Ένας νέος άτλαντας των κυττάρων του λιπώδους ιστού μπορεί να εξηγήσει γιατί ορισμένοι παχύσαρκοι άνθρωποι παραμένουν υγιείς.
Αν και η παχυσαρκία σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο μεταβολικών νοσημάτων όπως ο διαβήτης, η υψηλή αρτηριακή πίεση και η υψηλή χοληστερόλη, δεν αναπτύσσουν όλα τα παχύσαρκα άτομα τέτοιου είδους παθήσεις.
Με ένα σημαντικό ποσοστό παχύσαρκων ατόμων να διατηρεί μεταβολική υγεία, οι επιστήμονες διερευνούν τους μηχανισμούς που καθορίζουν γιατί ορισμένα άτομα παραμένουν υγιή ενώ άλλα αναπτύσσουν νοσήματα.
Μια νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Cell Metabolism παρέχει πολύτιμα δεδομένα προς αυτή την κατεύθυνση, δημιουργώντας έναν λεπτομερή άτλαντα που καταγράφει τον λιπώδη ιστό και τη γονιδιακή δραστηριότητα των κυττάρων του σε υγιή και μη υγιή παχύσαρκα άτομα.
Σύμφωνα με τον ερευνητή Adhideb Ghosh από το ETH Ζυρίχης, τα δεδομένα αυτά μπορούν να αξιοποιηθούν για την αναζήτηση κυτταρικών δεικτών που θα προσδιορίζουν τον κίνδυνο μεταβολικών νοσημάτων, ενώ παράλληλα συμβάλλουν στη βασική έρευνα για την ανάπτυξη νέων θεραπευτικών προσεγγίσεων.
Οι ερευνητές ανέλυσαν τη γονιδιακή δραστηριότητα κυττάρων σε δύο τύπους λιπώδους ιστού: Τον υποδόριο, που βρίσκεται κάτω από το δέρμα, και τον σπλαχνικό, που περιβάλλει τα εσωτερικά όργανα στην κοιλιακή κοιλότητα.
Το σπλαχνικό λίπος σχετίζεται άμεσα με τις μεταβολικές ασθένειες, ενώ το υποδόριο θεωρείται λιγότερο επικίνδυνο. Για τη μελέτη, ήταν κρίσιμο να μην εξεταστεί ο λιπώδης ιστός ως μια ενιαία μάζα, καθώς αποτελείται από διαφορετικούς τύπους κυττάρων πέραν των λιποκυττάρων, όπως κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, κύτταρα που σχηματίζουν αιμοφόρα αγγεία και πρόδρομα κύτταρα λιποκυττάρων. Ένας ιδιαίτερος τύπος κυττάρων, τα μεσοθηλιακά κύτταρα, βρίσκονται αποκλειστικά στον σπλαχνικό λιπώδη ιστό και καθορίζουν τα εξωτερικά όριά του.
Τα ευρήματα της μελέτης
Τα αποτελέσματα της μελέτης αποκάλυψαν ότι στον σπλαχνικό λιπώδη ιστό των ατόμων με μεταβολικές ασθένειες παρατηρούνται σημαντικές λειτουργικές αλλαγές που επηρεάζουν σχεδόν όλους τους κυτταρικούς τύπους. Οι γενετικές αναλύσεις έδειξαν ότι τα λιποκύτταρα των ανθυγιεινών ατόμων δεν μπορούν να μεταβολίσουν τα λίπη τόσο αποτελεσματικά, παράγοντας αντ’ αυτού μεγαλύτερες ποσότητες ανοσολογικών μορίων που πυροδοτούν φλεγμονώδεις αποκρίσεις. Αυτή η χρόνια φλεγμονώδης κατάσταση ενδέχεται να συμβάλλει στην ανάπτυξη μεταβολικών ασθενειών.
Ένα άλλο κρίσιμο εύρημα ήταν η διαφορά στη συμπεριφορά των μεσοθηλιακών κυττάρων. Στα υγιή παχύσαρκα άτομα, τα κύτταρα αυτά ήταν πολυάριθμα και λειτουργικά ευέλικτα, με ικανότητα μετατροπής σε λιποκύτταρα, διαδικασία που διευκολύνει τη φυσιολογική επέκταση του λιπώδους ιστού χωρίς να προκαλείται μεταβολική δυσλειτουργία.
Αντίθετα, στα άτομα με μεταβολικές ασθένειες, τα μεσοθηλιακά κύτταρα παρουσίαζαν μειωμένη ικανότητα προσαρμογής. Αυτή η ιδιότητα της κυτταρικής μετατροπής συναντάται συνήθως στον καρκινικό ιστό, γεγονός που εξέπληξε τους ερευνητές και υποδηλώνει μια πιθανή προστατευτική λειτουργία στα υγιή παχύσαρκα άτομα.
Επιπλέον, εντοπίστηκαν διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών. Ένας συγκεκριμένος τύπος προγονικών κυττάρων εντοπίστηκε αποκλειστικά στον σπλαχνικό λιπώδη ιστό των γυναικών, γεγονός που θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί άνδρες και γυναίκες εμφανίζουν διαφορετικούς ρυθμούς ανάπτυξης μεταβολικών νοσημάτων.