Επιτάχυνση εγκρίσεων και ενίσχυση της καινοτομίας στον τομέα της κυτταρικής γεωργίας.
Ο Οργανισμός Προτύπων Τροφίμων (FSA) του Ηνωμένου Βασιλείου εγκαινίασε ένα ρυθμιστικό «sandbox», με στόχο την επιτάχυνση της διαδικασίας κανονιστικής έγκρισης για το εργαστηριακό κρέας. Οκτώ νεοφυείς επιχειρήσεις από διάφορες χώρες επιλέχθηκαν να συμμετάσχουν στο διετές πρόγραμμα, το οποίο αποσκοπεί στη δημιουργία ενός πιο ευέλικτου και αποδοτικού ρυθμιστικού πλαισίου.
Η πρωτοβουλία έρχεται σε μια περίοδο όπου το εργαστηριακό κρέας κάνει σταδιακά την είσοδό του στην αγορά, αρχικά μέσω προϊόντων για κατοικίδια. Η FSA, σε συνεργασία με επιστήμονες και ρυθμιστικούς εμπειρογνώμονες, επιδιώκει να εκσυγχρονίσει τη διαδικασία έγκρισης αυτών των προϊόντων, μειώνοντας τον χρόνο και το κόστος που απαιτείται για την απόκτηση άδειας κυκλοφορίας.

Το sandbox, που χρηματοδοτήθηκε με 1,6 εκατ. στερλίνες από το Engineering Biology Sandbox Fund, θα λειτουργήσει ως ένα ελεγχόμενο περιβάλλον όπου επιχειρήσεις, ακαδημαϊκοί φορείς και ρυθμιστικές αρχές θα συνεργάζονται για τη διαμόρφωση νέων προτύπων και οδηγιών.
Οι οκτώ εταιρείες που επιλέχθηκαν προέρχονται από το Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, την Ολλανδία και τη Γαλλία. Ανάμεσά τους βρίσκονται η Hoxton Farms, η Roslin Technologies και η Uncommon Bio από το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και οι BlueNalu (ΗΠΑ), Vow (Αυστραλία), Mosa Meat (Ολλανδία), Gourmey και Vital Meat (Γαλλία). Ορισμένες από αυτές έχουν ήδη υποβάλει αιτήσεις για έγκριση στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ η Meatly είναι μέχρι στιγμής η μόνη εταιρεία που έχει λάβει άδεια, αν και αποκλειστικά για τροφές κατοικίδιων.
Μέχρι σήμερα, η διαδικασία αδειοδότησης για το εργαστηριακό κρέας στο Ηνωμένο Βασίλειο βασίζεται σε παλαιότερους κανονισμούς, οι οποίοι είναι ιδιαίτερα χρονοβόροι και δαπανηροί. Η υποβολή ενός φακέλου μπορεί να κοστίσει από 350.000 έως 500.000 λίρες και η διαδικασία έγκρισης διαρκεί περισσότερα από δυόμισι χρόνια.
Η κυβέρνηση, αναγνωρίζοντας τα εμπόδια, ανακοίνωσε ότι το sandbox θα λειτουργήσει ως πλατφόρμα συνεργασίας για την ανάπτυξη ενός πιο αποτελεσματικού συστήματος ρύθμισης, επιτρέποντας την ταχύτερη εισαγωγή των νέων πρωτεϊνικών προϊόντων στην αγορά.
Ο καθηγητής Robin May, επικεφαλής επιστημονικός σύμβουλος της FSA, τόνισε ότι η ασφάλεια των καταναλωτών βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της πρωτοβουλίας. «Η ασφαλής καινοτομία αποτελεί βασικό στόχο του προγράμματος. Θέλουμε να διασφαλίσουμε ότι τα νέα τρόφιμα είναι ασφαλή και να προσφέρουμε στους καταναλωτές μεγαλύτερη ποικιλία επιλογών, τηρώντας υψηλά πρότυπα ασφαλείας», δήλωσε.
Το sandbox δεν θα λειτουργήσει μόνο για τη διαμόρφωση κανόνων, αλλά και για τη συλλογή επιστημονικών δεδομένων που θα επιτρέψουν στη ρυθμιστική αρχή να αξιολογήσει την τεχνολογία πίσω από το εργαστηριακό κρέας. Μεταξύ των ζητημάτων που θα εξεταστούν είναι η επισήμανση των προϊόντων και η διαδικασία έγκρισης, με στόχο τη μείωση των γραφειοκρατικών καθυστερήσεων.
Επιπλέον, η κυβέρνηση σχεδιάζει τη δημιουργία ενός νέου δημόσιου μητρώου εγκεκριμένων προϊόντων, αντικαθιστώντας το σημερινό σύστημα που απαιτεί επιπλέον θεσμικές πράξεις, γεγονός που καθυστερεί τις εγκρίσεις έως και έξι μήνες.
Το εργαστηριακό κρέας έχει ήδη εγκριθεί για πώληση στη Σιγκαπούρη, τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και το Χονγκ Κονγκ, ενώ άλλες χώρες, όπως η ΕΕ, η Ελβετία και η Αυστραλία, αξιολογούν αντίστοιχες αιτήσεις. Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου επιδιώκει να πρωτοστατήσει στον τομέα αυτό, επενδύοντας 75 εκατ. λίρες στη βιώσιμη παραγωγή τροφίμων.
Σημαντικό ρόλο στη στρατηγική αυτή διαδραματίζουν τα ερευνητικά κέντρα που έχουν δημιουργηθεί πρόσφατα, όπως το Κέντρο Παραγωγής Κυτταρικής Γεωργίας (CARMA) και το Εθνικό Κέντρο Καινοτομίας Εναλλακτικών Πρωτεϊνών (NAPIC). Οι επιστημονικές γνώσεις που θα προκύψουν από αυτά τα ιδρύματα θα συμβάλουν στη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου.
Σύμφωνα με τον Linus Pardoe, ανώτερο διευθυντή πολιτικής της GFI Europe, η FSA δεν διαθέτει επαρκείς πόρους, γεγονός που προκαλεί καθυστερήσεις στις εγκρίσεις προϊόντων. Παράλληλα, δεν έχει ακόμη εισαχθεί μια σύγχρονη διαδικασία για τη διεξαγωγή ασφαλών δοκιμών γεύσης, όπως συμβαίνει στις Κάτω Χώρες.
Ο επενδυτής Jim Mellon υπογράμμισε ότι η επιτυχία του προγράμματος εξαρτάται από την ταχύτητα της ρυθμιστικής διαδικασίας. «Αν δεν κινηθούμε γρήγορα, το Ηνωμένο Βασίλειο κινδυνεύει να μείνει πίσω, χάνοντας την ευκαιρία να αναπτύξει μια ισχυρή, ανταγωνιστική βιομηχανία εργαστηριακού κρέατος», προειδοποίησε.