Νέα μελέτη αναδεικνύει τις επιπτώσεις των βακτηρίων του τυριού στη μικροβιακή ισορροπία του εντέρου.
Η διατροφή αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη διαμόρφωση του εντερικού μικροβιώματος, επηρεάζοντας τη σύνθεση και τη λειτουργία του. Τα τρόφιμα που έχουν υποστεί ζύμωση, όπως το γιαούρτι και το τυρί, περιέχουν βακτήρια γαλακτικού οξέος που μπορούν να μεταφερθούν στο έντερο, όπου συμβάλλουν στην προστασία έναντι παθογόνων, στη βιοσύνθεση βιοδραστικών ενώσεων και στη ρύθμιση της εντερικής λειτουργίας.
Παρόλο που η κατανάλωση τυριού έχει συσχετιστεί με διάφορα οφέλη για την υγεία, η επίδρασή του στη σύνθεση του εντερικού μικροβιόκοσμου δεν έχει πλήρως διευκρινιστεί.
Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Applied and Environmental Microbiology, διερεύνησε πώς η κατανάλωση τυριού επηρεάζει τη μικροβιακή κοινότητα του εντέρου, χρησιμοποιώντας ένα σύστημα προσομοίωσης εντερικού περιβάλλοντος in vitro (GESM).
Οι ερευνητές ανέλυσαν 15 διαφορετικά τυριά και αξιολόγησαν την επίδρασή τους στη σύνθεση και τη λειτουργικότητα του μικροβιώματος, αποκαλύπτοντας σημαντικές αλλαγές στη βακτηριακή ισορροπία και στη βιοχημική δραστηριότητα του εντέρου.
Τα ευρήματα της μελέτης
Η καλλιέργεια των τυριών στο GESM έδειξε σημαντικές αλλαγές στη σύνθεση της μικροβιακής κοινότητας. Τα κυρίαρχα βακτήρια μειώθηκαν, ενώ ορισμένα είδη παρουσίασαν αύξηση. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν το Hafnia paralvei, το οποίο σε ένα συγκεκριμένο τυρί (L3) αυξήθηκε από 0,08% σε 86% μετά την καλλιέργεια, υποδηλώνοντας την ικανότητά του να κυριαρχεί στο περιβάλλον του εντέρου.
Μεταγονιδιωματική ανάλυση ανέδειξε ότι τα Clostridium butyricum, H. paralvei και Enterobacter hormaechei εμπλουτίστηκαν μετά την επώαση στο GESM. Αυτά τα βακτήρια συνδέονται με ευεργετικές λειτουργίες, όπως η παραγωγή λιπαρών οξέων μικρής αλύσου (SCFA), η προστασία από οξειδωτικό στρες και η ενίσχυση του εντερικού επιθηλίου.
Η RNA αλληλούχιση αποκάλυψε τρεις διαφορετικές ομάδες γονιδιακής έκφρασης, με μία από αυτές (EXC2) να επικρατεί. Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν 62 ένζυμα που σχετίζονται με τη μεταβολική δραστηριότητα του εντέρου, όπως η παραγωγή SCFA και η σύνθεση βιταμινών.
Η μεταβολομική ανάλυση με υγρή χρωματογραφία-φασματομετρία μάζας εντόπισε 1.787 βιοχημικά σήματα, από τα οποία 142 παρουσίασαν σημαντικές αλλαγές μετά την καλλιέργεια των τυριών στο GESM. Μεταξύ αυτών, 45 ενώσεις ταυτοποιήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων μεταβολιτών που εμπλέκονται στην εντερική υγεία.
Ένα αξιοσημείωτο εύρημα ήταν η μείωση των επιπέδων του γλυκοχολικού οξέος, ενός μεταβολίτη των χολικών οξέων που επηρεάζει τη βακτηριακή ισορροπία του εντέρου και συνδέεται με την αντίσταση σε παθογόνα. Αυτό υποδηλώνει ότι τα βακτήρια του τυριού μπορεί να συμβάλλουν έμμεσα στη σταθερότητα του μικροβιώματος και στην εντερική υγεία.
Για να αξιολογήσουν την πραγματική επίδραση της κατανάλωσης τυριού στο ανθρώπινο έντερο, οι ερευνητές ανέλυσαν δείγματα κοπράνων από 13 άτομα που κατανάλωσαν τρία διαφορετικά τυριά (CC1-CC3).
Η μεταγονιδιωματική αλληλούχιση εντόπισε το H. paralvei μόνο σε έναν καταναλωτή, ωστόσο οι εξαιρετικά ευαίσθητες δοκιμασίες qPCR το ανίχνευσαν σε πέντε από τους καταναλωτές του CC1, δείχνοντας ότι τα βακτήρια του τυριού μπορούν να εγκατασταθούν παροδικά στο ανθρώπινο έντερο, αν και σε χαμηλές συγκεντρώσεις.
Τέλος, η γονιδιακή ανάλυση αποκάλυψε ότι το H. paralvei παρουσίασε υψηλή έκφραση γονιδίων που εμπλέκονται στην αντιοξειδωτική προστασία, στη βιοσύνθεση αμινοξέων και στον μεταβολισμό των SCFA, γεγονός που υποδηλώνει πιθανές θετικές επιδράσεις στην εντερική υγεία.