Τι δείχνουν τα ευρήματα της μελέτης του Πανεπιστημίου του Κάντερμπερι.
Σε μελέτη που διεξήγαγε το Πανεπιστήμιο του Κάντερμπερι και επικεντρώθηκε σε 19 φοιτητικά νοικοκυριά (όπου έμεναν πάνω από ένα άτομο), εξετάστηκαν οι πρακτικές των φοιτητών όσον αφορά τον προγραμματισμό, τα ψώνια, την προετοιμασία, την αποθήκευση, την αξιολόγηση της βρώσιμης ποιότητας και την απόρριψη των τροφίμων.
Τα ευρήματα στα σπίτια των φοιτητών
«Πολλές έρευνες βασίζονται σε αυτά που λένε οι συμμετέχοντες, αλλά αυτή η συγκεκριμένη μελέτη είναι μοναδική, καθώς εξετάζονται πρότυπα συμπεριφοράς», αναφέρει η καθηγήτρια του πανεπιστημίου, Lucie Ozanne.
«Πηγαίνοντας στα σπίτια των φοιτητών, μπορέσαμε να παρατηρήσουμε ότι κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας των γευμάτων οι φοιτητές δεν συνηθίζουν στο να διαχωρίζουν τα απορρίμματα τροφίμων από τα γενικά απορρίμματα. Η ανάλυση του ψυγείου αποκάλυψε ότι τόσο τα φρέσκα τρόφιμα όσο και τα περισσεύματα παρέμεναν ή εξαφανίζονταν πίσω στα ράφια μέχρι να μην είναι πλέον βρώσιμα. Η ανάλυση των απορριμάτων επιβεβαίωσε ότι μια σημαντική ποσότητα φαγητού, όπως τα φρέσκα τρόφιμα και τα περισσεύματα, σπαταλήθηκαν από τους φοιτητές και δεν απορρίφθηκαν σωστά στους κάδους κομποστοποίησης στο πεζοδρόμιο».
Η καθηγήτρια Ozanne συμπληρώνει ότι η ποσότητα των αποβλήτων που παρήγαγαν οι φοιτητές οφειλόταν σε διάφορους λόγους, όπως η έλλειψη οργάνωσης. Δεν έφτιαχναν λίστες με ψώνια, δεν προγραμμάτιζαν γεύματα και δεν έκαναν απογραφή τροφίμων.
«Ήταν επίσης απίθανο να διαχωρίσουν σωστά τα απορρίμματα τροφίμων. Μόνο δέκα νοικοκυριά είχαν κάδο οργανικών αποβλήτων, ο οποίος ήταν συνήθως αρκετά μικρός και γέμιζε γρήγορα, οπότε ήταν πιο εύκολο για τους συμμετέχοντες να βάλουν τα απορρίμματα τροφίμων στα σκουπίδια. Επιπλέον, διαπιστώσαμε ότι πετούσαν τρόφιμα που εξακολουθούσαν να είναι βρώσιμα. Τέλος, δεν έτειναν να υπολογίζουν τις αναγραφόμενες ημερομηνίες λήξης, χρησιμοποιώντας αντ’ αυτού οπτικές εκτιμήσεις και συχνά δεν μοιράζονταν τα μη φαγωμένα τρόφιμα».
Οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη
Η αντιμετώπιση του ζητήματος της σπατάλης τροφίμων από τους φοιτητές θα μπορούσε να έχει σημαντικά οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη.
Στις ανεπτυγμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, ο ρόλος των νοικοκυριών στην παραγωγή των αποβλήτων τροφίμων είναι πολύ σημαντικός. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι συμπολίτες μας έχουν θετική στάση απέναντι στην πρόληψη της σπατάλης τροφίμων και ότι οι συνήθειές τους είναι κοντά στις πρακτικές που προτείνονται στη βιβλιογραφία για τη μείωση της σπατάλης τροφίμων.
Τα θετικά ευρήματα επηρεάζονται έντονα από τη σοβαρή ύφεση που βίωσε τη προηγούμενη δεκαετία η χώρα, σε συνδυασμό με τον αυξανόμενο πληθωρισμό, γεγονός που κάνει τους καταναλωτές πιο συνειδητοποιημένους ως προς τις δαπάνες τους.
Όταν σπαταλώνται τρόφιμα δημιουργείται ένα ατομικό οικονομικό ζήτημα, ειδικά για τους φοιτητές που έχουν περιορισμένο προϋπολογισμό και δεδομένου του αυξανόμενου κόστους ζωής. Το φαγητό που πετιέται στα απορρίμματα και όχι για κομποστοποίηση συμβάλλει επίσης αρνητικά στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Η καθηγήτρια Ozanne δηλώνει: «Στο Christchurch έχουμε εβδομαδιαία συλλογή οργανικών αποβλήτων στο πεζοδρόμιο, αλλά χρειάζεται περισσότερη εκπαίδευση για να βοηθήσουμε τους φοιτητές να δημιουργήσουν εσωτερική υποδομή για τη συλλογή τροφίμων που θα μπορούσαν να διατεθούν σωστά στο σύστημα κομποστοποίησης.
«Ενώ υπάρχουν πολλές εφαρμογές στα κινητά για την κατάρτιση λίστας για ψώνια, θα ήταν επίσης καλό να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στα στάδια πριν από την αγορά, συμπεριλαμβανομένης της απογραφής στο σπίτι, του προγραμματισμού γευμάτων και της κοινής χρήσης τροφίμων».
«Για τους φοιτητές, νομίζω ότι υπάρχει ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για την κυκλική οικονομία και για το πώς μπορούμε να προσφέρουμε αξία χρησιμοποιώντας τα τρόφιμα αντί να πηγαίνουν στα σκουπίδια. Η πρόκληση είναι να το κάνουμε αυτό πράξη».