Το περιστατικό αυτό σηματοδοτεί μια σημαντική εξέλιξη στον τομέα της ασφάλειας τροφίμων, καθώς το συγκεκριμένο βακτήριο δεν είχε προηγουμένως συνδεθεί με τροφιμογενείς ασθένειες.
Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Applied and Environmental Microbiology καταγράφει το πρώτο καταγεγραμμένο περιστατικό τροφικής δηλητηρίασης που σχετίζεται με το βακτήριο Bacillus velezensis, και το οποίο εντοπίστηκε σε κέικ αρτοποιείου. Το περιστατικό αυτό σηματοδοτεί μια σημαντική εξέλιξη στον τομέα της ασφάλειας τροφίμων, καθώς το συγκεκριμένο βακτήριο δεν είχε προηγουμένως συνδεθεί με τροφιμογενείς ασθένειες.
- ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | «Αγνά», «μεταλλικά» και… μολυσμένα! Ίχνη Pfas και φυτοφαρμάκων σε εμφιαλωμένα νερά σε όλη την Ευρώπη – Αποτελέσματα 2 δοκιμών
- ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | Απίστευτο περιστατικό σε μεγάλο σούπερ μάρκετ: Ξεφτίλισαν πελάτη επειδή νόμιζαν ότι δεν πλήρωσε! – Η συγνώμη της αλυσίδας
- ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | Σκάνδαλο με πλαστά βρεφικά γάλατα: Ανάκληση 12 προϊόντων και προειδοποίηση για 72 άλλα – Κυβερνητική παρέμβαση
Το ξέσπασμα εκδηλώθηκε στις 12 Μαΐου 2024, κατά τη διάρκεια μιας επαγγελματικής γιορτής στην κομητεία Greene, στην πολιτεία Οχάιο των Ηνωμένων Πολιτειών. Η έρευνα σε 35 υπαλλήλους διαπίστωσε ότι 12 ανέφεραν ήπια εντερικά συμπτώματα, όπως πόνους στο στομάχι, ναυτία, κράμπες και διάρροια. Τα συμπτώματα ξεκίνησαν από 25 λεπτά έως 4,5 ώρες μετά την κατανάλωση. Πέντε ασθενείς παρουσίασαν καθυστερημένη διάρροια. Δεν σημειώθηκαν νοσηλεία ή θάνατοι. Το Εργαστήριο Υγείας του Τμήματος Υγείας του Οχάιο επιβεβαίωσε το B. velezensis στα υπολείμματα που είχαν απομείνει χρησιμοποιώντας φασματομετρία μάζας VitekMS, η οποία αναγνωρίζει τα μικρόβια αναλύοντας τα πρωτεϊνικά φάσματα.
- ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | «Προσοχή! Κίνδυνος δηλητηρίασης» – Ανάκληση ψαριών με υψηλά επίπεδα επικίνδυνης τοξίνης
- ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | Ανακαλούνται κάπαρη, πιπεριές και ελιές – Σοβαρός κίνδυνος μόλυνσης εξαιτίας ακατάλληλης σφράγισης στα βάζα
- ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | Μυκοτοξίνη σε χυμό μήλου που προκαλεί βλάβη σε ήπαρ, σπλήνα, νεφρά και ανοσοποιητικό – Επείγουσα ανάκληση
Το Bacillus velezensis είναι ένα βακτήριο που συνήθως θεωρείται ωφέλιμο και χρησιμοποιείται στη γεωργία για την καταπολέμηση φυτοπαθογόνων. Ωστόσο, η εμφάνισή του σε προϊόντα αρτοποιίας υποδηλώνει πιθανές ελλείψεις στους ελέγχους ποιότητας και τις διαδικασίες υγιεινής κατά την παραγωγή τροφίμων. Η ικανότητα του βακτηρίου να αναπτύσσεται σε επίπεδα pH μεταξύ 5 και 10 και τα επίπεδα δραστηριότητας του νερού από 0,90 έως 1,0 – συνθήκες τυπικές σε τούρτες – επέτρεψαν την ανάπτυξη και την επιβίωσή του.
Η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) είχε προηγουμένως εκδώσει προειδοποιητική επιστολή προς την εταιρεία Mena Food Group, επισημαίνοντας σοβαρές παραβάσεις στους τομείς των προληπτικών ελέγχων και των ορθών πρακτικών παραγωγής (GMP). Οι παραβάσεις περιελάμβαναν την αποτυχία αναγνώρισης και ελέγχου περιβαλλοντικών παθογόνων, καθώς και ανεπαρκή διαχείριση αλλεργιογόνων, όπως η μη δήλωση αλλεργιογόνων συστατικών στις ετικέτες των προϊόντων.
- ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ | Λιστέρια σε παραδοσιακό τυρί – Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο
Αξιοσημείωτο είναι ότι το περιστατικό σχετίζεται με το φαινόμενο rope spoilage – μια μορφή αλλοίωσης των αρτοσκευασμάτων που είναι γνωστή εδώ και πάνω από έναν αιώνα. Προκαλείται από βακτήρια του γένους Bacillus και χαρακτηρίζεται από γλυκιά, φρουτώδη οσμή (σαν ανανά) και σχοινώδη, κολλώδη υφή στο εσωτερικό του ψωμιού ή του κέικ. Αν και αρχικά θεωρούνταν αισθητικό πρόβλημα, το rope spoilage μπορεί να σχετίζεται και με κινδύνους για την υγεία, ειδικά όταν προκύπτει από παθογόνους μικροοργανισμούς.
Ορισμένα στελέχη Bacillus μπορούν να παράγουν εντεροτοξίνες, όπως και το Bacillus cereus, που είναι γνωστό παθογόνο για το γαστρεντερικό σύστημα. Αυτές οι τοξίνες μπορεί να προκαλέσουν ναυτία, εμετό ή διάρροια. Άτομα με ανοσοκαταστολή, βρέφη ή ηλικιωμένοι μπορεί να είναι πιο ευάλωτα σε βακτηριακές τοξίνες ή μικροβιακή επιβάρυνση.
Επειδή το rope spoilage δεν αλλάζει πάντα το εξωτερικό του προϊόντος, μπορεί να καταναλωθεί κατά λάθος, ιδιαίτερα σε βιοτεχνίες ή μικρά αρτοποιεία χωρίς αυστηρό ποιοτικό έλεγχο. Το περιστατικό αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για αυστηρότερους ελέγχους και την τήρηση των προτύπων ασφάλειας τροφίμων, ιδιαίτερα σε προϊόντα που καταναλώνονται χωρίς περαιτέρω θερμική επεξεργασία.