Η επίδραση της κατανάλωσης ψωμιού με χαμηλή απελευθέρωση ινσουλίνης, στο βάρος.
Το ψωμί αναμφισβήτητα είναι το πιο γνωστό και δημοφιλές τρόφιμο με βάση τα δημητριακά στον κόσμο και είναι επίσης μια από τις μεγαλύτερες πηγές υδατανθράκων στη δυτική διατροφή. Στην Ευρώπη, παρέχει έως και το 30% της ημερήσιας κατανάλωσης υδατανθράκων στις γυναίκες και έως το 37% στους άνδρες
Μέχρι σήμερα τα δεδομένα σχετικά με τις επιδράσεις του ψωμιού στην ανάπτυξη βάρους είναι ασυνεπή. Όμως ερευνητές από το Δυτικογερμανικό Κέντρο Διαβήτη και Υγείας στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας, διεξήγαγαν μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nutrients, αναλύοντας την επίδραση διαφορετικών τύπων ψωμιού στα επίπεδα γλυκόζης και ινσουλίνης και σύγκριναν τα αποτελέσματα της κατανάλωσης ενός ψωμιού με μέτρια περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες, (και χαμηλής απελευθέρωσης ινσουλίνης) έναντι ενός συμβατικού ψωμιού σίκαλης από αλεσμένο σιτάρι, για να εξετάσουν την αλλαγή βάρους σε υπέρβαρα άτομα σε μια τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη δοκιμή 3 σταδίων. Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν να προσδιορίσει το δυναμικό διέγερσης της ινσουλίνης διαφορετικών τύπων ψωμιού και ταυτόχρονα να αποδείξει την υπόθεση ότι η κατανάλωση ενός ψωμιού με χαμηλά επίπεδα απελευθέρωσης ινσουλίνης σε σύγκριση με ένα συμβατικό ψωμί υψηλότερης ινσουλινογόνου δράσης θα οδηγούσε σε σημαντική διαφορά αλλαγή βάρους σε υπέρβαρους ενήλικες.
Το ψωμί παρέχει υδατάνθρακες, πρωτεΐνες, φυτικές ίνες, βιταμίνες, μέταλλα και διάφορες άλλες βιοδραστικές ουσίες. Το ψωμί που αποτελείται από ραφιναρισμένο/λευκό αλεύρι σίτου ή αλεσμένα δημητριακά ολικής αλέσεως έχει υψηλούς δείκτες ινσουλίνης ( οι οποίοι είναι γνωστό ότι αναστέλλουν τη λιπόλυση) και γλυκαιμικούς δείκτες. Η υπερινσουλιναιμία και οι δίαιτες πλούσιες σε υδατάνθρακες αυξάνουν τον κίνδυνο για παχυσαρκία, καρδιαγγειακές παθήσεις και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.
Από την άλλη η κατανάλωση τροφίμων χαμηλής απελευθέρωσης ινσουλίνης έχουν συσχετιστεί με κλινικά σημαντική απώλεια βάρους. Έτσι, η μείωση της πρόσληψης υδατανθράκων που καταναλώνονται είναι μια αποτελεσματική στρατηγική απώλειας βάρους, ενώ η κατανάλωση ψωμιού υψηλής επεξεργασίας αυξάνει τον κίνδυνο παχυσαρκίας. Επομένως, η συνειδητή επιλογή ψωμιού θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά τη διαχείριση του βάρους.
Οι συμμετέχοντες στην μελέτη, ενώ δεν άλλαξαν καθόλου την υπόλοιπη διατροφή τους, άρχισαν να καταναλώνουν δύο είδη ψωμιού: Ψωμί τύπου σίκαλης που περιελάμβανε αλεύρι τύπου 997, και ψωμί χαμηλής απελευθέρωσης ινσουλίνης που περιείχε ηλιόσπορους, νιφάδες βρώμης, φλοιούς ψυλλίου, σπόρους chia, μέλι αρτοποιίας, σπόρους λιναριού, φασόλια Rhinish και ψιλοκομμένα αμύγδαλα. Το ψωμί που διεγείρει χαμηλή ινσουλίνη περιείχε λιγότερο άμυλο από το αλεσμένο ψωμί σίκαλης ολικής αλέσεως. Η χαμηλότερη περιεκτικότητά του σε ενέργεια αντισταθμίστηκε από υψηλότερη περιεκτικότητα σε λιπαρά. Η περιεκτικότητα σε ίνες των τύπων ψωμιού που αναλύθηκαν διατηρήθηκε παρόμοια και, επιπλέον, δεν υπήρχαν σημαντικές διαφορές όσον αφορά την περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη, την υφή και τη γεύση μεταξύ των δύο ψωμιών της μελέτης.
Κατά τη διάρκεια της προκαταρκτικής δοκιμής, μετά από ολονύκτια νηστεία, οι συμμετέχοντες στη μελέτη έλαβαν 50 g από τους διαφορετικούς τύπους ψωμιού σε παρόμοιες πρωινές ώρες σε διαδοχικές ημέρες σε τυχαία σειρά, κατά τη διάρκεια της οποίας πραγματοποιήθηκε συνεχής παρακολούθηση γλυκόζης (CGM).
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η μεταγευματική γλυκόζη μετά την κατανάλωση ψωμιού μέτριας ή χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες ήταν σημαντικά χαμηλότερη σε σύγκριση με τα συμβατικά είδη ψωμιού. Οι αναλύσεις των επιπέδων ινσουλίνης έδειξαν ότι οι μεταγευματικές εκτροπές μειώθηκαν επίσης μετά την κατανάλωση του ψωμιού παρέμβασης έναντι του ψωμιού ελέγχου. Επίσης το σωματικό βάρος μειώθηκε σημαντικά στους λήπτες ψωμιού χαμηλής απελευθέρωσης ινσουλίνης κατά μέσο όρο 1,80 kg. Έτσι, η κατανάλωση ψωμιού με χαμηλά επίπεδα απελευθέρωσης ινσουλίνης μπορεί να είναι μια αποτελεσματική και απλή παρέμβαση στον τρόπο ζωής για τα υπέρβαρα άτομα, ειδικά εκείνα σε μεγαλύτερη ηλικία.
Για να διαβάσετε ολόκληρη τη μελέτη πατήστε ΕΔΩ.