Πρώτες στο στόχαστρο οι μικρομεσαίες εταιρίες επεξεργασίας λαχανικών, αρτοποιίας και γαλακτοκομικών
Οι εταιρείες αγροδιατροφής της ΕΕ αγωνίζονται να διατηρήσουν τις δραστηριότητές τους εν μέσω αυξανόμενων τιμών ενέργειας, σύμφωνα με κοινή δήλωση που εξέδωσαν οι μεγάλες ενώσεις του κλάδου τροφίμων της ΕΕ. Οι αυξανόμενες τιμές σε φυσικό αέριο, ρεύμα, λιπάσματα και συσκευασίες οδηγούν ορισμένες εταιρείες τροφίμων και ποτών της ΕΕ στο να κλείσουν εντελώς την παραγωγή τους.
Πρώτες στη γραμμή βολής είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ειδικά εκείνες στους πιο ενεργοβόρους τομείς, όπως η αρτοποιία, η επεξεργασία λαχανικών και τα γαλακτοκομικά. Η κοινή δήλωση προειδοποιεί ότι «Όσο παραμένει η αβεβαιότητα, θα υπάρχει μεγαλύτερη πίεση στις εταιρείες είτε να απολύσουν προσωπικό, είτε να μειώσουν τις δραστηριότητές τους είτε – στη χειρότερη περίπτωση – να σταματήσουν εντελώς την παραγωγή». Σύμφωνα με την ένωση αγροτών της ΕΕ, έως και 4 στις 10 εταιρείες τροφίμων στο Βέλγιο κινδυνεύουν να χρεοκοπήσουν σε περίπτωση ενός ακόμη οικονομικού πλήγματος.
Η κοινή δήλωση των εταιρειών τροφίμων καλεί την Κομισιόν να υποστηρίξει τα κράτη μέλη στο να παρέμβουν για τη μείωση των τιμών της ενέργειας και την αύξηση της ρευστότητας στις ενεργειακές αγορές, τονίζοντας την ανάγκη διαφοροποίησης του ενεργειακού εφοδιασμού, ενίσχυσης της βιώσιμης παραγωγής ενέργειας και υποστήριξης της ανταγωνιστικότητας των φορέων εκμετάλλευσης. «Ελπίζουμε ότι οι υπουργοί Ενέργειας θα αναλογιστούν τον αντίκτυπο στον αγροδιατροφικό τομέα στη συνάντησή τους και ότι η Πρόεδρος Ursula von der Leyen θα αναγνωρίσει τη ζωτική σημασία του αγροδιατροφικού τομέα στην ομιλία της για την κατάσταση της Ένωσης», αναφέρει η δήλωση.
Οι ενώσεις προειδοποιούν ότι το κλείσιμο των εταιρειών θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιπτώσεις σε ολόκληρο το αγροδιατροφικό οικοσύστημα, δεδομένων των διασυνδέσεων εντός της αλυσίδας, με μακροχρόνιες επιπτώσεις αισθητές το 2023. Όλα αυτά συμβαίνουν στην ΕΕ τη στιγμή που η βιομηχανία τροφίμων και ποτών της Βρετανίας προέτρεψε την κυβέρνηση να προετοιμάσει σχέδια έκτακτης ανάγκης για να εξασφαλίσει τις απαιτούμενες προμήθειες CO2 που μειώνονται λόγω των ραγδαίων αυξήσεων των τιμών του φυσικού αερίου.