Η αλλαγή μιας δίαιτας σε κέτο θα μπορούσε να φέρει θετικά αποτελέσματα ως θεραπεία για σοβαρές διαταραχές ψυχικής υγείας, αναφέρει νέα μελέτη.
Η δίαιτα με βάση την κετόνη ή αλλιώς «κετο» αποτελεί μια εστιασμένη διατροφή σε τρόφιμα, όπως αυγά, κρέατα, γαλακτοκομικά, και, κυρίως, υγιή λίπη όπως το αβοκάντο, οι ξηροί καρποί, ο σολομός και τα λαχανικά και τα φρούτα με χαμηλούς υδατάνθρακες, καθώς και τα ποτά χωρίς ζάχαρη. Σε μια κέτο δίαιτα, τα προϊόντα υψηλής επεξεργασίας και τα ανθυγιεινά λίπη περιορίζονται και η σύστασή της, συνήθως, κατανέμεται σε 75% λίπος, 20% πρωτεΐνη και 5% υδατάνθρακες.
Όταν η γλυκόζη από τους υδατάνθρακες δεν είναι πλέον η κύρια πηγή καυσίμου, το σώμα διασπά το λίπος στο ήπαρ για να παράγει κετόνες για ενέργεια. Οπότε, με την δίαιτα κέτο, το σώμα αλλάζει το μεταβολσμό του για να διασπά το λίπος.
Πώς μια δίαιτα κέτο θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ποτελεσματική θεραπεία ψυχικών διαταραχών; Γενικότερα, αρκετές ψυχικές διαταραχές φαίνεται να σχετίζονται με το πόσο αποτελεσματικά χρησιμοποιεί ο εγκέφαλος τη γλυκόζη που είναι και η κύρια πηγή ενέργειας του οργανισμο, καθώς εάν τα εγκεφαλικά κύτταρα δεν μπορούν να επεξεργαστούν αποτελεσματικά τη γλυκόζη,παράγεται λιγότερη χημική ενέργεια, η οποία δυσχεραίνει την επικοινωνία των νευρικών κυττάρων. Επομένως, η γλυκόζη μπορεί να επηρεάσει τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας.
Μια νέα κλινική δοκιμή από το Πανεπιστήμιο James Cook επιχειρεί να δώσει μια αποτελεσματικότερη θεραπεία στις ψυχικές διαταραχές, χρησιμοποιώντας ως βάση την αλλαγή του κύριου καυσίμου του ανθρωπίνου σώματος: τη γλυκόζη. Οι ερευνητές ευελπιστούν με αυτό τον τρόπο να διερευνήσουν το πώς αυτό θα επηρέαζε καταστάσεις, όπως η σχιζοφρένεια και η διπολική διαταραχή.
Για τη δοκιμή, θα συμμετάσχουν περίπου 100 ασθενείς με σοβαρές παθήσεις ψυχικής υγείας, προκειμένου να χαρτογραφηθεί η αποτελεσματικότητα των διατροφικών παρεμβάσεων με δίαιτες, όπως η κέτο, στις διαταραχές τους. Στη συνέχεια θα παρακολουθούνται για 12 εβδομάδες για να ελεγχθεί πώς η πρόσληψη τροφής επηρεάζει τα συμπτώματα.
Δεδομένου ότι τα άτομα με σχιζοφρένεια συνήθως πεθαίνουν νεότερα από τον γενικό πληθυσμό, κυρίως ως αποτέλεσμα καρδιαγγειακών προβλημάτων που προκύπτουν από την αύξηση βάρους,η δοκιμή ενδεχομένως θα μπορούσε να βελτιώσει τις πιθανότητες να ζήσουν περισσότερο και καλύτερα. Ανάλογα με τα ευρήματα της μελέτης, θα μπορούσε να ακολουθήσει μια μεγαλύτερη παγκόσμια δοκιμή, αναφέρει η Mirror.