Του Γιάννη Ζαμπετάκη*
Από την στιγμή που η Ρωσία έκανε την εισβολή στην Ουκρανία, άρχισαν να γίνονται φανερά τα πρώτα σημάδια μιας επισιτιστικής κρίσης που θα αντιμετωπίσουμε όλοι μας.
Το 2020 η Ρωσία και η Ουκρανία αντιπροσώπευαν μαζί το 25,6% των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού (17,6% από Ρωσία, 8% από Ουκρανία), το 23,9% των παγκόσμιων εξαγωγών κριθαριού (12,1% από Ρωσία, 11,8% από Ουκρανία) και το 14% των παγκόσμιων εξαγωγών καλαμποκιού (13,2% από Ουκρανία, 1,1% από Ρωσία). Οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας αυξάνουν τις τιμές των τροφίμων, με αποτέλεσμα ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ να έχει σημάνει συναγερμό για κίνδυνο επισιτιστικής κρίσης σε Αφρική και Μέση Ανατολή.
Οι εξαγωγές της Ουκρανίας σε λιπάσματα και φυτοφάρμακα έχουν σταματήσει. Η Ρωσία έχει απαγορεύσει προσωρινά τις εξαγωγές σιτηρών στους γείτονές της στην πρώην Σοβιετική Ένωση, ενώ υπάρχει σύσταση για διακοπή των εξαγωγών λιπασμάτων, κάτι που θα μπορούσε να έχει σημαντικό αντίκτυπο διεθνώς αφού αποτελεί το μεγαλύτερο παραγωγό νιτρικού αμμωνίου στον κόσμο. Αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο των παγκόσμιων εξαγωγών και η παραπάνω απόφαση θα έχει απρόβλεπτες συνέπειες επηρεάζοντας μεγάλους εξαγωγείς σιτηρών, όπως τη Βραζιλία, η οποία εισάγει περίπου το 85% των λιπασμάτων της, κυρίως από τη Ρωσία.
Για χώρες, όπως η Ελλάδα, που χρειαζόμαστε λιπάσματα αλλά και πρώτες ύλες για την παραγωγή ζωοτροφών, οι συνέπειες είναι ακόμα άγνωστες. Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα πρέπει να καταστρώσουμε πλάνα διαχείρισης κρίσης και εύρεσης νέων οδών για εισαγωγές.