Η πρωτοφανής σε μέγεθος ανάκληση των προϊόντων της σοκολατοβιομηχανίας Strauss στο Ισραήλ, έχει πλέον επεκταθεί σε πολλές χώρες – Pest Control στη βιομηχανία τροφίμων – Πώς σχολιάζει το περιστατικό ο πρόεδρος του ΣΕΑΜΕ Γ. Λάμπρου
Της Κατερίνας Κουδούνα*
Η μαζική ανάκληση των προϊόντων Elite της Strauss – ένας από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές τροφίμων στο Ισραήλ με 15.000 υπαλλήλους παγκοσμίως, που δραστηριοποιείται σε περισσότερες από 20 χώρες – ανακοινώθηκε για πρώτη φορά την περασμένη Δευτέρα 25 Απριλίου και επεκτάθηκε τις επόμενες ημέρες περιλαμβάνοντας ένα ευρύ φάσμα από σοκολάτες, γκοφρέτες, κέικ, μπισκότα, παγωτά, τσίχλες και γλυκά. Η Unilever Israel αναγκάστηκε επίσης να αποσύρει πολλά από τα παγωτά της, αφού η Strauss την προμηθεύει με πρώτες ύλες (σοκολάτα). Η επιμόλυνση αυτή, έφερε την πιο μεγάλη ανάκληση που έχει γίνει ποτέ στον όμιλο, κάτι που σοκάρει το καταναλωτικό κοινό και έχει στιγματίσει την εμπιστοσύνη του προς την εταιρεία.
Το θέμα των ανακλήσεων ξεπέρασε κατά πολύ τα σύνορα του Ισραήλ, με τριψήφιο αριθμό προϊόντων να ανακαλούνται στις ΗΠΑ, την Αυστραλία και ακολούθησαν η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Στην Κυριακάτικη έκθεσή του, το υπουργείο Υγείας του Ισραήλ κατηγόρησε την Strauss για μια σειρά αστοχιών και παραλείψεων, συμπεριλαμβανομένων των κατασκευαστικών εργασιών στο εργοστάσιο που όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, πραγματοποιήθηκαν χωρίς ανησυχία για τις επιπτώσεις τους στην παραγωγική διαδικασία. Η διείσδυση περιστεριών στο εργοστάσιο, το οποίο έκλεισε για τρεις μήνες, θα μπορούσε ενδεχομένως να διαδραματίσει κάποιο ρόλο, ενώ γίνεται μνεία και για τον ανεκπλήρωτο ρόλο του διευθυντή ασφάλειας των τροφίμων στο εργοστάσιο, καθώς και για τις ακατάλληλες συνθήκες απόψυξης για τα γαλακτοκομικά λίπη που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή σοκολάτας.
Το υπουργείο δήλωσε ότι η παρουσία περιστεριών στο εργοστάσιο πριν από αρκετές εβδομάδες αντιμετωπίστηκε αμέσως, αλλά ότι το εργοστάσιο έπρεπε να διενεργήσει “ολοκληρωμένες αναλύσεις” για να καθορίσει εάν τα περιστέρια συνδέονταν με τη μόλυνση από Salmonella.
Από τα 300 δείγματα που έχουν ληφθεί μέχρι στιγμής από το εν λόγω εργοστάσιο, περίπου 30 έχουν βγει θετικά για παρουσία Salmonella.
21 άτομα στο Ισραήλ έχουν αναφέρει συμπτώματα δηλητηρίασης από Salmonella και πιστεύεται ότι κατανάλωσαν επηρεαζόμενα προϊόντα.
Το υπουργείο Υγείας του Ισραήλ διευκρίνισε ότι δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ της μόλυνσης από σαλμονέλα στο εργοστάσιο Strauss και μιας παρόμοιας μόλυνσης στο Βέλγιο των προϊόντων Kinder.
