Aπόφαση της Μεγάλης Βρετανίας να εγκαταλείψει την καταληκτική προθεσμία για κατάργηση όλων των ευρωπαϊκών κανονισμών και οδηγιών που έχουν ενσωματωθεί στη νομοθεσία μέχρι το τέλος του 2024.
Το Brexit, οκτώ ολόκληρα χρόνια μετά το δημοψήφισμα με το οποίο η πλειοψηφία των Βρετανών αποφάσισε την έξοδο από την ΕΕ και τρία χρόνια από την τυπική εκκίνησή του, αποδεικνύεται μια εξαιρετικά περίπλοκη διαδικασία που αναγκάζει την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου να καταπατά και να αναθεωρεί όλα τα χρονοδιαγράμματα που έχει θέσει για την πλήρη «απεξάρτησή» της από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Τελευταίο χαρακτηριστικό δείγμα της δυσκολίας είναι η απόφαση να καταργήσει την καταληκτική προθεσμία για κατάργηση όλων των ευρωπαϊκών κανονισμών και οδηγιών που έχουν ενσωματωθεί στη βρετανική νομοθεσία μέχρι το τέλος του έτους. Το νομοθετημένο αυτό σχέδιο εγκαταλείπεται και αναζητούνται πιο ρεαλιστικές λύσεις, που αφορούν και την ισχυρή ευρωπαϊκή νομοθεσία για την ασφάλεια των τροφίμων και την προστασία των καταναλωτών.
Και είναι μια λογική εξέλιξη, αφού ήταν πρακτικά αδύνατο να καταργηθούν και να αντικατασταθούν πάνω από 2.400 ευρωπαϊκά νομοθετήματα που είχαν μείνει σε ισχύ κατά τη μεταβατική περίοδο του Brexit, δηλαδή μέχρι τον προσεχή Δεκέμβριο. Από αυτό το τεράστιο σύνολο κανονισμών και οδηγιών της ΕΕ ο βρετανικός Οργανισμός για τα Πρότυπα Τροφίμων (FSA) εντόπισε μόλις οκτώ νομοθετήματα που μπορούν να καταργηθούν εδώ και τώρα χωρίς να επηρεαστεί η ασφάλεια και τα ελάχιστα πρότυπα των τροφίμων που παράγονται ή εισάγονται στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αλλά υπάρχουν δεκάδες άλλα νομοθετήματα που μέχρι στιγμής δεν έχουν επαρκή βρετανικά «υποκατάστατα».
Την αναβολή της «ημερομηνίας λήξης» της ευρωπαϊκής νομοθεσίας στη Βρετανία ζητούσαν μεταξύ άλλων το Ινστιτούτο Πιστοποίησης Εμπορικών Προτύπων (CTSI) και η καταναλωτική ένωση “Which?”. To Ινστιτούτο CTSI χαρακτήρισε ευπρόσδεκτη την απόφαση της κυβέρνησης να μεταθέσει το χρονοδιάγραμμα κατάργησης των ευρωπαϊκών νομοθετημάτων, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι η γραφειοκρατική προσήλωση στον στόχο αυτό εμπόδιζε την πρόοδο σε άλλα πεδία δράσης, ιδιαίτερα στην πολυαναμενόμενη επανεξέταση της ασφάλειας των τροφίμων και άλλων αγαθών που έχει παγώσει επικίνδυνα,
Το Ινστιτούτο εστιάζει το ενδιαφέρον του σε περίπου 600 ευρωπαϊκά νομοθετήματα για να διασφαλίσει ότι με την κατάργησή τους δεν θα χαθούν ζωτικοί κανόνες προστασίας για τους καταναλωτές ή τις επιχειρήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου. Ζητεί, λοιπόν, από την κυβέρνηση να αφιερώσει χρόνο ώστε να διαβουλευτεί με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη της παραγωγής και διανομής των αγαθών ώστε να αξιολογήσει σωστά τι μπορεί να ανακληθεί άμεσα από τη νομοθεσία της ΕΕ διασφαλίζοντας όμως ότι στη θέση του υπάρχει ένα ισχυρό και σύγχρονο σύστημα προστασίας.
Λογική και ρεαλιστική χαρακτηρίζει την απόφαση για μετάθεση της ημερομηνίας λήξης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και η βρετανική Εθνική Ενωση Αγροτών, που εκτιμά ότι το Brexit δίνει ευκαιρία για βελτίωση του βρετανικού ρυθμιστικού πλαισίου που διέπει τη γεωργία και το περιβάλλον. Κατά της άστοχης, βιαστικής κατάργησης των ευρωπαϊκών κανονισμών τάχθηκε και το Ινστιτούτο Πιστοποίησης Περιβαλλοντικής Υγείας (CIEH), που ζητά μεγαλύτερη διαβούλευση και ισχυρότερη κοινοβουλευτική επιτήρηση της καταργούμενης νομοθεσίας. «Δεν είναι δυνατό να καταργηθούν χιλιάδες νομοθετήματα με μια απλή ρήτρα σε ένα νομοσχέδιο», είπε εκπρόσωπος του Ινστιτούτου.
Ισχυρή κριτική δέχεται επίσης από ενώσεις παραγωγών και εμπόρων της Βρετανίας το σύστημα πληροφορικής (IT) του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Τροφίμων και Γεωργίας (Defra), στο οποίο υπόκεινται αγρότες, κτηνίατροι, επιστήμονες και έμποροι οι οποίοι υποχρεούνται να συμπληρώνουν συγκεκριμένες φόρμες για τα ζητήματα της ασφάλειας των τροφίμων, τις ασθένειες των ζώων κτηνοτροφίας κ.α. Τα συστήματα πληροφορικής του Defra είναι τόσο ξεπερασμένα και αποσυνδεδεμένα που σε ορισμένες περιπτώσεις οι επαγγελματίες αναγκάζονται να αγοράσουν απαρχαιωμένο εξοπλισμό μόνο και μόνο για να συμπληρώσουν τα έντυπα για να εκπληρώσουν τις ρυθμιστικές τους υποχρεώσεις. «Αντιμετωπίζουμε επιδημίες και κινδύνους που εξαπλώνονται αστραπιαία, είναι αδύνατο να τις αντιμετωπίσουμε με συστήματα πληροφόρησης που βασίζονται ακόμη στο χαρτί», λένε χαρακτηριστικά εκπρόσωποι των παραγωγών και επιστημόνων της διατροφικής αλυσίδας στη Βρετανία.