Νέα έρευνα αποκαλύπτει πιθανές αρνητικές επιπτώσεις των διατροφικών προγραμμάτων με χυμούς.

Η κατανάλωση χυμών προωθείται συχνά ως ένας εύκολος τρόπος για την αύξηση της πρόσληψης φρούτων και λαχανικών, ενώ δίαιτες που βασίζονται αποκλειστικά σε χυμούς διαφημίζονται ως μέσα αποτοξίνωσης και βελτίωσης της υγείας.
Ωστόσο, η διαδικασία χυμοποίησης αφαιρεί τις περισσότερες αδιάλυτες φυτικές ίνες, γεγονός που μπορεί να μειώσει τα οφέλη των φρούτων και λαχανικών και να επηρεάσει το μικροβίωμα του εντέρου και του στόματος.
Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nutrients, εξέτασε τον τρόπο με τον οποίο η κατανάλωση χυμών επηρεάζει τη σύνθεση του μικροβιώματος, συγκρίνοντας τρεις διαφορετικές δίαιτες: Αποκλειστική κατανάλωση χυμών, συνδυασμό χυμών με τροφή και δίαιτα φυτικής προέλευσης. Δεκατέσσερις συμμετέχοντες ακολούθησαν τις δίαιτες αυτές για τρεις ημέρες, ενώ η ανάλυση των δειγμάτων μικροβιώματος (κόπρανα, σάλιο και επιχρίσματα μάγουλου) πραγματοποιήθηκε πριν, αμέσως μετά και 14 ημέρες μετά την παρέμβαση.
Επιπτώσεις στην υγεία
Η κατανάλωση χυμών συσχετίστηκε με αλλαγές στον στοματικό μικροβιόκοσμο, με σημαντική μείωση των ωφέλιμων βακτηρίων Firmicutes και αύξηση των Proteobacteria, τα οποία σχετίζονται με φλεγμονώδεις αντιδράσεις. Επιπλέον, η υψηλή πρόσληψη ζάχαρης και η χαμηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες των χυμών συνδέθηκαν με αύξηση προφλεγμονωδών βακτηρίων στο στόμα και το μάγουλο.
Όσον αφορά το εντερικό μικροβίωμα, δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές αλλαγές στη γενική του σύνθεση, ωστόσο αυξήθηκαν συγκεκριμένες βακτηριακές ομάδες που σχετίζονται με διαταραχή της διαπερατότητας του εντέρου, φλεγμονή και γνωστική έκπτωση.
Αντίθετα, η δίαιτα εξάλειψης έδειξε θετικά αποτελέσματα, καθώς αύξησε τα βακτήρια που διασπούν φυτικές ίνες και παράγουν βουτυρικό οξύ, ένα λιπαρό οξύ που υποστηρίζει την εντερική υγεία, την ανοσολογική ισορροπία και την αντίσταση στα παθογόνα.