Η ανασφάλεια στον κυβερνοχώρο είναι μια νέα πραγματικότητα, και πλέον τίθεται το ερώτημα αν η βιομηχανία τροφίμων είναι κατάλληλα εξοπλισμένη για να την αντιμετωπίσει.
Η ανασφάλεια στον κυβερνοχώρο είναι ένα ζήτημα διόλου άγνωστο και σπάνιο σε κάθε κλάδο. Ωστόσο για τη βιομηχανία των τροφίμων, η κατάσταση έχει γίνει σχετικά έντονη τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα οι ειδικοί να προβλέπουν μια δυσοίωνη εικόνα για το άμεσο και έμμεσο μέλλον των τροφίμων.
Όπως αναφέρει και η ιστοσελίδα του περιοδικού New Food Magazine, στο συνέδριο Food Safety Summit 2022, αρκετοί ειδικοί υποστήριξαν ότι η «επερχόμενη» καταιγίδα παραβίασης των δεδομένων του κλάδου στον κυβερνοχώρο που φοβόνταν τόσο πολύ και για πολύ καιρό, έχει στην πραγματικότητα έρθει.
Το Διαδίκτυο έδωσε τη δυνατότητα στη βιομηχανία τροφίμων να επιτύχει καλύτερη “σύνδεση” με τους καταναλωτές, ενώ παράλληλα η σύγχρονη τεχνολογία της έχει επιτρέψει να γίνει πιο αποτελεσματική, προσφέροντας κάθε είδους «έξυπνο» εξοπλισμό. Αλλά, κάθε νέα συσκευή συνδεσιμότητας αφήνει μια επιχείρηση περισσότερο εκτεθειμένη σε επιθέσεις και η εξάρτηση από την τεχνολογία απλά εντείνει την κατάσταση ως προς αυτό.
Να αναφέρουμε μόνο μερικά παραδείγματα κυβερνοπίθεσης σε εταιρείες τροφίμων όπως:
Το διαδίκτυο μπορεί να φτιάχτηκε με σκοπό να είναι μια ασφαλής δομή, η οποία συνδέει τους ανθρώπους μεταξύ τους, αλλά εξελίχτηκε σε κάτι μεγαλύτερο. Στο διαδίκτυο, φυσικά, υπάρχουν και κακόβουλοι χρήστες, καθιστώντας κάθε τομέα που εξαρτάται από αυτό ευάλωττο σε κλοπές δεδομένων. Οπότε πώς θα μπορούσε να εξαιρεθεί η βιομηχανία τροφίμων από αυτή την πραγματικότητα, εφόσον ανήκει στους πιο τεχνολογικά εξαρτώμενους κλάδους;
Πρόσφατα, έχει πάρει αρκετά μεγάλη έκταση η λεγόμενη «επανάσταση ransomware», η οποία ουσιαστικά αφορά επίθεση χάκερ σε μια συσκευή για την κλοπή δεδομένων, με σκοπό την απαίτηση λύτρων. Η έλευση της τεχνολογίας cloud σε ένα σημείο θεωρήθηκε ότι ήταν η απάντηση σε αυτό, καθώς με τη δημιουργία αντιγράφων ασφαλείας κατευνάζεται κάπως η ζημιά που γίνεται από μια τέτοια επίθεση. Ωστόσο, οι χάκερ έχουν προσαρμοστεί και σε αυτό, καταφέρνοντας να πετύχουν τη διαγραφή των αντιγράφων για να συνεχίζουν να απαιτούν λύτρα με αντάλλαγμα τα κλεμμένα δεδομένα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την διαρροή ευαίσθητων δεδομένων για ένα σύστημα ασφάλειας τροφίμων ή μιας επιχείρησης στη βιομηχανία τροφίμων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η επίθεση του ιού WannaCry το 2017, με στόχο το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Μ. Βρετανίας που υπολογίζεται ότι επηρέασε περίπου 70.000 τεμάχια εξοπλισμού του, ανάμεσά τους και μηχανήματα από τα οποία εξαρτιόταν η ζωή ορισμένων ασθενών για μέρες.
Εφόσον είναι πλέον σαφές πως η ανασφάλεια στον κυβερνοχώρο είναι μια νέα πραγματικότητα, τίθεται το ερώτημα αν η βιομηχανία τροφίμων είναι κατάλληλα εξοπλισμένη για να την αντιμετωπίσει. Αυτό είναι αρκετά αμφίβολο, αφού αρκετοί κλάδοι, όπως της υγείας, δεν διαθέτουν ειδικούς και τα κατάλληλα μέσα για την αντιμετώπιση επιθέσεων κυβερνοχώρου πόσο μάλλον ο κλάδος των τροφίμων. Αυτό είναι κάτι που θα έπρεπε να αλλάξει σύντομα και οι επιχειρήσεις του κλάδου θα πρέπει, εκτός από ζητήματα ασφάλειας τροφίμων να επενδύουν και στην ασφάλεια των δεδομένων τους στον κυβερνοχώρο, αφού το ένα είναι αλληλένδετο του άλλου.
Το καλό είναι πως μερικές εταιρείες, έχουν κατανοήσει πλήρως την απειλή, καθώς σύμφωνα με τη βάση δεδομένων αναλύσεων εργασίας της GlobalData που παρακολουθεί τα καθημερινά πρότυπα προσλήψεων χιλιάδων εταιρειών σε όλο τον κόσμο, περίπου το 37,3% των εταιρειών τροφίμων έκαναν τον Απρίλιο τουλάχιστον μία πρόσληψη που σχετίζεται με την προστασία από διαδικτυακές επιθέσεις.
Βέβαια, με τις επιχειρήσεις να ανακάμπτουν ακόμα από τα πλήγματα της πανδημίας το κόστος μιας τέτοιας κίνησης μπορεί να είναι δυσβάσταχτο. Στα τέλη του 2021 ορισμένες Ευρωπαϊκές εταιρείες λιανικής και διανομής τροφίμων ζήτησαν από την ΕΕ να εξαιρέσει τις μεσαίες επιχειρήσεις από τις δυνητικά δαπανηρές υποχρεώσεις κυβερνοασφάλειας που περιγράφονται στην προτεινόμενη οδηγία NIS 2, η οποία ουσιαστικά καλύπτει όλες τις μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις σε ουσιώδεις τομείς, με το νέο πεδίο εφαρμογής της να αποσκοπεί στην αποφυγή ελλείψεων τροφίμων σε περίπτωση κυβερνοεπίθεσης. Ίσως, λοιπόν, το να γίνουν αυτές οι υπηρεσίες πιο προσιτές και μέρος ενός κρατικού σχεδιασμού για την επιχειρηματικότητα, να αποτελεί ένα καλό πρώτο βήμα για την ασφάλεια του κλάδου ενάντια σε κακόβουλες επιθέσεις λογισμικών και δεδομένων.