Τα υψηλότερα επίπεδα AIC στο Λουξεμβούργο, την Αυστρία και τη Γερμανία.
Σημαντικές διαφορές παρουσιάζουν τα επίπεδα πραγματικής ατομικής κατανάλωσης (AIC) στην ΕΕ σύμφωνα με νέα στοιχεία της Eurostat. Η πραγματική ατομική κατανάλωση, αναφέρεται σε όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες που καταναλώνονται στην πραγματικότητα για ατομική κατανάλωση (π.χ. υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης). Αν και το ΑΕΠ κατά κεφαλήν είναι ένας σημαντικός και ευρέως χρησιμοποιούμενος δείκτης του επιπέδου οικονομικής ευημερίας των χωρών, η κατά κεφαλήν κατανάλωση μπορεί να είναι πιο χρήσιμη για τη σύγκριση της σχετικής ευημερίας των καταναλωτών σε διάφορες χώρες. Ουσιαστικά πρόκειται για την υλική ευημερία των νοικοκυριών.
Όπως και τα προηγούμενα χρόνια, το Λουξεμβούργο κατέγραψε το υψηλότερο επίπεδο κατά κεφαλήν AIC στην ΕΕ με 38% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, ακολουθούμενο από την Αυστρία και τη Γερμανία (και οι δύο 18% πάνω), την Ολλανδία (16% πάνω) και το Βέλγιο (15% πάνω). ). Το 2022, εννέα χώρες της ΕΕ κατέγραψαν κατά κεφαλήν AIC πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Τα χαμηλότερα επίπεδα κατά κεφαλήν AIC καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (31% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ), στην Ουγγαρία (29% κάτω), στην Κροατία και τη Λετονία (και οι δύο 24% κάτω) και στη Σλοβακία (23% κάτω). Η χώρα μας βρίσκεται 25% χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Τα τελευταία τρία χρόνια, το AIC κατά κεφαλήν σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ έχει αλλάξει στην πλειονότητα των χωρών της ΕΕ. Μεταξύ 2020 και 2022, τα επίπεδα AIC αυξήθηκαν σε 18 χώρες της ΕΕ, κυρίως στη Βουλγαρία (69% του μέσου όρου της ΕΕ το 2022 σε σύγκριση με 60% το 2020), την Κροατία (76% έναντι 69%), τη Ρουμανία (86% έναντι 81% ), και την Ιρλανδία (94% έναντι 89%).
Αντίθετα, τα επίπεδα AIC μειώθηκαν σε 7 χώρες της ΕΕ. Οι μεγαλύτερες μειώσεις καταγράφηκαν στη Δανία (110% το 2022 έναντι 121% το 2020), στη Γερμανία (118% έναντι 124%) και στη Φινλανδία (109% έναντι 114%).
Το Λουξεμβούργο και η Ιρλανδία εξακολουθούν να σημειώνουν το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 2022
Τα στοιχεία δείχνουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών της ΕΕ ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της οικονομικής δραστηριότητας. Μετά το Λουξεμβούργο και την Ιρλανδία, η Δανία (36% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), η Ολλανδία (30% πάνω), η Αυστρία (24% πάνω) και το Βέλγιο (20% πάνω) βρίσκονται στην κορυφή της λίστας με κατά κεφαλήν ΑΕΠ περισσότερο από 20% πάνω από τον μέσο όρο.
Αντίθετα, η Βουλγαρία (38% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ), η Ελλάδα (33% κάτω) και η Σλοβακία (29% κάτω) κατέγραψαν το χαμηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ.