Πώς οι εταιρείες-κολοσσοί τροφίμων, στρέφονται σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης και της πράσινης.
Η πανδημία μπορεί να έφερε τα πάνω κάτω στη βιομηχανία τροφίμων, αλλά πλέον οι εταιρείες-κοσμοκράτειρες στη βιομηχανία τροφίμων, ή αλλιώς “Big Food”, προετοιμάζονται για την επόμενη απειλή: έναν χειμώνα με πολύ λίγο αέριο για να τροφοδοτήσουν τα εργοστάσιά τους.
Διότι μια ξαφνική διακοπή φυσικού αερίου θα μπορούσε να διαταράξει ολόκληρη την εφοδιαστική αλυσίδα της Ευρώπης.
Ως μέρος των κυρώσεων απέναντι στη Ρωσία για την εισβολή στην Ουκρανία, μειώθηκαν οι εξαγωγές φυσικού αερίου ως απάντηση στις κυρώσεις για την εισβολή στην Ουκρανία, με αποτέλεσμα χώρες, όπως η Ιταλία, η Γερμανία, αλλά και η Ελλάδα να μένουν ενεργειακά ευάλωτες.
Αυτό οδήγησε όχι μόνο σε φόβους για χειμερινές ελλείψεις, αλλά και σε εκτίναξη των τιμών, αυξάνοντας το κόστος για εταιρείες όλων των ειδών, άρα και παραγωγής τροφίμων.
Για να συνεχίσουν οι εταιρείες τροφίμων να ταΐζουν την Ευρώπη, επικαλούνται τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, μειώνοντας τη χρήση ενέργειας και μετατρέποντας τις εγκαταστάσεις που λειτουργούν με φυσικό αέριο σε πετρέλαιο ή εγκαθιστούν τις δικές τους γεννήτριες, πριν ακόμα εξαντληθούν τα αποθέματα.
Μεγάλα ονόματα που έχουν ήδη προχωρήσει σε τέτοιες ενέργειες είναι, μεταξύ άλλων η McDonald’s Corp, η γερμανική Dr. Oetker, τα προϊόντα της οποίας κυμαίνονται από κατεψυγμένες πίτσες έως μπέικιν πάουντερ που πρόσθεσε τη δυνατότητα χρήσης λαδιού, όπου ήταν δυνατόν, αλλά και η Nestle, που χρησιμοποιεί πετρέλαιο και η οποία δεν θέλει η αύξηση του κόστους των προϊόντων της να ξεπεράσει το ήδη υπάρχον ποσοστό (14% αύξηση).
Για τις εταιρείες Big Food, οποιαδήποτε αύξηση του κόστους θα μπορούσε να συμπιέσει τα περιθώρια κέρδους, δεδομένου ότι ήδη δέχονται πιέσεις από τους λιανοπωλητές για την αύξηση των τιμών.
Ωστόσο, αυτές που είναι πραγματικά εκτεθειμένες στις συνέπειες της ενεργειακής κρίσης είναι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, καθώς έχουν και αυτές υψηλές ενεργειακές ανάγκες και χαμηλότερα περιθώρια κέρδους.
Μια από τις εναλλακτικές που χρησιμοποιούν εταιρείες όπως, η Nestle, η Unilever και η Danone SA, είναι τα προγράμματα πράσινης ενέργειας που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητά τους στις ελλείψεις φυσικού αερίου.
Οι περισσότερες από τις εγκαταστάσεις της Nestle και της Danone στην Ευρώπη αγοράζουν ήδη ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες γεννήτριες και οι στόχοι μείωσης του άνθρακα έχουν απωθήσει και τις δύο από το φυσικό αέριο για θέρμανση.
Τέλος, ο όμιλος Unilever χρησιμοποιεί 100% ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και προσπαθεί για την πλήρη ανανεώσιμη αυτοπαραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας.