕΕ θα κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να συνεχίσει να είναι ανθεκτικός και ανταγωνιστικός και τώρα θα πρέπει να προετοιμαστούμε για τις νέες πιο σκληρές συνθήκες της αγοράς».