Η Strauss έχει δεχτεί έντονη κριτική για το χρονικό κενό της μίας εβδομάδας που περίμενε από τα αρχικά εργαστηριακά αποτελέσματα μέχρι να ενημερώσει το κοινό, όμως το υπουργείο Υγείας δήλωσε ότι σωστά έπραξε, αφού ακολούθησε όλες τις σχετικές οδηγίες καθώς διεξήγαγε δοκιμές.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Strauss, Giora Bar-Dea, παραδέχτηκε τις δυσλειτουργίες καθώς και την αποτυχία στο σύστημα ασφάλειας.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Διευθύνων Σύμβουλος της Strauss Israel, Eyal Dror, δήλωσε πως ήταν μια δύσκολη εβδομάδα και για τους 750 εργαζόμενους στο εργοστάσιο αλλά προκάλεσε αντιδράσεις καθώς υποστήριξε πως μερικές φορές συμβαίνουν αυτά τα πράγματα…
Τι προβλέπεται από τα πρότυπα ασφάλειας τροφίμων για το bird control
Όμως για να… μην συμβαίνουν αυτά τα πράγματα, το πρότυπο ISO 22000:2018 για τα συστήματα διαχείρισης ασφάλειας τροφίμων, κάνει ιδιαίτερη μνεία για τον έλεγχο παρασίτων (pest control) στο κεφάλαιο 8.2 για τα προαπαιτούμενα προγράμματα (PRPs).
Πηγαίνοντας ένα βήμα πιο πέρα, το πρότυπο BRC Food safety issue 8 κάνει σαφή λόγο συγκεκριμένα για bird control στα εξής σημεία:
- Κτιριακή απαίτηση 4.1.3 Τα δομικά υλικά του κτιρίου πρέπει να συντηρούνται για να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα μόλυνσης του προϊόντος (εξάλειψη φωλιών πουλιών, σφράγιση κενών γύρω από σωλήνες για την αποφυγή εισόδου παρασίτων, εισροής νερού και άλλων επιμολυντών).
- Απαίτηση διαχείρισης παρασίτων 4.14.7 Ο χώρος πρέπει να διαθέτει επαρκή μέτρα για να αποτρέπει την είσοδο πτηνών στα κτίρια ή την φωλεοποίηση πάνω από τους χώρους φόρτωσης ή εκφόρτωσης.
Στην ιστοσελίδα της η Strauss, δεν αναφέρει αν τηρεί ή αν είναι πιστοποιημένη με κάποιο πρότυπο, παρά μόνο ότι η συντριπτική πλειοψηφία των προμηθευτών της είναι πιστοποιημένοι με ISO 22000, ISO 9001, HACCP, ενώ στη σελίδα του ομίλου, χωρίς πολλές λεπτομέρειες, αναφέρεται γενικώς ότι:
“Οι περισσότερες από τις εγκαταστάσεις παραγωγής του Ομίλου στο Ισραήλ και ορισμένες από τις εγκαταστάσεις του στο εξωτερικό είναι πιστοποιημένες κατά ISO 9001 (Διαχείριση Ποιότητας), καθώς και πιστοποιημένες σύμφωνα με το πρότυπο ελέγχου ασφάλειας τροφίμων, HACCP (Ανάλυση Κινδύνου & Κρίσιμα Σημεία Ελέγχου), το πρότυπο ISO 22000 και άλλα προαιρετικά πρότυπα όπως το ISO 14001. Ο Όμιλος έχει θεσπίσει εσωτερικές διαδικασίες επιβολής για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τα πρότυπα και τους κανονισμούς όσον αφορά τα τρόφιμα, την ποιότητα του περιβάλλοντος και την ασφάλεια.“
Η θέση του ΣΕΑΜΕ για το θέμα του bird control
Με δήλωσή του στο cibum, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Απεντομώσεων και Μυοκτονιών Ελλάδος – ΣΕΑΜE, κ. Γιώργος Λάμπρου επισημαίνει:
“Σε κάθε επιχείρηση του Κλάδου Τροφίμων & Ποτών είναι απαραίτητο να γίνεται μία εκτίμηση κινδύνων προσβολής από παράσιτα, λαμβάνοντας υπόψη την τοποθεσία, τη δραστηριότητα και τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιεί, ώστε να ληφθούν έγκαιρα τα απαραίτητα προληπτικά μέτρα για τον μείωση του κινδύνου. H κατάρτιση του πλάνου ολοκληρωμένης διαχείρισης παρασίτων πρέπει να εφαρμόζεται πάντα με χρήση επιστημονικά αποδεκτών μεθόδων, και εφόσον έχουν ληφθεί τα μέτρα προστασίας ανθρώπων, πανίδας, χλωρίδας, περιβάλλοντος, εξοπλισμού και προϊόντων-τροφίμων
Στην Ελλάδα το επίπεδο του Pest Control είναι υψηλό και αυξάνεται διαρκώς. Δραστηριοποιούνται αξιόλογες επιχειρήσεις, στις οποίες απασχολούνται καταρτισμένοι Επιστήμονες και έμπειρο τεχνικό προσωπικό, το οποίο επανεκπαιδεύεται τακτικά.
