Έρευνα για την αποτελεσματικότητα των απολυμαντικών και των μεθόδων καθαριότητας κατά της Listeria στις εγκαταστάσεις παραγωγής και επεξεργασίας τροφίμων.
O κύριος τρόπος μετάδοσης τροφιμογενών βακτηρίων, πέρα από τους λανθασμένους χειρισμούς του φαγητού στο σπίτι είναι οι εγκαταστάσεις παραγωγής. Αν και είναι πιο προστατευμένες και οι εργαζόμενοι κατέχουν περισσότερες και πιο εξειδικευμένες γνώσεις σχετικά με τις σωστές πρακτικές, δεν σημαίνει ότι αποφεύγονται εντελώς τα λάθη. Υπάρχουν άπειρα καταγεγραμμένα περιστατικά μόλυνσης από λιστέρια σε μονάδες επεξεργασίας τροφίμων με τα πιο πρόσφατα την ανάκληση μπρικ από τον ΕΦΕΤ λόγω Listeria, όπως και η μαζική ανάκληση σοκολάτας της Gadbury πριν από δύο ημέρες. Μόνο το 2020 σημειώθηκαν 17 θάνατοι και 9 αποβολές από Listeria monocytogenes στη Ευρώπη.
Ένα νέο ερευνητικό έργο που χρηματοδοτήθηκε από το Κέντρο Ασφάλειας Παραγωγής (CPS), που θα παρουσιαστεί στην τελική της έκθεση για το έργο στο 2023 CPS Research Symposium στις ΗΠΑ, στοχεύει να καλύψει τα κενά γνώσης σχετικά με τα πρότυπα μόλυνσης και τα μέτρα υγιεινής για τη Listeria monocytogenes στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας προϊόντων. Τα αποτελέσματα της μελέτης οδηγούν στο συμπέρασμα πως η μόλυνση από λιστέρια στις εγκαταστάσεις παραγωγής είναι πιο πιθανή σε περιοχές χωρίς επαφή, όπως αποχετεύσεις, δάπεδα και οροφές, παρά σε περιοχές άμεσης επαφής όπως μαχαίρια και ιμάντες μεταφοράς. Επίσης η επιμονή της Listeria οφείλεται σε ελλιπείς μεθόδους καθαριότητας.
Το έργο πραγματοποιήθηκε στην ΕΕ, όπου η Κομισιόν έχει θέσει ένα όριο 100 μονάδων σχηματισμού αποικιών (CFU) Listeria ανά γραμμάριο επεξεργασμένου προϊόντος. Να σημειωθεί ότι στις ΗΠΑ ο FDA έχει μηδενική ανοχή για τη Listeria monocytogenes.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα οποία παρατίθενται από τον ιστότοπο Food Safety, ευρήματα από δραστηριότητες περιβαλλοντικής δειγματοληψίας και ανάλυση αλληλουχίας ολόκληρου του γονιδιώματος (WGS) αποκάλυψαν πληροφορίες σχετικά με το πώς κινείται η Listeria σε ένα χώρο επεξεργασίας τροφίμων, αλλά και για το πώς αποδίδουν τα απολυμαντικά και οι πρακτικές υγιεινής ενάντια σε αυτό.
Η επιστημονική ομάδα, με επικεφαλής την Δρ. Ana Allendale, χώρισε τις περιοχές επεξεργασίας σε τρεις ζώνες με βάση την εγγύτητά τους στην επαφή με το προϊόν, ούτως ώστε να αποτυπωθεί το πώς ο σχεδιασμός υγιεινής και η συνδεσιμότητα των προϊόντων επηρεάζει τη μόλυνση. Όπως αναφέρει το Food Safety, οι ζώνες είναι οι παρακάτω:
- Ζώνη 1: περιοχές με άμεση επαφή, όπως μαχαίρια και μεταφορικές ταινίες
- Ζώνη 2: επιφάνειες που δεν έρχονται σε επαφή με τρόφιμα αλλά βρίσκονταν σε κοντινή απόσταση
- Ζώνη 3: πιο απομακρυσμένες επιφάνειες χωρίς επαφή, όπως αποχετεύσεις, δάπεδα και οροφές, οι οποίες θα μπορούσαν δυνητικά να οδηγήσουν σε μολυσματικές ζώνες 1 και 2.
Οι ερευνητές συνέλεξαν συστηματικά δείγματα, περισσότερα από 600 συνολικά, από τις τρεις ζώνες, αλλά και 45 δείγματα από πρώτες ύλες και τελικά προϊόντα. Με τη δειγματοληψία των εργοστασίων επεξεργασίας πριν και μετά τον καθαρισμό και την απολύμανση, οι ερευνητές μπόρεσαν να διακρίνουν τα σημεία εισόδου της μόλυνσης.
Ανακάλυψαν πως η ζώνη 3 ήταν αυτή που είχε τα περισσότερα θετικά δείγματα σε Listeria. Βρέθηκε, επίσης, κατά τον έλεγχο 100 δειγμάτων για επίμονους τύπους του παθογόνου πως οι ίδιοι δύο ορότυποι του βρέθηκαν στις τρεις γραμμές επεξεργασίας τόσο πριν όσο και μετά τον καθαρισμό. Αυτό σημαίνει πως η Listeria είναι εγγενής σε αυτή την περίπτωση και μετακινείται από τη ζώνη 1 ως τη ζώνη 3.
Κατά την έρευνα διαπιστώθηκε πως όλα τα μικροβιοκτόνα που χρησιμοποιήθηκαν έκαναν το μικρόβιο ευαίσθητο, αλλά παρά την αποτελεσματικότητα των απολυμαντικών, οι δραστηριότητες καθαρισμού συχνά δεν εκτελούνται καλά, πρακτική που έκανε τελικά τη Listeria να παραμένει στις επιφάνειες.
Τα ευρήματα της μελέτης μπορούν να οδηγήσουν σε πρακτικές εφαρμογές και βελτιώσεις σε όλη τη βιομηχανία τροφίμων.
Διαβάστε πατώντας στο σύνδεσμο ολόκληρη τη διετή μελέτη, με τίτλο, « Προσδιορισμός ποσοτικών και ποιοτικών προτύπων περιβαλλοντικής μόλυνσης από τη Listeria spp. και L. monocytogenes σε εγκαταστάσεις επεξεργασίας φρέσκων προϊόντων και αξιολόγηση των πρακτικών μέτρων ελέγχου ικανών να εξαλείψουν την παροδική και επίμονη μόλυνση ».