Πως η δίαιτα Keto μπορεί να δώσει τα καλύτερα αποτελέσματα στην απώλεια βάρους.
Η κετογονική ή πιο απλά “Keto” δίαιτα είναι ένα διατροφικό πρόγραμμα χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες και πλούσιο σε λίπος που χρησιμοποιείται εδώ και αιώνες για τη θεραπεία συγκεκριμένων ιατρικών καταστάσεων.
Τον 19ο αιώνα, η κετογονική δίαιτα χρησιμοποιήθηκε συνήθως για να βοηθήσει στον έλεγχο του διαβήτη. Το 1920 εισήχθη ως αποτελεσματική θεραπεία για την επιληψία σε παιδιά στα οποία η φαρμακευτική αγωγή ήταν αναποτελεσματική. Η κετογονική δίαιτα έχει επίσης δοκιμαστεί και χρησιμοποιηθεί σε στενά παρακολουθούμενα πλαίσια για τον καρκίνο, τον διαβήτη, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Ωστόσο, αυτή η δίαιτα κερδίζει σημαντική προσοχή ως πιθανή στρατηγική απώλειας βάρους λόγω της δημοφιλίας των διατροφών χαμηλών υδατανθράκων, η οποίες ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1970 με τη δίαιτα Άτκινς.
Σήμερα, άλλες δίαιτες χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες, όπως οι δίαιτες Paleo, South Beach και Dukan, είναι όλες υψηλές σε πρωτεΐνες αλλά μέτριες σε λιπαρά. Αντίθετα, η κετογονική δίαιτα διακρίνεται για την εξαιρετικά υψηλή περιεκτικότητά της σε λιπαρά, συνήθως 70% έως 80%, αν και με μέτρια μόνο πρόσληψη πρωτεΐνης.
Τι γνωρίζουμε μέχρι σήμερα
Δεν υπάρχει μια “τυπική” κετογονική δίαιτα με συγκεκριμένη αναλογία μακροθρεπτικών συστατικών (υδατάνθρακες, πρωτεΐνες, λίπος). Η κετογονική δίαιτα συνήθως μειώνει τη συνολική πρόσληψη υδατανθράκων σε λιγότερο από 50 γραμμάρια την ημέρα – λιγότερο από την ποσότητα που βρίσκεται σε ένα απλό κουλούρι Θεσσαλονίκης – και μπορεί να είναι τόσο χαμηλή όσο 20 γραμμάρια την ημέρα.
Γενικά, οι δημοφιλείς κετογονικές δίαιτες προτείνουν κατά μέσο όρο 70-80% λίπος, 5-10% υδατάνθρακες και 10-20% πρωτεΐνες. Για παράδειγμα, σε μια δίαιτα 2000 θερμίδων, αυτό μεταφράζεται σε περίπου 165 γραμμάρια λίπους, 40 γραμμάρια υδατανθράκων και 75 γραμμάρια πρωτεΐνης.
Η ποσότητα πρωτεΐνης στην κετογονική δίαιτα διατηρείται μέτρια σε σύγκριση με άλλες δίαιτες χαμηλών υδατανθράκων και υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη, επειδή η κατανάλωση υπερβολικής ποσότητας μπορεί να εμποδίσει την κέτωση. Τα αμινοξέα στην πρωτεΐνη μπορούν να μετατραπούν σε γλυκόζη, οπότε μια κετογονική δίαιτα καθορίζει πως πρέπει να υπάρχει αρκετή πρωτεΐνη για τη διατήρηση της άλιπης σωματικής μάζας, συμπεριλαμβανομένων των μυών, αλλά και πάλι αυτή δε θα υπερβαίνει το όριο πρόκλησης κέτωσης.
Υπάρχουν πολλές εκδοχές κετογονικής δίαιτας, αλλά όλες απαγορεύουν τροφές πλούσιες σε υδατάνθρακες. Ορισμένες από αυτές μπορεί να είναι προφανείς: Άμυλα τόσο από επεξεργασμένα όσο και από ολικής αλέσεως δημητριακά, όπως ψωμί, δημητριακά, ζυμαρικά, ρύζι, πατάτες, καλαμπόκι και άλλα αμυλούχα λαχανικά και χυμοί φρούτων.
Τα περισσότερα κετογονικά προγράμματα επιτρέπουν τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά, όπως λιπαρά κομμάτια κρέατος, επεξεργασμένα κρέατα, λαρδί και βούτυρο, καθώς και πηγές ακόρεστων λιπαρών, όπως ξηροί καρποί, σπόροι, αβοκάντο, φυτικά έλαια και λιπαρά ψάρια. Ανάλογα με την πηγή πληροφόρησής σας, οι κατάλογοι κετογονικών τροφίμων μπορεί να διαφέρουν και να έρχονται ακόμη και σε σύγκρουση.