Σημείο αναφοράς για τις εργασίες διαχείρισης παρασίτων στη χώρα μας, αποτελεί ο “Οδηγός ορθής πρακτικής για την ολοκληρωμένη προστασία από ζωικούς εχθρούς και έντομα στις επιχειρήσεις τροφίμων“, στον οποίο περιγράφεται η ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή μεθόδων συνολικής διαχείρισης, παρακολούθησης και καταπολέμησης ζωικών εχθρών και εντόμων, επιβλαβών για την υγιεινή των εγκαταστάσεων και την ασφάλεια των τροφίμων, που μπορεί να απειλούνται. Η σύνταξη του Οδηγού έγινε με μέριμνα του Συνδέσμου Εταιρειών Απεντόμωσης και Μυοκτονίας Ελλάδας (ΣΕΑΜΕ) και την υποστήριξη του ΕΦΕΤ καθώς και διάφορων συνδέσμων/κλάδων που σχετίζονται με τα τρόφιμα. Ο Οδηγός αξιολογήθηκε και εγκρίθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΦΕΤ, με την υπ. αριθμ. 515/21-12-2015 απόφαση και διατίθεται ελεύθερα από τις ιστοσελίδες του Ε.Φ.Ε.Τ. και του Σ.Ε.Α.Μ.Ε.
Τα περιστέρια κατατάσσονται στα παράσιτα αστικού περιβάλλοντος. Δημιουργούν φωλιές σε οποιοδήποτε χώρο μπορεί να τους προσφέρει καταφύγιο και πρόσβαση σε νερό και τροφή.
Η απομάκρυνσή τους, εφόσον εγκατασταθούν, είναι ιδιαίτερα δύσκολη, για το λόγο αυτό πρέπει να λαμβάνονται άμεσα τα μέτρα πρόληψης.
Τα παθογόνα τα οποία ενδημούν στα περιττώματα των πτηνών και στη σκόνη που παράγεται από αυτά, υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσουν σοβαρές ασθένειες στον άνθρωπο, και ειδικότερα σε ευαίσθητες πληθυσμιακές ομάδες. Η παρουσία των πτηνών σε συστήματα εξαερισμού επιτρέπει μέσω αυτών τη διασπορά των παθογόνων μικροοργανισμών και στο εσωτερικό των κτιρίων. Πλήθος παρασίτων επίσης, βρίσκεται και στο σώμα των πτηνών, τα οποία μεταφέρονται στα κτίρια και στους χώρους όπου αυτά αναπαύονται και φωλιάζουν.
Οι τρόποι διαχείρισης που τελικά θα επιλεγούν για κάποιο χώρο πρέπει:
1) Να είναι ακίνδυνοι για τα πουλιά, εφόσον η χρήση δηλητηρίων ή ο πυροβολισμός τους είναι παράνομα στις περισσότερες περιοχές και δεν συνίστανται καθώς μπορεί να πληγούν και μη επιβλαβή είδη,
2) Να είναι αποτελεσματικοί ανάλογα με το μέγεθος της προσβολής,
3) Να απαιτούν όσο το δυνατόν μικρότερη συντήρηση.”
* Κατερίνα Κουδούνα, Τεχνολόγος Τροφίμων, MSc Διαχείριση Ποιότητας Τροφίμων, ΜSc Νομοθεσία Τροφίμων και Ποτών, Υπεύθυνη Ανάπτυξης cibum.gr