Η φυτική διατροφή αποδεικνύεται κλειδί στην πρόληψη και θεραπεία δεκάδων συχνών ασθενειών.
Είναι μια φυτική διατροφή το κλειδί για την πραγματική αναστροφή ή την πρόληψη δεκάδων συχνών ασθενειών, όπως ο διαβήτης, τα καρδιαγγειακά νοσήματα, γυναικολογικές παθήσεις, ακόμα και ο καρκίνος; Η άποψη ότι η συνολική μας υγεία σχετίζεται σε ποσοστό που ενδεχομένως αγγίζει και ξεπερνά το 30% με τις διατροφικές μας επιλογές δεν είναι καινούργια, όμως τα τελευταία χρόνια είναι εδραιωμένη γνώση, πως αρκετά τρόφιμα που καταναλώνουμε οδηγούν σε παχυσαρκία ή σχετίζονται με την εμφάνιση ορισμένων μορφών καρκίνου, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το επεξεργασμένο κρέας και τον καρκίνο του παχέος εντέρου, για το οποίο έχουν γίνει συστάσεις και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ)
Ο Ευάγγελος Φιλόπουλος, πρόεδρος της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρεία ΕΑΕ, επισημαίνει πως όσο αυξάνεται η επιστημονική γνώση και η εμπειρία από την άσκηση της ιατρικής τόσο αναδεικνύεται η ανάγκη για την ευρύτερη διάδοση της αλλαγής του τρόπου ζωής μας. «Σήμερα γνωρίζουμε τη μεγάλη σημασία της διατροφής στην προστασία της υγείας, αλλά και στη βελτίωση της ποιότητας και διάρκειας ζωής των ασθενών» επισημάνει και προσθέτει πως η Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία στηρίζει ενεργά την προώθηση της φυτικής διατροφής και γίνεται πλέον αρωγός σε πρωτοβουλίες ενημέρωσης, όπως η ημερίδα που οργάνωσε στην Αθήνα η μη κυβερνητική οργάνωση Α Promise to Animals (ΑΡΑ) σε συνεργασία με την Ελληνική Εταιρεία Κλινικής Διατροφής και Μεταβολισμού, με θέμα «Εξελίξεις στην πρόληψη και θεραπεία νοσημάτων μέσω της φυτικής διατροφής».
Στο πλαίσιο αυτής της ημερίδας, μιλώντας στο ΑΠΕ -ΜΠΕ και στον Μ.Κεφαλογιάννη, η Dr Despina Handolias (MBBS, MD, FRACP) ASLM/IBLM Lifestyle Medicine Certified Physician, επισημαίνει πως εκτεταμένες έρευνες υποστηρίζουν πρότυπα υγιεινής διατροφής με επίκεντρο τα χορτοφαγικά τρόφιμα για τη μείωση του κινδύνου καρκίνου και της επανεμφάνισης του καρκίνου (συστάσεις WCRF/IACR). Όμως – όπως εξηγεί – δεν είναι μόνο η πρόληψη, αλλά και η θεραπεία του καρκινοπαθούς. «Μπορεί να βοηθήσει ώστε να μην υπάρξει υποτροπή, να συμβάλλει στην ανταπόκριση στη θεραπεία (ανοσοθεραπεία) και να βελτιώσει τη συνολική ευημερία του ασθενή».
Έλεγχος και θεραπεία σημαίνει ότι πρέπει επίσης να επικεντρωθούμε στη μείωση του κινδύνου υποτροπής και στη μείωση άλλων χρόνιων ασθενειών, προσθέτει και καταλήγει πως «η χορτοφαγική δίαιτα είναι μια βασική στρατηγική που ελαχιστοποιεί τις βλάβες σε σχέση με δίαιτες με υψηλή περιεκτικότητα σε ζωικά προϊόντα και υψηλή περιεκτικότητα σε θερμίδες».
Βασικός σκοπός της ημερίδας ήταν η ενημέρωση της ελληνικής ιατρικής κοινότητας για τα πλεονεκτήματα της φυτικής διατροφής, όπως προκύπτουν από τα ερευνητικά δεδομένα. Απώτερος στόχος είναι η διαμόρφωση διατροφικών συστάσεων με βάση τα δεδομένα αυτά, που ακόμη δεν λαμβάνονται υπόψη από το μεγαλύτερο μέρος των επιστημόνων υγείας στη χώρα μας.
Η Εριέττα Κούρκουλου-Λάτση, ιδρύτρια της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης A Promise to Animals, επισημαίνει πως «τα τελευταία χρόνια έχουν διεξαχθεί διεθνώς σημαντικές έρευνες, τα αποτελέσματα των οποίων επιβεβαιώνουν την αδιαμφισβήτητη σύνδεση μεταξύ της διατροφής και της υγείας μας». Όπως εξηγεί η ίδια, η πρώτη αμιγώς vegan Ιατρική Ημερίδα στην Ελλάδα, με πολύ ενδιαφέρουσα θεματολογία και καταξιωμένους Keynotespeakers από την Ελλάδα και το εξωτερικό, είχε ως «στόχο την ενημέρωση της ιατρικής κοινότητας σχετικά με τα πολλαπλά οφέλη μιας σωστά σχεδιασμένης ολικά φυτικής διατροφής, ώστε να εκλείψουν φοβίες που αντιτίθενται στα επιστημονικά δεδομένα».
