Μικρές «ανάσες» σε λιανεμπόριο και εστίαση εφέτος το Πάσχα.
Με διαφορετικές «ταχύτητες» κινήθηκαν την εορταστική περίοδο του Πάσχα λιανεμπόριο και εστίαση με τους καταναλωτές, υπό το βάρος του περιορισμένου διαθέσιμου εισοδήματος και των πληθωριστικών πιέσεων, να είναι συγκρατημένοι ως προς τις δαπάνες τους. Την ίδια ώρα προβληματισμός επικρατεί στον εμπορικό κόσμο για το κατά πόσο ανέκαμψαν οι τζίροι μετά από μια κατά γενική παραδοχή υποτονική περίοδο ενώ το ενδιαφέρον στρέφεται πλέον στον Τουρισμό και στην σεζόν που έχει ήδη ξεκινήσει.
Όπως εξηγεί, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Μάκης Σαββίδης, αντιπρόεδρος Εμπορικού Συλλόγου Αθήνας (ΕΣΑ) και αντιπρόεδρος του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτρονικού Εμπορίου (GRECA) «την περίοδο του Πάσχα η κίνηση στην αγορά ήταν υποτονική. Το περιορισμένο εισόδημα των καταναλωτών διατίθεται κυρίως στην πληρωμή των αυξημένων ενοικίων και στα σούπερ μάρκετ με αποτέλεσμα να περιορίζονται οι αγορές στο λιανεμπόριο». Σύμφωνα με τον κ. Σαββίδη, παρά την καταβολή του δώρου του Πάσχα στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα και την προσπάθεια των επιχειρήσεων να συγκρατήσουν τις τιμές, οι ελπίδες του εμπορικού κόσμου για αυξημένους τζίρους την πασχαλινή περίοδο δεν επιβεβαιώθηκαν. «Το εμπόριο έχει εναποθέσει όλες τις ελπίδες του στο τουρισμό. Οι Έλληνες καταναλωτές δεν μπορούν να διορθώσουν το έλλειμμα ρευστότητας που παρατηρείται στην αγορά. Η ακρίβεια έχει επηρεάσει την ψυχολογία των καταναλωτών και έχει μεταβάλλει ριζικά τις αγοραστικές τους συνήθειες», επισημαίνει ο ίδιος.
Καλύτερη σε σχέση με πέρυσι φαίνεται πως ήταν η εικόνα στην εστίαση, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ένωσης Εστιατορίων & Συναφών Αττικής, Γιάννη Δαβερώνη. «Η κίνηση κατά την εορταστική περίοδο του Πάσχα ήταν ικανοποιητική για τις επιχειρήσεις. Ο κλάδος της εστίασης βοηθήθηκε ως έναν βαθμό» σημείωσε ο κ. Δαβερώνης μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και συνέχισε: «Είναι ένας κλάδος που πρέπει να παραμένει δυνατός και ζωντανός διότι έχει να κάνει με την εικόνα της χώρας μας στο εξωτερικό. Τα εστιατόρια αποτελούν βασικό εργαλείο Τουρισμού και πρέπει να τα στηρίζει η πολιτεία». Εστιάζοντας στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο κλάδος, ο ίδιος σημείωσε ότι τα τελευταία χρόνια το λειτουργικό κόστος είναι αυξημένο, κυρίως λόγω της ενέργειας και των πρώτων υλών, ωστόσο γίνονται προσπάθειες από τις επιχειρήσεις να διατηρηθεί η ποιότητα και να συγκρατηθούν οι τιμές ώστε να αποτελούν τα καταστήματα μια σταθερή έξοδο για τις ελληνικές οικογένειες αλλά και τους Τουρίστες. Ωστόσο, τις επιχειρήσεις του κλάδου συνεχίζει να προβληματίζει η στελέχωση με προσωπικό. Όπως εξηγεί ο κ. Δαβερώνης «είναι ένα ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί» και τονίζει ότι η πολιτεία μέσα από τις σχολές Τουρισμού πρέπει να αναδείξει το κομμάτι της στελέχωσης των εστιατορίων για καλύτερα αποτελέσματα στον κλάδο.
Αισιοδοξία για ενισχυμένο τζίρο στην αγορά
«Αυξημένη συγκριτικά με πέρυσι ήταν η αγοραστική κίνηση, κατά τη διάρκεια των εορτών του Πάσχα». Αυτό υποστήριξε πρόσφατα σε δηλώσεις του ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς και του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής, Βασίλης Κορκίδης. Βεβαίως, σε αυτή έχει συμπεριλάβει και τους κλάδους της εστίασης αλλά και της διαμονής.
Σύμφωνα με τον κ. Κορκίδη, η πασχαλινή αγορά ήταν αρκετά έντονη σε κύκλο και όγκο εργασιών, τόσο στο κλάδο των τροφίμων, λόγω του πασχαλινού τραπεζιού, όσο και σε πολλούς άλλους κλάδους της λιανικής, λόγω των παραδοσιακών δώρων. «Εφέτος ο τζίρος φαίνεται να κινήθηκε, έστω και πληθωριστικά, αυξημένος συγκριτικά με προηγούμενες χρονιές, τόσο στις τοπικές αγορές τροφίμων, όσο και στα εμπορικά καταστήματα της Αττικής» ανέφερε ο ίδιος.
