Το αλάτι μπορεί να φαίνεται ασήμαντο, αλλά μπορεί να κάνει τεράστια διαφορά στα τελικά σας αρτοσκευάσματα.
Η διαμάχη ανάμεσα στο ανάλατο και το αλατισμένο βούτυρο δεν είναι καινούργια, αλλά για τους λάτρεις της ζαχαροπλαστικής η επιλογή μπορεί να κάνει τη διαφορά ανάμεσα σε ένα καλό και ένα εξαιρετικό γλυκό. Ποια εκδοχή του βουτύρου, το αλατισμένο ή το ανάλατο προσφέρει το καλύτερο αποτέλεσμα σε κέικ και γλυκίσματα;
Το μυστικό βρίσκεται στον έλεγχο του αλατιού. Το αλατισμένο βούτυρο περιέχει ήδη προσθήκη αλατιού, η ποσότητα του οποίου διαφέρει από μάρκα σε μάρκα. Αυτό σημαίνει ότι αν το χρησιμοποιήσετε σε γλυκίσματα, κινδυνεύετε να χάσετε τον ακριβή έλεγχο της γεύσης και της ισορροπίας των υλικών σας.
- ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | Το κοινό τρόφιμο που λιώνει το λίπος της κοιλιάς και βοηθάει στην απώλεια βάρους σύμφωνα με ειδικό
- ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | Εστιατόρια: Τι γίνεται όταν η μουσική αρέσει στους πελάτες, αλλά όχι στους εργαζόμενους;
Αντίθετα, το ανάλατο βούτυρο δίνει τον πλήρη έλεγχο στον ζαχαροπλάστη. Χρησιμοποιώντας το, μπορείτε να προσθέσετε την ακριβή ποσότητα αλατιού που επιθυμείτε στη συνταγή σας — τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Επιπλέον, οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι το ανάλατο βούτυρο είναι συνήθως πιο φρέσκο, ακριβώς επειδή το αλάτι, που λειτουργεί ως συντηρητικό, δεν υπάρχει για να παρατείνει τη διάρκεια ζωής του προϊόντος.
Το αλάτι είναι ουσιαστικό στη ζαχαροπλαστική, καθώς ενισχύει τη γεύση και ισορροπεί τη γλυκύτητα. Ωστόσο, για να πετύχετε την ιδανική ισορροπία, πρέπει να γνωρίζετε ακριβώς πόσο αλάτι προσθέτετε — κάτι που είναι αδύνατο όταν χρησιμοποιείτε αλατισμένο βούτυρο.
Αν θέλετε τα κέικ σας να είναι αφράτα, ισορροπημένα στη γεύση και με τη σωστή αίσθηση στο στόμα, προτιμήστε ανεπιφύλακτα το ανάλατο βούτυρο για κάθε συνταγή ζαχαροπλαστικής. Το αλατισμένο βούτυρο μπορεί να κρατηθεί για το ψωμί ή για αλμυρές παρασκευές, όπου η ακρίβεια στη δόση του αλατιού δεν είναι τόσο κρίσιμη.