Εκχύλισμα εσπεριδοειδών με υψηλή περιεκτικότητα σε φλαβονοειδή, αλλάζει ευεργετικά τις μεταβολικές αποκρίσεις του εντέρου σε άτομα με χαρακτηριστικά μεταβολικού συνδρόμου.
Τις τελευταίες δεκαετίες, η δυτική διατροφή και ο τρόπος ζωής αναδύονται και εξαπλώνονται παγκοσμίως. Αυτό θέτει ένα σημαντικό ζήτημα για τη δημόσια υγεία, καθώς αυτός ο τρόπος ζωής έχει εμπλακεί στην ανάπτυξη διαφόρων μεταβολικών διαταραχών, όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης τύπου 2 και το μεταβολικό σύνδρομο (MetS).
Εκτός από τους παράγοντες που σχετίζονται με τη διατροφή και τον τρόπο ζωής, η σύνθεση της εντερικής μικροχλωρίδας θα πρέπει επίσης να θεωρείται ως παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει τον ανθρώπινο μεταβολισμό και την υγεία. Στόχος μελέτης που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Foods του mdpi στο ειδικό θέμα Επιδράσεις λειτουργικών τροφίμων ή βιοδραστικών ενώσεων τροφίμων σε μεταβολικές ασθένειες που σχετίζονται με την εντερική μικροχλωρίδα, ήταν να διερευνήσει τις επιδράσεις ενός εκχυλίσματος εσπεριδοειδών πλούσιου σε φλαβονοειδή, στις μεταβολικές αποκρίσεις του εντέρου σε άτομα με χαρακτηριστικά μεταβολικού συνδρόμου. Μέχρι τώρα, τα δεδομένα σχετικά με τις επιδράσεις των φλαβονοειδών εσπεριδοειδών στις εντερικές αποκρίσεις στη μεταβολική υγεία των ανθρώπινων ατόμων και ιδιαίτερα εκείνων με μεταβολικές διαταραχές, ήταν σπάνια.
Σε εθελοντές, 12 εβδομάδες ημερήσιας συμπλήρωσης με 500 mg εκχυλίσματος εσπεριδοειδών με τυποποιημένη περιεκτικότητα εσπεριδίνης και ναρινγίνης, οδήγησε σε σημαντική μετατόπιση στο προφίλ λιπαρών οξέων βραχείας αλυσίδας (SCFA) προς περισσότερο βουτυρικό σε σύγκριση με την ομάδα εικονικού φαρμάκου. Επιπλέον, υπήρξε μια τάση προς μείωση των επιπέδων καλπροτεκτίνης των κοπράνων, – δείκτης για φλεγμονή του εντέρου-, σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο.
Αυτά τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι η πρόσληψη εκχυλίσματος εσπεριδοειδών μπορεί να έχει θετική επίδραση στις μεταβολικές αποκρίσεις του εντέρου και μέσω αυτού, στην υγεία του ξενιστή σε άτομα με χαρακτηριστικά μεταβολικού συνδρόμου. Απαιτείται όμως περαιτέρω έρευνα για να δοθούν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τους πιθανούς υποκείμενους μηχανισμούς και να μελετηθούν οι επιπτώσεις στις κλινικές παραμέτρους.
Για να διαβάσετε τη μελέτη πατήστε ΕΔΩ.