Μπορεί να προλάβει τον καρκίνο του παχέος εντέρου;
Η διατροφή είναι ο πιο σημαντικός εξωγενής αιτιολογικός παράγων για τον καρκίνο του παχέος εντέρου και ο καρκίνος αυτός μπορεί να προληφθεί σε μεγάλο βαθμό με την κατάλληλη διατροφή, τόνισε στην ομιλία του ο Δημήτρης Καραπιπέρης M.D. – FEBG γαστρεντερολόγος στο CENTRAL HOSPITAL OF NORRKOPING της Σουηδίας.
Όπως επισήμανε, «η καθημερινή κατανάλωση 100 g κόκκινου κρέατος αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου κατά 12-17%, ενώ η καθημερινή κατανάλωση 25 g καπνιστού κρέατος αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου κατά 49%». (Manjinder S, et al. Cancer Epidemiol 2001;10:439-46)
Ο ίδιος παρέθεσε από την άλλη πλευρά τα οφέλη των φυτικών ινών στον οργανισμό και σύμφωνα με τα όσα είπε , οι φυτικές ίνες:
• Αυξάνουν τον όγκο κοπράνων
• Ελαττώνουν τον χρόνο παραμονής στο έντερο και επαφής με το βλεννογόνο
• Προκαλούν αραίωση καρκινογόνων και προαγωγέων καρκινογένεσης
• Ελαττώνουν τα επίπεδα βακτηριακών ενζύμων
• Ελαττώνουν το ρυθμό ενεργοποίησης των καρκινογόνων
• Βοηθούν στην παραγωγή βραχέας αλύσου λιπαρών οξέων
• Ελαττώνουν το εντερικό pH και συμβάλουν ώστε να αναστέλλεται η καρκινογένεση
Μπορεί να αντιστρέψει τον σακχαρώδη διαβήτη;
Στο ερώτημα αν μια φυτική διατροφή είναι το κλειδί για την πραγματική αναστροφή του διαβήτη, απαντά στο ΑΠΕ – ΜΠΕ η Dr Gemma Newman MBBCH DRCOG DFSRH MRCGP NHS General Practitioner, τονίζοντας πως σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο αριθμός των ατόμων με διαβήτη αυξήθηκε από 108 εκατομμύρια το 1980 σε 422 εκατ. το 2014. «Πώς μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε αυτό; Εκπαιδεύοντας τους ασθενείς για το πώς μπορούν να αλλάξουν τη ζωή και τη διατροφή τους. Η χορτοφαγική διατροφή μπορεί να αποτελέσει φάρμακο. Έρευνα από το Imperial College ανάμεσα σε 24 vegans και 25 παμφάγους, εξέτασε τα μυϊκά κύτταρα αυτών των δύο ομάδων ανθρώπων για να διαπιστώσει εάν υπήρχε σχέση μεταξύ της αντίστασης στην ινσουλίνη και των επιπέδων των ενδομυοκυτταρικών λιπιδίων. Ταίριαξαν τις ομάδες ανά ηλικία, φύλο και ΔΜΣ. Διαπίστωσαν ότι η ομάδα των vegan είχε σημαντικά λιγότερο λίπος παγιδευμένο στους μύες, υψηλότερη ευαισθησία στην ινσουλίνη, καλύτερα επίπεδα γλυκόζης και ινσουλίνης στο αίμα και βελτιωμένη λειτουργία των βήτα κυττάρων» αναφέρει και καταλήγει πως αυτή είναι μόνο μία από τις δυνατότητες μιας φυτικής προσέγγισης στη διατροφή για τη διαχείριση του διαβήτη.
Ο ρόλος της στη γυναικολογία και στην κύηση
Στα οφέλη μιας αποκλειστικά φυτικής διατροφής για την υγεία της γυναίκας ακόμα και κατά την ιδιαίτερα ευαίσθητη περίοδο της κύησης, αναφέρθηκε η Βασιλική Σκαλαφούρη, μαιευτήρας-χειρουργός-γυναικολόγος. Όπως είπε, στη γυναικολογία ο ρόλος της φυτοφαγίας είναι σημαντικός στην πρόληψη αλλά και τη θεραπεία γυναικολογικών ασθενειών, όπως οι Πολυκυστικές ωοθήκες ( PCOS) η Ενδομητρίωση, τα Ινομυώματα, ο Καρκίνος μαστού, ο Καρκίνος ενδομητρίου και προβλήματα στην εμμηνόπαυση, όπως εξάψεις, νυχτερινές εφιδρώσεις κ.ά.