Έξι στους δέκα καταναλωτές διατήρησαν και αύξησαν τις αγορές τους, ενώ γονείς και νονοί, όπως κάθε χρόνο, έτσι και εφέτος, ανταποκρίθηκαν στις οικογενειακές και κοινωνικές τους υποχρεώσεις, με συνολική μεσοσταθμική δαπάνη τα 190 ευρώ για τα καθιερωμένα πασχαλινά γλυκά και δώρα σε φίλους, συγγενείς και βαφτιστήρια. Επίσης, τα δύο «πασχαλινά καλάθια» του ΥΠΑΝ λειτούργησαν προληπτικά για τη συγκράτηση των τιμών, αυξάνοντας τον ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων προς όφελος των καταναλωτών. Σύμφωνα με τον κ. Κορκίδη, ο πασχαλινός εορταστικός τζίρος, συμπεριλαμβανομένων των ταξιδιών και των υπηρεσιών εστίασης και διαμονής, θα αποτυπωθεί από την ΕΛΣΤΑΤ στα μηνιαία στατιστικά του Απριλίου και του Μαΐου, επιβεβαιώνοντας την εκτίμηση πως ξεπέρασε το 1,5 δισ. ευρώ.
Υπό πίεση ο καταναλωτής
Την ίδια ώρα, ο Έλληνας καταναλωτής συνεχίζει να βρίσκεται υπό πίεση και αλλάζει ριζικά τις καταναλωτικές και αγοραστικές του συνήθειες. Το διαθέσιμο εισόδημα έχει μειωθεί αισθητά τα τελευταία χρόνια ενώ σύμφωνα με έρευνα του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ για το 60% των νοικοκυριών ο μισθός δεν επαρκεί για όλον το μήνα. Επαρκεί μεσοσταθμικά για 19 ημέρες. Αναφορικά με τις καταναλωτικές τάσεις και δαπάνες, η ίδια έρευνα έδειξε ότι σχεδόν 1 στα 2 νοικοκυριά (49,6%) περιόρισε τις δαπάνες τους για εξόδους (εστιατόρια, καφέ, σινεμά κλπ). Το 49% ξόδεψε λιγότερα για ταξίδια, το 41,5% περιόρισε τις δαπάνες του για ένδυση-υπόδηση και το 38,9% δαπάνησε λιγότερα για οικιακά είδη-έπιπλα-ηλεκτρικές συσκευές. Από την άλλη μεριά σημειώθηκε εκτίναξη του ποσοστού των νοικοκυριών που αύξησε τις δαπάνες του για την κάλυψη βασικών αναγκών. Συγκεκριμένα, το 73,6% των νοικοκυριών αύξησε τις δαπάνες του για είδη διατροφής, το 71,5% για λογαριασμούς σπιτιού, το 57,2% για θέρμανση, το 49,4% για μετακινήσεις και το 45,2% για υγεία και φάρμακα.
Σε ό,τι αφορά στις αλλαγές στις πασχαλινές καταναλωτικές και διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων, πανελλαδική έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών έδειξε ότι οι καταναλωτές επέλεξαν να φτιάξουν μόνοι τους γλυκά και άλλα πασχαλινά είδη σε μεγαλύτερα ποσοστά σε σχέση με το παρελθόν. Το ποσοστό που δήλωσε ότι θα φτιάξει γλυκά στο σπίτι άγγιξε το 50% (από 43%) και το βάψιμο αυγών το 79% (από 62%). Όσον αφορά το αρνί και το κατσίκι, 33% δήλωσε ότι προτιμά να σουβλίσει αρνί (έναντι 32% το 2023 και 67% το 2019). Το ψήσιμο στο φούρνο ήταν αυξημένο από 40% σε 46%. Η συγκεκριμένη εξέλιξη σε συνδυασμό με τον μειωμένο αριθμό ατόμων στα οικογενειακά τραπέζια μεταφράζεται σε εκτιμήσεις για αγορές μικρότερες ποσοτήτων, αλλά και την επιλογή διαφορετικών «κοπών» για τα είδη κρέατος από τους καταναλωτές. Το 42% δήλωσε ότι προτιμά να αγοράσει αρνί ή κατσίκι από το κρεοπωλείο, ενώ το 31% από το σούπερ μάρκετ.
Η έρευνα του ΙΕΛΚΑ έδειξε ότι η συνολική δαπάνη για αγορές το Πάσχα παρέμεινε σταθερή με μία τάση μείωσης με βάση τις απαντήσεις των καταναλωτών. Το 40% δήλωσε ότι θα μειώσει τις αγορές του, ενώ το 34% ότι θα τις αυξήσει. Το 26% θεωρεί ότι θα μείνει αμετάβλητη. Μεσοσταθμικά εκτιμάται ότι η δαπάνη για το Πάσχα ανά νοικοκυριό εφέτος αγγίζει τα 190 ευρώ, 120 ευρώ για είδη παντοπωλείου και 70 ευρώ για άλλα είδη, όπως π.χ. δώρα. Οι καταναλωτές προτιμούν για εφέτος μικρότερα πασχαλινά οικογενειακά τραπέζια σε σχέση με το παρελθόν, σύμφωνα με την ίδια έρευνα. Ποσοστό 43% των καταναλωτών δήλωσε ότι θα συμμετέχει σε μεγάλα οικογενειακά τραπέζια άνω των 10 ατόμων. Το ποσοστό αυτό είναι αυξημένο σε σχέση με το 40% του 2023, αλλά μειωμένο σε σχέση με το 67% του 2019.
ΑΠΕ-ΜΠΕ