Οι χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται από τη βιομηχανία λόγω της ικανότητάς τους να αντέχουν στο νερό και το πετρέλαιο, και υπάρχουν σε ένα ευρύ φάσμα καταναλωτικών προϊόντων, από τρόφιμα, συσκευασίες τροφίμων, και καλλυντικά έως χαλιά, έχουν συσσωρευτεί στο περιβάλλον εδώ και δεκαετίες και μολύνουν οικοσυστήματα σε όλο τον κόσμο. Τώρα μία νέα μελέτη προσπαθεί να αναλύσει τους κινδύνους που ενέχουν και τον τρόπο μετριασμού μέσω επιστημονικών μεθόδων.
Νέα μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο ακαδημαϊκό περιοδικό Trends in Food Science & Technology, συλλέγει τις εργασίες ενός συμποσίου υπό την προεδρία του Keith Vorst, αναπληρωτή καθηγητή επιστήμη τροφίμων και ανθρώπινης διατροφής στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Αϊόβα, ο οποίος υπογράμμισε την ανάγκη για νέους και καλύτερους τρόπους ανίχνευσης και μετριασμού αυτής της κατηγορίας χημικών ενώσεων, που λέγονται υπερφθοριωμένες αλκυλιωμένες ουσίες (PFAS) και είναι γνωστές και ως «παντοτινά χημικά». Τα στοιχεία δείχνουν ότι η έκθεση σε υψηλά επίπεδα, μπορεί να οδηγήσει σε δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία για τον άνθρωπο – και άλλα είδη – και η μελέτη αυτή τονίζει την ανάγκη για νέους τρόπους μέτρησης και μελέτης της έκθεσης σε αυτές τις συνθετικές χημικές ουσίες από διάφορες πηγές, συμπεριλαμβανομένων των τροφίμων.
Οι ουσίες PFAS συσσωρεύονται στο περιβάλλον και δεν διαλύονται από μόνες τους. Για παράδειγμα, οι ενώσεις αυτές μπορούν να μολύνουν τις υδάτινες οδούς μετά την έκπλυση από προϊόντα που απορρίπτονται σε χώρους υγειονομικής ταφής, δήλωσε ο Keith Vorst. Αυτές οι χημικές ουσίες – που είναι εξ ολοκλήρου δημιουργημένες από τον άνθρωπο – έχουν χρησιμοποιηθεί σε ένα ευρύ φάσμα προϊόντων από τη δεκαετία του 1940, και ήδη ορισμένα κράτη έχουν θεσπίσει σχετική νομοθεσία για τον περιορισμό της χρήσης τους. Η ικανότητά τους να παραμένουν στο περιβάλλον, σημαίνει ότι οι ενώσεις που υπάρχουν ήδη παντού, μπορούν να συνεχίσουν να μολύνουν το περιβάλλον.
“Είναι εκεί έξω, πρέπει να τους γνωρίζουμε και είναι πραγματικά δύσκολο να τους εξαλείψουμε”, δήλωσε ο Vorst σύμφωνα με το Science Daily. “Πρέπει να εργαστούμε πάνω σε στρατηγικές με στόχο τον μετριασμό τους, να τις παρακολουθούμε και να κατανοήσουμε καλύτερα τους κινδύνους που ενέχουν”.
Οι ουσίες PFAS συχνά χρησιμοποιούνται για την επικάλυψη συσκευασιών τροφίμων, με σκοπό να αποτρέψουν τη μεταφορά του λίπους στους καταναλωτές, όπως για παράδειγμα στα χάρτινα περιτυλίγματα των χάμπουργκερ. Οι ενώσεις αυτές έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί ευρέως για την επικάλυψη χαλιών, σε εσωτερικούς χώρους αυτοκινήτων και σε αφρούς πυρόσβεσης.
Ο Vorst δήλωσε ότι περισσότερες από 5.000 ξεχωριστές ενώσεις πληρούν τις προϋποθέσεις αυτής της κατηγορίας, καθιστώντας δύσκολο για τους κανονισμούς να συμβαδίσουν με τις πιο πρόσφατα αναπτυγμένες χημικές ουσίες.
Μελέτες έχουν δείξει ότι η έκθεση σε υψηλά επίπεδα ορισμένων από αυτές τις χημικές ουσίες μπορεί να προκαλέσει αναπαραγωγικές, αναπτυξιακές, ηπατικές, νεφρικές και ανοσολογικές επιδράσεις σε πειραματόζωα, σύμφωνα με την Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος. Η ΥΠΠ αναφέρει ότι τα πιο σταθερά ευρήματα, είναι τα αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης μεταξύ των εκτιθέμενων πληθυσμών. Άλλες μελέτες έχουν βρει περιορισμένα στοιχεία για συσχέτιση μεταξύ των υψηλών επιπέδων ορισμένων PFAS και του χαμηλού βάρους γέννησης βρεφών, επιπτώσεις στο ανοσοποιητικό σύστημα, καρκίνο και διαταραχή της θυρεοειδικής ορμόνης.
Παρακολούθηση και μετριασμός
Η νέα εργασία προέκυψε από ένα ηλεκτρονικό συμπόσιο που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2020. Στο συμπόσιο συμμετείχαν επιστήμονες, μηχανικοί και επαγγελματίες του κανονιστικού κλάδου από δημόσια, ιδιωτικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα. Το συμπόσιο αντιμετώπισε επιστημονικά κενά για τις οδούς έκθεσης, ανίχνευσης και ποσοτικοποίησης των PFAS στα τρόφιμα. Οι ομιλητές σημείωσαν επίσης ότι, με βάση τα περιορισμένα μέχρι σήμερα δεδομένα, υπάρχει μικρή ποσότητα PFAS που ανιχνεύεται στα τρόφιμα.
Οι ερευνητές της Κοινοπραξίας Πολυμερών και Προστασίας Τροφίμων συνεργάζονται με τον Vorst στο εργαστήριο για να μελετήσουν πιθανές στρατηγικές μετριασμού, όπως το ατμοσφαιρικό κρύο πλάσμα υψηλής τάσης, με στόχο να αλλάξουν τη χημεία των PFAS. Αυτή η διαδικασία θα μπορούσε να λειτουργήσει περνώντας υλικά που περιέχουν PFAS, όπως μια συσκευασία προϊόντων ή ακόμη και πόσιμο νερό, μέσω μιας κατασκευασμένης ατμόσφαιρας με αποτέλεσμα τον μετριασμό των ενώσεων. Η ερευνητική ομάδα έχει δοκιμάσει τη μέθοδο και συνεργάζεται με την Πολιτεία της Αϊόβα για να κατοχυρώνει με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας την τεχνολογία ενώ το εργαστήριο PFPC του Vorst δοκιμάζει και νέες μεθοδολογίες για την ανίχνευση και παρακολούθηση των επιπέδων PFAS σε ποικίλα περιβάλλοντα.
Πηγή: Science Daily