«Εστιάζοντας στην κύηση, μπορούμε να πούμε πως η φυτοφαγική διατροφή συμβάλει στη μείωση του κινδύνου για Διαβήτη κυήσεως (πρόσληψη 10γρ. Φυτικών ινών/μέρα, 26% μείωση κινδύνου), για Υπέρταση, για Προεκλαμψία (ευθέως ανάλογη με υψηλή κατανάλωση λίπους και ζάχαρης και χαμηλής κατανάλωσης φυτικών ινών), για Αύξηση βάρους σώματος, για Πρόωρο τοκετό, για Καισαρική τομή, για Επιλόχεια κατάθλιψη και Μητρική και νεογνική θνησιμότητα», επισήμανε και κατέληξε λέγοντας πως η φυτική διατροφή βοηθά στην καλύτερη έκβαση της εμβρυϊκής ανάπτυξης και του βάρους γέννησης ενός παιδιού.
Αν γίνεται σωστά δεν προκαλεί ελλείψεις
«Αξίζει να τονίσουμε ότι δεν υπάρχει αμφιβολία πως η ολικά φυτική διατροφή είναι κατάλληλη για κάθε ηλικία, κάτι που έχουν εξηγήσει αναλυτικά οι μεγαλύτεροι οργανισμοί διατροφής και διατροφολογίας, όπως και η Ακαδημία Διατροφής και Διατροφολογίας» τονίζει η αιματολόγος Χριστίνα Παπή.
Η ίδια λέει πως έχει αποδειχθεί μέσα από μετρήσεις των θρεπτικών συστατικών ότι όσοι ακολουθούν αυστηρά φυτική διατροφή δεν έχουν ελλείψεις, εφόσον τηρούν μια βασική προϋπόθεση. Η διατροφή αυτή να γίνεται σωστά. Αυτό στην πράξη σημαίνει ουσιαστικά να καταναλώνουμε μεγάλη ποικιλία προϊόντων ή να λαμβάνουμε συμπληρωματικά μια μόνο αναγκαία ουσία, την βιταμίνη Β12.
«Η αναγκαία αυτή ουσία είναι η Β12, που παράγεται κυρίως από βακτήρια στο χώμα & στα φυτά. Όμως ο τρόπος που κατεργαζόμαστε & το χώμα και τα φυτά, δεν επιτρέπει τη λήψη της Β12 από αυτά, στον βαθμό που μας χρειάζεται. Βέβαια, και στα ζώα εκτροφής, η Β12 χορηγείται συμπληρωματικά. Επομένως, τρώγοντας ζωικά παράγωγα, λαμβάνουμε τη Β12 κυρίως με τη μορφή συμπληρώματος. Ενώ, στην αυστηρά φυτική διατροφή, λαμβάνουμε τη Β12 άμεσα, παίρνοντας απευθείας το συμπλήρωμα. Αυτή είναι η διαφορά με την παμφαγική διατροφή», εξηγεί η κα Παπή.
Σημειώνεται όμως ότι σύμφωνα με όλα τα στοιχεία που προκύπτουν πλέον από πάρα πολλές μελέτες, η ολικά φυτική διατροφή δεν έχει κίνδυνο ελλείψεων, εφόσον γίνει σωστά, συνεχίζει και αναφέρεται στο παράδειγμα των αμινοξέων: «Για τα αμινοξέα, οι μετρήσεις δείχνουν ότι όχι μόνο δεν εκλείπουν αλλά αντίθετα, συχνά λαμβάνονται και σε μεγαλύτερο βαθμό από όσο χρειάζεται, στο πλαίσιο της φυτικής διατροφής. Δηλαδή, το ζήτημα της ανεπάρκειας αμινοξέων έχει ουσιαστικά υπερεκτιμηθεί! Επομένως, καμία έλλειψη πρωτεΐνης δεν έχει παρατηρηθεί, ούτε καν στους βίγκαν αθλητές. Αντίθετα, έχει ενδιαφέρον ότι οι αθλητές που υιοθετούν πρότυπα ολικά φυτικής διατροφής, έχουν ίδια ή και καλύτερη επίδοση, γεγονός που προφανώς δεν μπορεί να συνδυάζεται με ανεπάρκειες και που επίσης συσχετίζεται με καλύτερη αιμάτωση των μυών και με χαμηλότερο οξειδωτικό στρες».
Η κα Παπή καταλήγει λέγοντας πως χρειάζονται περισσότερες κλινικές μελέτες ώστε να αξιοποιήσουμε στο έπακρο τα πλεονεκτήματα της φυτικής διατροφής. «Το κλειδί προς αυτή την κατεύθυνση είναι η συνεργασία των επιστημόνων υγείας μεταξύ τους αλλά και με κρατικούς φορείς, ώστε επιτέλους να αλλάξουν οι διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες και να ενσωματώσουν τα νέα δεδομένα. Και χρειάζεται να απαγκιστρωθούμε από συνήθειες, να ξε-μάθουμε και να ξανα-μάθουμε από την αρχή».
ΑΠΕ