Η Mystery Pot είναι μια startup δημιουργημένη από δύο Έλληνες που θέλουν να φτιάξουν έναν κόσμο πιο βιώσιμο για το περιβάλλον και τον άνθρωπο, χωρίς σπατάλη τροφίμων.
Της Βιργινίας Κιμπουροπούλου
H σπατάλη φαγητού και τροφίμων στην Ευρώπη είναι αρκετά υψηλή. Σύμφωνα με έκθεση της περιβαλλοντικής οργάνωσης Feedback EU με τίτλο «No Time to Waste», η ΕΕ εκτιμάται ότι σπαταλά 153,5 εκατομμύρια τόνους τροφίμων κάθε χρόνο, που είναι περισσότεροι από όσους εισάγει.
Ωστόσο, το σημείο μηδέν για την αλόγιστη σπατάλη και κατανάλωση έχει φτάσει για την ανθρωπότητα, η οποία σταδιακά έρχεται αντιμέτωπη με τις συνέπειες των πράξεών της, βλέποντας τους φυσικούς πόρους της να εξαντλούνται όλο και ταχύτερα.
Δεν είναι τυχαίο που ο FAO, o Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, έχει θέσει ως έναν από τους βασικότερους στόχους για τη διαχείριση των τροφίμων ως το 2030 τη μείωση της σπατάλης τροφίμων, μιας και το φαγητό που σπαταλάται υπολογίζεται πως θα μπορούσε να ταΐσει συνολικά 1,26 δισεκατομμύρια πεινασμένους ανθρώπους κάθε χρόνο. Και με σχεδόν 10% του παγκόσμιου πληθυσμού να βρίσκονται σε καθεστώς επισιτιστικής ανασφάλειας, η περίοδος για σπατάλες έχει παρέλθει.
Μια προσπάθεια στο να πετιώνται λιγότερα τρόφιμα και ταυτόχρονα να μην χαλά κανείς μια περιουσία σε φαγητό-ειδικά σε τόσο χαλεπούς καιρούς- αποτελεί η startup Mystery Pot.
O τρόπος με τον οποίο η Mystery Pot αντιμετωπίζει τη σπατάλη τροφίμων κρύβει εν μέρει ένα μυστήριο, όπως προδίδει και το όνομα της εταιρείας, το οποίο, όμως, η ομάδα της “ξετύλιξε”, μιλώντας μαζί μας για το εγχείρημά τους.
“Ο χρήστης κάνει εγγραφή στην ιστοσελίδα μας και έπειτα κάνει μια κράτηση ενός πακέτου “Μystery Pot”, στο οποίο συμμετέχει μια λίστα από μαγαζιά. Έπειτα, ειδοποιείται πότε είναι έτοιμο και το παραλαμβάνει από το κατάστημα, αλλά χωρίς να γνωρίζει τι έχει μέσα“, αναφέρει μέλος της εταιρείας.
Ουσιαστικά, ορισμένα συνεργαζόμενα καταστήματα διαθέτουν προϊόντα που έχουν μείνει απούλητα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι χειρότερης ποιότητας φαγητό. Ο πελάτης ενημερώνεται κάθε φορά για το τι περιέχει το πακέτο του μόλις το παραλάβει, ούτως ώστε να μην καταναλώσει κάποιο αλλεργιογόνο ή κάτι που δεν θα έτρωγε κατά λάθος. Αλλά το εσωτερικό δεν είναι κάθε φορά το ίδιο, καθώς εξαρτάται από το τι έχει περισσέψει στο κατάστημα κάθε φορά.
Είναι σημαντικό ότι ο πελάτης αγοράζει το πακέτο με τα προϊόντα αρκετά φθηνότερο από ότι θα τα προμηθευόταν αλλού. “Και είναι σίγουρα ένας πολύ φθηνότερος τρόπος να φάει κανείς από το ντελίβερι”, σχολιάζει η ομάδα Mystery Pot.
Επί του παρόντος, στόχος της εταιρείας είναι να εντάξει στους συνεργάτες της όσο το δυνατόν περισσότερα καταστήματα μοιράζονται το όραμά τους να μειωθεί επιτέλους η σπατάλη τροφίμων. Και σύμφωνα με τα μέλη της- αν και αυτή τη στιγμή υπάρχουν 12 καταστήματα εντός Αττικής σε περιοχές, όπως Ίλιον και Περιστέρι, που συνεργάζονται- το ενδιαφέρον είναι αυξανόμενο, ειδικά σε ζαχαροπλαστεία και φούρνους.
Η ιδέα των δύο ιθύνοντων μυαλών της Mystery Pot κρύβει πίσω της “ταπεινά” κίνητρα. Αμφότεροι πολιτικοί μηχανικοί που ζουν χρόνια στην Ελβετία γνωρίζουν πως στην Ελλάδα το σούπερ μάρκετ είναι μεν ακριβό, αλλά παράλληλα είναι και η τρίτη χώρα στη σπατάλη τροφίμων πανευρωπαϊκά. Και έχοντας εμπνευστεί από αντίστοιχες – και πολύ επιτυχημένες- εφαρμογές στη Γαλλία και την ίδια την Ελβετία, γεννήθηκε η σκέψη να έρθει κάτι αντίστοιχο και εδώ.
Η Mystery Pot πιστεύει πως εκτός από τη βιωσιμότητα που προσφέρει η μείωση της σπατάλης τροφίμων, είναι και ένας πολύ καλός τρόπος να εξοικονομούν πολλά νοικοκυριά χρήματα, ειδικά σε μια περίοδο που μια βόλτα στο σουπερμάρκετ θυμίζει “ταινία τρόμου” κοιτάζοντας τις τιμές.
Αν και η Mystery Pot έχει ήδη κάνει σπουδαία βήματα, συμμετέχοντας σε καταξιωμένους διαγωνισμούς, όπως στο Green Tech Challenge, βρίσκονται παράλληλα σε αναζήτηση χορηγών και κεφαλαίων, προκειμένου το έργο τους να επιβιώσει στο χρόνο και να κάνει πράγματι κάποια διαφορά. ” Είναι αρκετά δύσκολο να στήσει κανείς μια startup από το μηδέν. Μέχρι τώρα, έχουμε βάλει σχεδόν όλο το κεφάλαιο μόνοι μας, γεγονός που επέτρεψαν οι μισθοί που παίρνουμε στο εξωτερικό. Αν ήμασταν στην Ελλάδα, ίσως οι συνθήκες να μην ευδοκιμούσαν για να κάνουμε κάτι τέτοιο”.