Τα περισσότερα προγράμματα προτείνουν να ακολουθήσετε μια κετογονική δίαιτα μέχρι να χάσετε το επιθυμητό βάρος. Όταν αυτό επιτευχθεί, για να αποφευχθεί η επανάκτηση του βάρους μπορεί κανείς να ακολουθήσει τη δίαιτα για μερικές ημέρες την εβδομάδα ή μερικές εβδομάδες κάθε μήνα, εναλλάσσοντας την με άλλες ημέρες που επιτρέπουν υψηλότερη πρόσληψη υδατανθράκων.
Πλεονεκτήματα
Τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι η δίαιτα Keto είναι αποτελεσματική στην πρόληψη των επιληπτικών κρίσεων σε άτομα με ανθεκτική επιληψία. Αν και ο ακριβής μηχανισμός δεν είναι γνωστός, πιστεύεται ότι με τη μετατόπιση της κύριας πηγής ενέργειας του εγκεφάλου από τους υδατάνθρακες στα λίπη, μεταβάλλονται διάφορες βιοχημικές οδοί, επιτρέποντας την επιστροφή μιας κατάστασης ομοιόστασης. Οι περισσότερες μελέτες σχετικά με τη δίαιτα Keto και την επιληψία έχουν διεξαχθεί σε παιδιά και όχι σε ενήλικες, και η χρησιμότητά της στη θεραπεία της επιληψίας των ενηλίκων παραμένει αβέβαιη.
Η απώλεια βάρους είναι πλέον ίσως ο πιο συχνά αναφερόμενος λόγος για την τήρηση της κετογονικής δίαιτας. Πολλαπλές μελέτες έχουν αποδείξει ότι η δίαιτα Keto είναι εξίσου αποτελεσματική με τις αντίστοιχες δίαιτες με υψηλότερη περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες για την απώλεια βάρους. Υπάρχουν περιορισμένα στοιχεία που υποδηλώνουν ότι οι κετογονική δίαιτα μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη μείωση της λιπώδους μάζας και του σπλαχνικού λιπώδους ιστού από ό,τι οι υπόλοιπες γνωστές δίαιτες, ειδικά όταν συνδυάζονται με προπόνηση αντίστασης.
Η δίαιτα Keto μπορεί να μειώσει την αντίσταση στην ινσουλίνη και την υπεργλυκαιμία σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 που είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Δυστυχώς, δεν είναι σαφές αν τα αποτελέσματα αυτά οφείλονται στην ίδια τη δίαιτα ή στην απώλεια βάρους που προκύπτει.
Μειονεκτήματα
Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η κετογονική δίαιτα περιορίζει τα φρούτα, τα δημητριακά και άλλες τροφές υψηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες και τις αντικαθιστά με τροφές υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, συχνά από ζωικές πηγές. Αυτό οδηγεί αναγκαστικά σε αύξηση της πρόσληψης κορεσμένων λιπαρών και αντίστοιχη μείωση της πρόσληψης φυτικών ινών και μπορεί να οδηγήσει σε ελλείψεις μικροθρεπτικών συστατικών, αν δεν αναπληρωθούν. Η αύξηση της πρόσληψης κορεσμένων λιπαρών παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς αποτελεί γνωστό παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη αθηροσκλήρωσης και καρδιαγγειακής νόσου.
Τέλος, η δίαιτα Keto είναι εξ ορισμού περιοριστική, μειώνοντας τόσο τη συνολική πρόσληψη όσο και τις πηγές υδατανθράκων. Η τήρηση οποιασδήποτε περιοριστικής δίαιτας είναι δύσκολη, ανεξάρτητα από τα κίνητρα που έχει κάποιος για να την ακολουθήσει, ιδίως μακροπρόθεσμα. Ορισμένοι άνθρωποι εμφανίζουν παρενέργειες όπως πονοκέφαλο, ζάλη, δυσκοιλιότητα ή ναυτία κατά την έναρξη της κετογονικής δίαιτας.
Συμπερασματικά
Η δίαιτα Keto μπορεί να είναι μια επιλογή για ορισμένα άτομα που είχαν δυσκολία να χάσουν βάρος με άλλες μεθόδους. Η ακριβής αναλογία λίπους, υδατανθράκων και πρωτεϊνών που απαιτείται για να επιτευχθούν οφέλη για την υγεία ποικίλλει μεταξύ των ατόμων λόγω της γενετικής τους σύστασης και της σύστασης του σώματός τους.
Ως εκ τούτου, εάν κάποιος επιλέξει να ξεκινήσει μια κετογονική δίαιτα, συνιστάται να συμβουλευτεί τον γιατρό του και έναν διαιτολόγο για να παρακολουθήσει στενά τυχόν βιοχημικές αλλαγές μετά την έναρξη της αγωγής και να δημιουργήσει ένα πρόγραμμα γευμάτων που να είναι προσαρμοσμένο στις υπάρχουσες συνθήκες υγείας του και να αποτρέψει διατροφικές ελλείψεις ή άλλες επιπλοκές στην υγεία. Ο διαιτολόγος μπορεί επίσης να παρέχει καθοδήγηση σχετικά με την επαναφορά των υδατανθράκων μόλις επιτευχθεί η απώλεια βάρους.